Σελίδες

Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Εδουάρδοι και Αλφρέδοι (απόσπασμα)

«Μου απαγορεύτηκε να γράφω ως πανεπιστημιακός
 Αργότερα και να διαβάζω
 Μόνο θεωρίες, τυπικά δωμάτια
       -επιστήμονας βλέπεις έγινα απ’ τον πατέρα,
 η ανάγκη να συνεχίζω ήταν δική του-
 Αναγκάστηκα να προδώσω πολλά
 που ψάχνω τώρα ν’ αναστήσω
 Κι ήρθα να πάρω τη σειρά μου ανάμεσά σας
    -το να γυρίζω προς τα πίσω ήταν της μητέρας,
απ’ αυτήν έγινα ποιητής...»

………………


  Στο συνάφι ενδιατρίβουν τελευταία
  και ακαδημαϊκοί λυτρωτές
  πολυμορφωμένοι στην κατάτμηση των εγκεφαλικών νευρώσεων…»

………………

  Να μη γίνουμε ποτέ Ευρώπη
  εμείς, οι φαντασιόπληκτοι αριστεροί
  ανατολίτες. Ταξιδεμένοι
  στα τραγούδια του δρόμου,
  ας παραμείνουμε
  στις στροφές της μνήμης
  στις πινακίδες των χωριών
  που δεν αποστηθίζονται…

…………..

Μουσική καταιγίδα η πετσέτα του Ηλία
  Γλώσσες και όρια του κόσμου
  κλειδί και πόρτα
  -ένας δρόμος για τη θραύση των δεσμών
  καταυγάζει και φωτίζει,
  αυτό που προηγείται από την κούραση και την
  αμφιβολία που ακολουθεί-

  Μόνο με τα φιλιά μεγαλώνουνε οι γιοι μας

..........



Έχουμε όμως το θρόισμα των φύλλων
ψιθύρισες
Κι έγνεψα Ναι στην καινούργια μας ζωή
Το τσάι του βουνού στη ροδακινή κούπα
και τα κάστανα ψηφιδωτό στη φθινοπωρινή γη
Χρώματα παντού ανακαλύπτει ο σύντροφος σπουργίτης
Το κόκκινο της αγράμπελης χαμηλά
Το κίτρινο της λεύκας κι οι αποχρώσεις της οξιάς
Η δροσιά της μαργαρίτας στ' ακροδάχτυλα
Κι αν δεν μιλώ τρυφερά είναι που

σου γράφω με λόγια καθαγιασμένα

.............


ΝΟΜΙΜΟΣ ΧΩΡΙΣΜΟΣ

Προσπαθούσαμε να κρατήσουμε το καλοκαίρι με τα κοντομάνικα
Πίσω όμως από κάθε πέτρα που πλήγωνε το σώμα
οι δικοί σου άνθρωποι παραμόνευαν τη στιγμή
Ψύχρανε ο Σεπτέμβρης απότομα κι ερημώσανε οι ακτές
Στην πόλη τα πρώτα σημάδια να ξεδιαλέγουν τη μοναξιά
σα να κατάλαβε ότι τη λαχτάρισες πια
Ο «αυτοκράτορας» παίζει συνεχώς με το πρόσωπο του πατέρα
κι έμαθε επιτέλους ν’ αποθέτει τα χνάρια της εγκράτειας
Το ξημέρωμα μιας εποχής χωρίς ομοιοκαταληξία και ρυθμό
ανώφελης να εκλογικεύσει το βαθύ κοίταγμα
στα μάτια που ανοιγοκλείνουν βιαστικά να κρύψουν τις διαμαντένιες
υποσχέσεις μιας νέας προσπάθειας

Αναστατωμένα σεντόνια, οπωσδήποτε η αρχή του τέλους

............


ΧΤΙΣΑΝΕ ΑΠΕΝΑΝΤΙ


Κοίτα, τώρα που γερνάμε
χτίσανε απέναντι
Κι έμεινε το δικό σου παράθυρο
ανοιχτό κι αρωματισμένο -πληγή-
να οδηγεί τα όνειρα
και την παιδική μνήμη
Ελάχιστο
Αλεξανδρινό

Έτρεξα στο χρόνο, πίσω από
ιδεολογίες και μορφικές αναταραχές
Έζωσα τις γραμματικές των περιεχομένων
Ήταν επίπονη η προσπάθεια της αναγνώρισης
Μια δίψα, ένας καημός
Κυνηγημένα στόματα
Αποφάσισα τελικά

Θα μείνω εδώ
να φυλάω τα όνειρα που δε ζήσαμε
και γιατρεύτηκες
να λησμονώ τα αγγίγματα που χάσαμε
κι αρρώστησα
να ζήσω στον κόσμο που σου αρνήθηκα

και προδόθηκα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου