Σελίδες

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Αγάπη διάφανη


Κοίτα!
Διάφανη η καρδιά
μα αγάπη, λες, πως δε βρίσκεις .
Προτού θολά κυλήσουνε λόγια της βροχής
χαμήλωσε του ανέμου σου το κύμα
και ψάξε της φωνής μου τα σημάδια
τους κρυψώνες της αγάπης να βρεις.
Άκου!
Μέριασε τις πνίχτρες σκιές του φόβου
 
πίσω είναι ολόγιομο φεγγάρι φως- το βλέπεις;
Στράγγισε τα νοσηρά της θλίψης έλη
θαλερός -θα δεις- να νεύει του αγάπανθου βλαστός.
Άφησε να πατηθεί του ζιζανιού ο σπόρος
να ευωδιάσει αγιόκλημα - το’ δες;- η αυλή, αγριομάραθο ο δρόμος.
Διώξε μακριά της συννεφιάς το άδειο βλέμμα
κι αγράμπελη θα στέψει –δες- των ματιών σου το γλαυκό.
Μην πτοηθείς αν εποχή παράφορη χαροπαλεύει
 
καινούριο ροδοχάραμα ζωής - θα δεις- να αναστηθεί.

Πες μου! 
Δε σου αρκούν για να πειστείς τα σύμβολα
και γι’ άλλα χνάρια, λες, αναρωτιέσαι στα άστρα;
Πόση αγάπη να κρατήσει μία διάφανη καρδιά
πώς να χωρέσει ολόκληρη η φύση σε μια γλάστρα!

Πέτρος Κούρτης: Δεν αλλάζω την Ελλάδα μου, ούτε με εντολή του Ύψιστου


Συνέντευξη με τον Συγγραφέα, Ποιητή, Εκπαιδευτικό

Γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

Θα επικαλεστούμε τα λόγια του ποιητή μας Γιάννη Ρίτσου: «Άξιζε να υπάρξουμε για να συναντηθούμε» για να ξεκινήσουμε την μικρή μας κουβέντα με τον Εκπαιδευτικό, Συγγραφέα και Ποιητή Πέτρο Κούρτη. Γεννήθηκε στο Πολυδένδρι Αττικής και μεγάλωσε Αγ. Σαράντα Β. Ηπείρου, απ΄ όπου κατάγονται οι γονείς του Βασίλης και Αθηνά Κούρτη.                                    
Ολόκληρη η δραστηριότητά του, ολόκληρο το έργο του, είναι ένας αγώνας για τα εθνικά μας ιδεώδη και κυρίως για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Β. ΗΠΕΙΡΟ. Όταν μιλά για αυτή, όταν αναφέρεται στην Πατρίδα μας την Ελλάδα, δεν μπορείς παρά να κρατήσεις τον ανασασμό και να υποκλιθείς στο μεγαλείο μιας άλλης πλευράς που μάχεται συνεχώς τόσο για το μέλλον της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Β. Ηπείρου όσο γενικότερα του ελληνισμού.   Ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με την συγγραφή, όμως    η Κομματική λογοκρισία στην Αλβανία,  βαθύτατα αντίθετη με την εθνική και ιδεολογική ταυτότητά του, δεν του έδινε άλλα περιθώρια πλην της καταστροφής των έργων που δημιουργούσε προκειμένου να μην πέσουν στα χέρια των ανθρώπων της Χοτζικής δικτατορίας. Παρ΄ όλα αυτά κατορθώνει και εκδίδει το βιβλίο: Η ΛΟΥΙΖΑ – ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΟΥ ΔΕ ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΟ ΓΕΛΙΟ, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα και το ιστορικού περιεχομένου Ο ΑΓ. ΑΝΔΡΕΑΣ - ΤΩΝ ΑΓ. ΣΑΡΑΝΤΑ- Η ΜΑΙΑΝΔΡΙΑ ΜΑΣ 400 σελίδων.  Ακολουθούν: ΤΟ ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ και το : ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ
Μια ζωή, σαν παραμύθι θα έλεγα. Από πού να ξεκινήσει κανείς Κύριε Κούρτη και που να τελειώσει. Σας ευχαριστούμε που δεχτήκατε να μοιραστείτε μαζί μας και με τους αναγνώστες του παρόντος Ιστολογίου, σκέψεις και απόψεις πάνω στην ζωή σας και ειδικότερα στις σχέσεις σας με την Ιδιαίτερη πατρίδα σας, την Βόρειο Ήπειρο, την Ελλάδα, το συγγραφικό σας έργο, την Δημοκρατία.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Αυτό που μου προκάλεσε θαυμασμό ήταν το γεγονός ότι πολλά συγγράμματα σας τα σχίζατε για να μην πέσουν στα χέρια της Χοτζικής Δικτατορίας. Μιλήστε μας για αυτή σας την επιλογή.
Τι θα προκαλούσε εάν κάποιο από αυτά δεσμευόταν από το καθεστώς;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είναι πολύ δύσκολο να διαισθανθεί κάποιος το μέγεθος της Χοτζικής  δικτατορίας, ή μάλλον την ανήκουστη τρομοκρατία. Μόνον για μας που βιώσαμε αυτήν την απάνθρωπη και ανείπωτη λαίλαπα, θα μείνει για πάντα ανεξίτηλη στην ψυχή μας. Ακόμα και στις πιο απλές επαφές με τους φίλους σου, θα έπρεπε να είσαι πολύ προσεχτικός στο λεξιλόγιο που θα μεταχειριζόσουν. Και το βλέμμα να έριχνα προς τη συνοριακή γραμμή με την Ελλάδα, θα με θεωρούσαν ύποπτο για πολλά πράγματα.  Όσα στοιχεία και να προβάλλω όμως, για να γίνω πιο κατανοητός, δύσκολα θα σχηματίσει κανείς την πραγματική διάσταση και εικόνα.
       Απλώς μπορώ να πω, πως δεν υπήρχε απολύτως τίποτα που να μην βρίσκονταν καθημερινά στο μάτι του κυκλώνα ή καλύτερα να πούμε στο άγρυπνο μάτι του κομματικού μηχανισμού γενικά.
Τα πάντα λειτουργούσαν υπό εντολή, τα πάντα υπό παράλληλο  έλεγχο. Ο ένας λοιπόν, έλεγχε τον άλλον. Και όχι μόνον στην εργασία. Παντού. Ακόμα και όταν συζητούσες με το φίλο σου ή όταν έπινες καφέ μαζί του. Η λέξη ελευθερία είχε χάσει την πραγματική της έννοια.
      Έστω και μια πληροφορία από κάποιον, που να είχε σχέση με τη δυσφήμηση της πολιτικής του κόμματος, με το έθνος, την ιστορία του, με το κράτος, με την οικονομία, με τα προϊόντα ενός καταστήματος,  με κάποιο κείμενο ακόμα χειρότερα, κ.α,  θεωρούνταν αντιδραστική πράξη με επιπτώσεις σοβαρότατες, ακόμα και με την αμφισβήτηση της βιολογικής ύπαρξης του εμπλεκόμενου.
          Σκεφτείτε για μια στιγμή εμένα να δημοσίευα κάποιο ποίημα, ή ακόμα χειρότερο ένα βιβλίο, το περιεχόμενο του οποίου, ή έστω και μερικές λέξεις από το κείμενο, να μην εξυπηρετούσαν την ιδεολογική γραμμή του κόμματος. Συγκεκριμένα. Κανείς δεν θα τολμούσε να γράψει ένα ποίημα με τον τίτλο, «ΤΟ ΟΡΦΑΝΌ» ,  «Ο ΚΑΚΟΜΟΙΡΗΣ» κ.α.
        Εκ πρώτοις το έργο, οποιοδήποτε και αν ήταν αυτό, έστω και για μια λέξη, θα αποσύρονταν  αμέσως από την κυκλοφορία, ενώ η πένα του  συγγραφέα θα ξεκουράζονταν μια για πάντα στο συρτάρι, με τον  ίδιο να μετρά τις μέρες της απομόνωσης ή και της ποινικής κάθειρξης.
        Γι αυτό κανένα βιβλίο δεν κυκλοφορούσε χωρίς την έγκριση κάποιας ελεγκτικής  επιτροπής.
        Σε μια τέτοια δεσμευτική τρομοκρατία οι συγγραφείς που δέχτηκαν να γράψουν και ουσιαστικά γράφτηκαν εκατοντάδες τίτλοι βιβλίων, έγραφαν χωρίς όμως να πιστεύουν στην πένα τους, ενώ οι υπόλοιποι  το διέπρατταν ευσυνείδητα για ιδιοτελεί  συμφέροντα.
        Κι εγώ έγραφα. Δεν  δέχτηκα όμως να δημοσιεύσω τίποτα.
Γι αυτό και δεν ήμουν γνωστός σαν συγγραφέας ούτε και από τους πιο πλησιέστερους συγγενείς μου.
      Έγραφα κάποτε όταν μου έμενε λίγος χρόνος σαν εκπαιδευτικός και στη συνέχεια τα εξαφάνιζα ή  όταν μπορούσα να τα πλακώσω κάπου, τα έκρυβα.
       Ακριβώς αυτήν την ταχτική ακλούθησα με τα πρώτα μου δύο βιβλία, «Η ΛΟΥΙΖΑ» και το ιστορικού περιεχομένου «Η ΜΑΙΑΝΔΡΙΑ ΜΑΣ», τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας, όταν ξαναήρθα στην Ελλάδα.
        Εάν ένα από αυτά τα δύο, αγαπητέ Δημήτρη, θα έπεφτε στο χέρι των «επιστρατευμένων», τώρα θα έκοβα κεραμίδια, όπως λέμε εμείς  εκεί στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τη Β. Ήπειρο.  Ακόμα και το όνομα «Έλληνας»,  δεν θα μπορούσες να το αναφέρεις δημοσίως.
      Για πολλούς λόγους, επιτρέψτε μου να μην επεκταθώ περισσότερο.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Γεννηθήκατε στην Ελλάδα, μεγαλώσατε στην Βόρειο Ήπειρο. Εκπαιδευτικός, Πολιτικός, μέλος οργανώσεων. Δώσατε μάχες τα εθνικά μας ιδεώδη και κυρίως για την ιδιαίτερη πατρίδα σας, τη Β. ΗΠΕΙΡΟ. Θα θέλαμε να αναφερθείτε σε αυτή σας την δραστηριότητα.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πριν την κατάρρευση της δικτατορίας, ούτε  κατά διάνοια δεν θα μπορούσα να διανοηθώ το εαυτόν μου στην ιεραρχία της πολιτικής., εξ αιτίας της κηλιδωμένης βιογραφίας μου.
      Και αυτό διότι μερικά άτομα του οικογενειακού  μου κύκλου βρισκόταν στις πιο χειρότερες φυλακές της Αλβανία, λόγω  των πολιτικών τους  πεποιθήσεων και με την κατηγορία « Πράκτορες στην υπηρεσία  της Ελλάδας».
       Η ίδρυσή της πολιτικής οργάνωσης ΟΜΟΝΟΙΑ μετά την πτώση της δικτατορίας, σήμανε το πιο σημαντικό  γεγονός για τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό που ουσιαστικά ανέρχεται στις 400 χιλιάδες και παραπάνω και ας μην αναγνωρίζεται ούτε σήμερα ο αριθμός αυτός από τα αλβανικά όργανα.
       Στο διάστημα αυτό μου  χρειάστηκε να επιστρατευτώ  μαζί με εκατοντάδες άλλους  διανοούμενους   και ιδίως με  αυτούς που συμφωνούσαν με το καταστατικό της οργάνωσης για την επίλυση των πιο επιτακτικών προβλημάτων για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα όπως ήταν το ζήτημα της Ελληνικής γλώσσας στα σχολεία μας,  η αναδίφηση, παρουσίαση και μελέτη της ιστορίας του τόπου μας, των ήθη και εθίμων, την αναστύλωση σε γερές βάσεις της λαογραφίας μας, να αναστυλώναμε τις καταστραμμένες  εκκλησίες μας  κ.α , χωρίς να αποφεύγουμε τις αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις με το Αλβανικό κατεστημένο, ακόμα και σήμερα σε δεκάδες προβλήματα που εκκρεμούν.
     Σαν μέλλος του Γενικού Συμβουλίου και ιδίως σαν έπαρχος της επαρχίας Φοινίκης για μένα ήταν μια μεγάλη δοκιμασία, διότι μου χρειάστηκε να αντιμετωπίσω πάρα πολλά προβλήματα  πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα.  Μου χρειάστηκε να παρατήσω την καρέκλα μου, να κινηθώ,  να πάρω επαφές με διάφορους παράγοντες τόσο στην Αλβανία όσο και στην Ελλάδα. Ήταν μια  μεταβατική περίοδο πολύ  δύσκολη, περνώντας από τη δικτατορία στη δημοκρατία.  Παράλληλα με τα πολλά  προβλήματα, έπρεπε να γίνει και πλύση εγκεφάλου γενικά,  διότι  κυρίως η νέα γενιά που ανδρώθηκε  σε αυτά τα πέτρινα χρόνια, δεν είχε ιδέα τι θα πει πραγματική δημοκρατία.
        Η επίσημη επίσκεψη όμως του Έλληνα Πρέσβη στα Τίρανα, Χρήστο Τσελίκι και του Πρόξενου κ. Νίκου Κανέλου, υπήρξε ένα αποφασιστικό βήμα για την επίλυση μερικών προβλημάτων κυρίως οικονομικής φύσεως.
       Τα αμέτρητα  προβλήματα,  οι αντιθέσεις,  η ανέχεια, η δυσπραγία γενικά, κ.α,  υπήρξαν επιπλέων καταλύτες  για μένα,  μια πηγή έμπνευσης για τα μετέπειτα χρόνια της λογοτεχνικής μου πορείας.


ΕΡΩΤΗΣΗ:  Διαβάζουμε από το βιογραφικό σας: «Η κομματική λογοκρισία που ασκούνταν πάνω στα λογοτεχνικά έργα γενικά, δεν ταυτιζόταν με την εθνική σου και ιδεολογική ταυτότητά σου»
   Ως πολιτική προσωπικότητα, τι σκέφτεστε, που θα κατατάσσατε τις απόψεις σας, την ιδεολογία σας; Πόσο σκληρό μπορεί να κάνει τον άνθρωπο η ζήση μέσα σε ένα στυγνό πολίτευμα, όπως είναι αυτό της Δικτατορίας. Και πόσο μπορεί να φυλακίσει την ψυχή ενός συγγραφέα και ποιητή;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το θέμα που θίγετε είναι τόσο ευρύ που μέσα σε μερικές σειρές είναι αδύνατο να αποδώσουμε μια πλήρη εικόνα. Θα μου χρειαζόταν ένα ολόκληρο βιβλίο ίσως. Ο Αριστοτέλης, στο έργο του, Ηθικά  Νικομάχεια,  γράφει πως κάθε θεωρία και κάθε πράξη έχει σαν στόχο κάποιο αγαθό το οποίο αποτελεί ένα ενδιάμεσο στάδιο, έως που  να φτάσουμε στην ευδαιμονία.
       Όλα αυτά όμως μπορούν να αναπτυχτούν μόνον σε μια πραγματική δημοκρατία και όχι έχοντας στην αρχή της ηγεσίας ανθρώπους αστοιχείωτους και συνάμα πιστά κομματόσκυλα.
Και μιας και μου ζητάτε τις πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις μου, δε διστάζω να τις παραθέσω.
        Τα πάντα στη φύση γεννιούνται και πρέπει να αναπτυχθούν ελεύθερα. Αυτή είναι συνοπτικά  και η έννοια της πραγματικής δημοκρατίας. Δημοκρατία σημαίνει να αναπτύσσεις ελεύθερα τις πρωτοβουλίες σου, χωρίς όμως να στερείς με τις θεωρίες και της πράξεις σου τα δικαιώματα των άλλων. Συνάμα όμως να μην μένεις αμέτοχος και  αδιάφορος για τα προβλήματα και την πρόοδο της κοινωνίας. Δημοκρατία δεν θα πει φανατισμός στις αδικίες και τις διαστρεβλώσεις   προσπαθώντας το άσπρο να το παρουσιάσεις βίαια  ως μαύρο.
        Δυστυχώς όμως σε μας αυτές οι έννοιες αποτελούσαν  μόνον μέσο προπαγάνδας, υποταγής συνειδήσεων, βαπτίζοντας την τρομοκρατία, τη φτώχια, την ανισότητα, τις φυλακίσεις, τις εκτελέσεις, το ψέμα, την ανέχεια, τη στέρηση της ελευθερίας κυρίως για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα, τη διαστρέβλωση της ιστορίας μας ως Ελληνική οντότητα, σαν  το πιο υπέρτατο δημοκρατικό πολίτευμα στον κόσμο. Δεκάδες αρχαία ελληνικά μνημεία διασκορπισμένα σχεδόν σε όλη την Αλβανία, βαπτίζονται αλβανικά, αρχίζοντας από το Βουθρωτό και μέχρι το Αλλέσιο στη Β. Αλβανία.
      Ε, λοιπόν ένας λογικός άνθρωπος, ένας πραγματικός Έλληνας, μέσα σε ένα τέτοιο κατεστημένο, ή θα μετατραπεί σε ρομπότ, ή θα πέσει σε κατάθλιψη  ή θα συγκρουστεί με τις σκευωρίες, ή θα το περιμένει η πόρτα της φυλακής όπως και συνέβηκε με εκατοντάδες Έλληνες πατριώτες.
       Η μαζική φυγή των Βορειοηπειρωτών, φίλε μου Δημήτρη, μετά το άνοιγμα των συνόρων (1990-91), είχε κυρίως εθνικό και πολιτικό κίνητρο και όχι όπως σχολιάζεται από μερικούς κατά καιρούς, πως «παρατήσανε το μέρος τους, εξ αιτίας των δυσοίωνων οικονομικών συνθηκών».
       Για Ελλάδα ήρθαμε, για τη γλώσσα μας ήρθαμε, για την ιστορία και τον πολιτισμό μας ήρθαμε, για τη σημαία μας, την οποία σηκώσαμε θυμούμαι το 1940 και ξανά αν θα τολμούσε κάποιος, η σφαίρα τον περίμενε.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Γράφετε πολλά χρόνια και ένα τεράστιο μέρος του έργου σας είναι ανέκδοτο. Τώρα σκέφτεστε ότι είναι καιρός να προβείτε σε κάποιες εκδόσεις ή πλέον είναι πολύ αργά;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μέχρι στιγμής είδαν το φως της δημοσιότητας τέσσερα από τα έργα μου.
       Το ένα, με ιστορικό χαρακτήρα,  «Η ΜΑΙΑΝΔΡΙΑ  ΜΑΣ», ενώ τα άλλα τρία  είναι λογοτεχνικά μυθιστορήματα εμπνευσμένα από πραγματικά γεγονότα, όπως, «ΤΟ ΜΑΤΩΜΈΝΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ», το «ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ» και «Η ΛΟΥΙΖΑ».
       Δυστυχώς όμως ο αριθμός των αντίτυπων που εκδόθηκαν υπήρξε πολύ περιορισμένος εξ αιτίας της έλλειψης οικονομικής άνεσης. Γι αυτό ακριβώς το λόγο και έχουν εξαντληθεί προ καιρού.
  Όσο για τα υπόλοιπα, όπως  «Η ΜΟΥΣΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ», «ΤΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ», «ΕΓΩ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΜΜΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ», «ΤΟΠΟΝΥΜΙΕΣ ΙΔΙΩΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥ», και η ποιητική συλλογή  «ΜΕΤΡΩΝΤΑΣ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ» που είναι έτοιμα και σελιδοποιημένα μάλιστα, για έκδοση,  δεν είναι καθόλου αργά για να κυκλοφορήσουν, διότι το περιεχόμενό τους, παραμένει πάντα επίκαιρο. Δυστυχώς όμως και πάλι, το οικονομικό στέκει εμπόδιο.
        Ύστερα, δεν είμαι καθόλου της άποψης, πως η χρονική στιγμή έκδοσης ενός βιβλίου, το καθιστά, ας μου επιτραπεί ο όρος, αναχρονικό.
Τουναντίον, μας βοηθά στη διανοητική ικανότητα να συλλάβουμε πιο εύκολα το παρόν, οπότε μπορούμε να κρίνουμε το παρελθόν, αλλά και να δρομολογήσουμε πιο καλύτερα το μέλλον.
       Για έναν συγγραφέα ιδίως, η αναφορά  και μελέτη ποικίλων έργων, πρέπει να θεωρείται πυξίδα της ποιοτικής επιτυχίας. Ένα πεζογράφημα π. χ, θα κατακτήσει τους αναγνώστες, εάν έχει την απαιτούμενη φραστική διάρθρωση, εάν έχει μια λογική συνέχεια, σχήματα λόγου, κοσμητικά επίθετα, περιγραφές, θεματολογία που ανοίγει ορίζοντες, και πάρα πολλά άλλα που μας είναι γνωστά. Ένα στείρο ποίημα ή έργο προβάλλει κάπως, θα έλεγα,  την ξεθωριασμένη χλαμύδα του ποιητή ή γενικά του συγγραφέα.

ΕΡΩΤΗΣΗ:    Ασχοληθήκατε με την συγγραφή μυθιστορημάτων και έργων βασισμένων σε πραγματικά γεγονότα. Η ποίηση σας απασχόλησε λιγότερο. Βρήκατε στον πεζό λόγο μεγαλύτερο εύρος για να αναπτύξετε αυτά που θέλατε, για να αποτυπώσετε όλα όσα είχατε μέσα σας;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο πεζός λόγος διαφέρει  τόσο  από τον ελεύθερο ποιητικό λόγο και ακόμα περισσότερο  από τον έμμετρο. Δεν έχει μέτρο, ούτε ομοιοκαταληξία.
Βασικό στοιχείο του πεζού λόγου, είναι  ο λογικός συνδυασμός των γεγονότων. Το πεζογράφημα για μένα συγκεκριμένα, είναι μια λεπτομερειακή αποτύπωση του προφορικού λόγου, που σου δίνει τη δυνατότητα να εκφραστείς με  πιο μεγαλύτερο εύρος και άνεση. Στην ποίηση όμως δεν μας δίδεται η δυνατότητα  να παρουσιάσουμε και να εξακριβώσουμε την αλήθεια, να γίνουμε πιο σαφείς. Πολλές φορές μάλιστα του αναγνώστη του χρειάζεται να ερμηνεύσει μόνος του τα γεγονότα και οι ορμήνιες αυτές συχνά μετατρέπονται σε πεδίο συγκρούσεων μεταξύ των αναγνωστών. Αυτό όμως, δεν καθόλου άσχημο.
        Αντίθετα θα έλεγα, στον πεζό λόγο εγώ  ως συγγραφέας, μπόρεσα να διατυπώσω με ακρίβεια και χρονολογική σειρά όλη τη ροή των γεγονότων, αποφεύγοντας βέβαια κάποιες λεπτομέρειες που οποιοσδήποτε συγγραφέας μπορεί να τις χρωματίσει διαφορετικά, κάνοντας το έργο πιο εύχρηστο και ελκυστικό για τον αναγνώστη.
     Παρ’ ότι εκ πρώτης όψεως δίνω την εντύπωση πως μιλώ θεωρητικά, και όμως όχι. Αυτή ακριβώς είναι η πορεία που ακολουθεί η σκέψη και ο τρόπος μου για την ολοκλήρωση ενός συγκεκριμένου θέματος. Ένα πεζογράφημα, οποιασδήποτε κατηγορίας και αν είναι (διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα κ. α), γίνεται πιο συναρπαστικό όχι μόνον από τις περιγραφές, τις ωραίες λέξεις, τις εικόνες, τους διαλόγους, τις μικρολεπτομέρειες  κ. α, αλλά κυρίως όταν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία υποχρεωτικά πρέπει να επεξεργαστούν στο «εργαστήριο του πεζογράφου».
        Για να γράψω το μυθιστόρημα π. χ  «ΤΟ ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ», εκτός από τις ζωντανές αφηγήσεις των ανθρώπων που συμμετείχαν στην Μικρασιατική Εκστρατεία, μου χρειάστηκε να μελετήσω ένα μέρος των ιστορικών γεγονότων του 1922-23 τα οποία σχετίζονταν με το συγκεκριμένο θέμα ακόμα και τον τοπογραφικό χάρτη του Σαγγαρίου  και Σμύρνης.   

ΕΡΩΤΗΣΗ:     Με το έργο σας αγγίζετε και εμβαθύνετε στα προβλήματα της ιδιαίτερης σας πατρίδας και θέλετε να ξυπνήσετε τις συνειδήσεις. Να προβληματίσετε. Πιστεύετε ότι ο ρόλος του ποιητή είναι και αυτός; Να ξυπνά τις συνειδήσεις; Να προβληματίζει , να ερεθίζει, να επαναστατεί;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:  Η αξία ενός έργου δεν εξαρτάται από το μέγεθός του, από τις πολλές ή λίγες σελίδες. Έχει αξία όταν αγγίζει την ψυχή του αναγνώστη, τα ενδιαφέροντά του, την ηλικία του, τον κύκλο του, τα χόμπι του, τα προβλήματά του, τον έρωτα και την αγάπη γενικά.
        Γι αυτό το λόγο, η αξία ενός μυθιστορήματος εξαρτάτε από τα μηνύματά του, από την πλοκή του.
Όσο πιο περισσότερα μηνύματα παίρνει ο αναγνώστης και η κοινωνία, τόσο πιο χρήσιμο και αναγκαίο γίνεται για τις μάζες.
        Το καθήκον ενός συγγραφέα του δικού μας χώρου, της Β. Ηπείρου, δεν είναι να γράψει για την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα κ. α, αλλά για το δικό του χώρο, αρχίζοντας από το χωριό του, τη συνοικία του, την περιοχή του, για τα δεκάδες προβλήματα που ζητούν άμεση λύση και ας μην έχουμε τη δύναμη να τα δρομολογήσουμε σύμφωνα με τις ιδιοτέλειές μας.
        Καθήκον του κάθε συγγραφέα με το συγγραφικό του έργο είναι, να ξυπνήσει και να εγείρει τις συνειδήσεις των μαζών.
         Στόχος των λογοτεχνικών έργων, δεν πρέπει να είναι μόνον η ψυχαγωγία, αλλά συνάμα με αυτή η καλλιέργεια των αντιλήψεων για τα διάφορα ζητήματα και κυρίως η αγάπη για τη Πατρίδα.

ΕΡΩΤΗΣΗ:    Τελικά η Βόρειος Ήπειρος είναι και σήμερα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ; Τι καθεστώς βιώνει ο ελληνισμός της;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:  Η Β. Ήπειρος, ήταν και παραμένει Ελληνική. Εάν σήμερα βρίσκεται στα χέρια κάποιας σκληρής μητριάς, αυτό έχει να κάνει με τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων. Κυρίως της Ιταλίας και της τότε Αυστροουγγαρίας που επέβαλαν τα άδικα εις βάρος της Ελλάδος σύνορα του 1913, στο Συνέδριο της Φλωρεντίας.
       Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός σήμερα που αριθμεί πάνω από 400 χιλιάδες  πληθυσμό, με μια ιστορία 3500 χρόνων βρίσκεται στην πιο  χειρότερη μοίρα του.
Αυτή τη στιγμή που γράφω αυτές τις λίγες σειρές, γίνεται και προετοιμάζεται το σχέδιο για τη νέα διοικητική διαίρεση της Αλβανίας.
        Προσπάθεια της παρούσας Αλβανικής κυβέρνησης αυτήν τη στιγμή, εκμεταλλευόμενη βέβαια τον εθνικισμό των πολιτικών κομμάτων, είναι να διασπάσει και διχοτομήσει ολόκληρη την περιοχή της Β. Ηπείρου, συγχωνεύοντας πολλά ελληνικά χωριά σε περιοχές που πλεονάζει το αλβανικό στοιχείο έτσι που να μην έχουμε τη δυνατότητα να εκλέξουμε δικούς μας βουλευτές στο Αλβανικό Κοινοβούλιο. Διαχρονικός στόχος της εκάστοτε αλβανικής κυβέρνησης, ήταν και παραμένεις η διάλυση και εξαφάνιση του Ελληνικού στοιχείου. Και ασφαλώς οι αρνητικές επιπτώσεις από αυτό το μέτρο είναι πολύ πιο περισσότερες. Ο χρόνος δεν μου το επιτρέπει όμως να επεκταθώ.
        Θα μπορούσα να σας μιλήσω ώρες ολόκληρες γράφοντας ολόκληρες σελίδες.  Ούτε ο χρόνος όμως, αλλά ούτε και ο στόχος μας σήμερα δεν είναι αυτός.

ΕΡΩΤΗΣΗ:    Πιστεύετε στην Δημοκρατία; Πιστεύετε στην Δημοκρατία όπως λειτουργεί;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ναι, πιστεύω στη δημοκρατία.  Το κακό όμως  είναι  πως σε πολλές περιπτώσεις  γίνεται  σύγχυση του όρου δημοκρατία με την αναρχία την οποία καταδικάζω. Δημοκρατία δεν θα πει πως εγώ πρέπει να σεβαστώ βίαια τις απόψεις σου ή το αντίθετο.  Τα έκτροπα που ζήσαμε στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις  της Ελλάδος, όπως η βίαιη ακύρωση  της  εθνικής παρέλασης  για το μεγάλο  ΟΧΙ, στο ΕΠΟΣ του 1940-41 από τα ελληνικά νιάτα, αυτό μας πείθει περίτρανα για δυό πράγματα: Ή δεν έχουμε ιδέα τι θα πει δημοκρατία, ή κάποιοι στο όνομα της δημοκρατίας κρύβονται πίσω από την ελευθερία που τους παρέχει η δημοκρατία, με στόχο τη μείωση της εθνικής υπόστασης και άλλα για τα οποία δεν θα γίνω πιο αποκαλυπτικός. 
        Το θέμα αυτό και τα παραδείγματα εξευτελισμού της έννοιας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι τόσο ευρύ  και τόσα πολλά που δε χρειάζονται σχόλια.

ΕΡΩΤΗΣΗ:    Ή θα θέλατε να ζείτε κάπου αλλού με άλλο πολίτευμα;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δεν αλλάζω την Ελλάδα μου,  ούτε  με εντολή του Ύψιστου.  Μόνον όταν θα τελειώσει το καντήλι μου, οι μεταγενέστεροι ας πράξουν τα δέοντα.
      Όσον  αφορά το αν θα επιθυμούσα κάποιο άλλο πολίτευμα, το λέω ευθέως ΌΧΙ. Ας μην συγχέομε  τη σημερινή κρίση που βιώνει  ο Έλληνας πολίτης,  με τις αρχές της δημοκρατίας. Κάποια στιγμή τα πράγματα πρέπει να τα βλέπουμε από κάποια άλλη οπτική γωνία. Με αυτό όμως δεν προσπαθώ να καλύψω τα λάθη μερικών πολιτικών ή συγκεκριμένα των κυβερνόντων.
Πρέπει να είμαστε αντικειμενικοί.               

ΕΡΩΤΗΣΗ:     Πως ξεκινήσατε να γράφετε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δεν έχω σπουδάσει, ούτε έχω τελειώσει τον κλάδο της φιλολογίας.  Σε σχέση με αυτό το θέμα, διδάχτηκα όπως όλοι οι μαθητές τα πρώτα στοιχεία που προβλέπει το πρόγραμμα  στην παιδαγωγική σχολή.
      Αρχίζοντας από τα πρώτα μου σχολικά χρόνια, έγραφα πολλές φορές ποιηματάκια όπως όλοι οι νέοι.
Έγραφα όμως απλώς για ψυχαγωγία και όχι με κάποιον μελλοντικό στόχο και αυτά τα πρώτα βήματα θα έλεγα, ήταν επηρεασμένα κυρίως από έλληνες ποιητές, όπως ο Δροσίνης, Βαλαωρίτης, Κρυστάλλης κ. α, κείμενα τα οποία βρίσκαμε στις σχολικές ανθολογίες μας, όταν κάποτε τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση από τον κατακτητή, επιτρεπόταν.


ΕΡΩΤΗΣΗ:    Γιατί το κάνετε συνεχώς και ακατάπαυστα. Είναι πλέον μέρος της ζωής σας. Είναι η πράξη που σας αναζωογονεί;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Περάσαμε τόσα  πολλά δύσκολα χρόνια, που κάποτε ο μακαρίτης ο πατέρας μου έλεγε: «Άραγε, θα βρεθούν ιστοριογράφοι να ρίξουν στο χαρτί αυτόν τον Γολγοθά»;!
        Με ολίγα λόγια, η μελέτη και το γράψιμο για μένα όχι μονάχα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής μου, αλλά το θεωρώ και εθνικό χρέος να ξυπνήσουμε συνειδήσεις και ιδίως τη νέα γενιά.
       Το μεγάλο παράπονό μου όμως σήμερα και η γενική διαπίστωση είναι, πως ο κόσμος, λίγο μελετά. Και οι βασικές αιτίες είναι γνωστές.

ΕΡΩΤΗΣΗ:     Ξεχωρίζετε κάποιο από τα έργα σας; Θεωρείτε κάποιο κορυφαίο και γιατί;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θα έλεγα όχι.  Το καθένα από αυτά, είναι αποτέλεσμα μιας μεθοδικής  και επίμονης δουλείας.  Όλα είναι βαθιά  εμπνευσμένα και παρμένα μέσα από τη ζωή, από τα βιώματα και τα προβλήματα  του λαού, από τον απαγορευμένο έρωτα στα χρόνια της δικτατορίας,  από την έλλειψη της ελευθερίας του λόγου, από τα υγρά κάτεργα  των χειροτέρων φυλακών της Αλβανίας, από τις απίστευτες διακρίσεις κ. α
     Παρόλα ταύτα,  ας μου επιτραπεί να κάμω έναν διαχωρισμό  και να δώσω  μια σχετική ποιοτική αξία στο μυθιστόρημα «ΤΟ ΜΑΤΩΜΕΝΟ  ΔΑΧΧΤΥΛΙΔΙ», για τα πολλά μηνύματα  με τα οποία εξοπλίζεται ο αναγνώστης, αλλά και στο ανέκδοτο  ακόμα, «ΤΟ ΕΙΣΙΤΉΡΙΟ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ»,  και η «ΜΟΥΣΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ».
         Κλείνοντας αυτή τη συζήτηση , επιτρέψτε μου κ. Δημήτρη να σας ευχαριστήσω προσωπικά, διότι  μου δώσατε τη δυνατότητα να προβάλλω κάποιες απόψεις και κυρίως αυτές που έχουν πολιτικό και εθνικό χαρακτήρα. Κατά δεύτερο λόγο, να διαφημίσω κάποιους από τους τίτλους των βιβλίων μου, αν και ακόμα για οικονομικούς λόγους δεν είδαν το φως της δημοσιότητας.



Στέφανος Ζυμπουλάκης Μια ποιητική φωνή της Αμμοχώστου


Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις μήτε επιπρόσθετες εύφημες μνείες για τη διαχρονική  πορεία του Στέφανου Ζυμπουλάκη μέσα από τα σκοτεινά ή φωτεινά μονοπάτια και τους δύσκαμπτους ανηφορικούς δρόμους της ποίησης. Ο φίλος Αμμοχωστιανός ποιητής έχει διανύσει τις αποστάσεις τους με μακρόπνοη αντοχή μαραθωνοδρόμου, άλλοτε ασθμαίνοντας εναγωνίως και άλλοτε επωδύνως προστρέχοντας σε «Αναζητήματα» και «Λευκές αϋπνίες» είτε μεταπλάθοντας και ανασυνθέτοντας τον ποιητικό του ιστό με τα επιδέξια σύνεργα και τους προσωπικούς έντεχνους τρόπους των «Μεταβολισμών» του, για να θυμηθούμε τις τρεις πρώτες ομώνυμες ποιητικές του συλλογές, εκδομένες στην Αμμόχωστο το 1965, 1967  και 1970 αντίστοιχα.
Μερικά από τα ποιήματα εκείνα σίγουρα θα τα έγραφε «εν φαντασία και λόγω», καθισμένος στον δικό του πάγκο, απέναντι από το γυάλινο κουβούκλιο του υπεύθυνου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αμμοχώστου και σπουδαίου μας λογοτέχνη  Γιώργου Φιλίππου Πιερίδη, του αιωνίως βυθισμένου μέσα στα χαρτιά του. Αναπολώ με ακατανίκητη νοσταλγία και τους δυο και τον νεαρό τότε βιβλιοθηκονόμο Στέφανο με απέραντη ευγνωμοσύνη, καθώς ολοπρόθυμος μού κατέβαζε  από τα ράφια βιβλία και τόμους, για να μελετήσω επί τόπου. Τον ευχαριστώ ακόμα, που μου ξαναθύμισε σε τέσσερα επιγραμματικά του ποιήματα τους αντίστοιχους εικαστικούς θησαυρούς του Χριστόφορου Σάββα, του Τηλέμαχου Κάνθου, του Αδαμάντιου Διαμαντή και του Γ. Πολ. Γεωργίου, που κοσμούσαν με μιαν πλειάδα αξιόλογων έργων τη σημαντική πινακοθήκη της πόλης μας, στον επάνω όροφο της Βιβλιοθήκης.    
Περιδιαβάζοντας ξανά με αγάπη και περισσό ενδιαφέρον τα πρωτοφανέρωτα εκείνα γεννήματα της πηγαίας έμπνευσης και του χαρισματικού «ηδυσμένου» του λόγου, αποφαίνομαι ανεπιφύλακτα πως η παλαιότερη σοδειά ήταν καλή και υποσχόταν μιαν πλουσιότερη συγκομιδή από ακόμα πιο μεστωμένους καρπούς. Εκτός από τη συγκροτημένη μελέτη του για τον ομότεχνό του Παύλο Μεράνο το 1971 και τα πολυγραφημένα τετράτομα «Ανθολόγια Λογοτεχνικής Κριτικής», παίρνοντας τη στράτα της προσφυγιάς, για να τον υιοθετήσει, καθώς λέει ο ίδιος, η άλλη αγαπημένη πόλη του Ζήνωνα, ο αμητός εμπλουτίστηκε με έξι επιπλέον βιβλία ποίησης: «Ποιήματα» (1975), «Ιστόρημα» (1993), «Χειρ Κυρίου» (1994), «Ερωτικά της Εύης» (1996), «Λούλλα Γιάγκου Ρώσσου» (1997) και «Της πίκρας μου βιολί» (2000). Όλα διαποτισμένα με τα νάματα ενός υπερεκχειλίζοντος λεπταίσθητου ψυχισμού, που αναδύονται από τα βάθη μιας συγκινημένης σκέψης ή μιας στοχαστικής συγκίνησης, για να παραπέμψουμε κατά παράφραση στη γενική αποτίμηση του αείμνηστου Χριστόδουλου Παπαχρυσοστόμου, που είχε προλογίσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή.
Μέσα από τις πολλαπλές αναγνώσεις πρόσληψης της ποίησης και της ποιητικής του Ζυμπουλάκη και πίσω από τη λυρική σκηνογραφία της περιγραφικής αφήγησης ή της αφηγηματικής εξιστόρησης των ευφάνταστων ποιητικών του συλλήψεων και των ορμέμφυτων ενοραματικών του δρώμενων αποκρυπτογραφούμε τους αλληγορικούς συμβολισμούς στο παλίμψηστο της διαστρωμάτωσής τους: η υπαρξιακή αγωνία, που κορυφώνεται με ρυθμούς κρετσιέντο στη σφαδάζουσα καθημερινή έγνοια για τον άνθρωπο και την τραγική του μοίρα σε έναν κόσμο αβέβαιου μέλλοντος και συνεχών ανατροπών, η φιλοσοφική ενατένιση της ζωής και η αεικίνητη αναζήτηση του νοήματός της στη διαιώνιση τής μετά θάνατον αθανασίας της μέσα από μια βαθιά θρησκευτικότητα ενσυνείδητης χριστιανικής πίστης. Πέρα από την αδελφική αγάπη για τον άνθρωπο στα σταυροδρόμια μιας συμπαντικής φιλίας, τον έρωτα της φύσης και τη λατρεία της αιώνιας γυναίκας στα πρόσωπα της συζύγου και της μητέρας του, είναι οι αλγεινές μνήμες της προδομένης και τουρκοπατημένης πατρίδας μαζί με τον αθεράπευτο νόστο για τη γενέθλια πολυφίλητη πόλη του. «Οι κραδασμοί της καρδιάς του συμφωνούν κι εναρμονίζονται με το κύλημα της ύπαρξης σε μια γη γεμάτη ιστορία», είχε γράψει κάποτε ο G. H. Aufrère για τα νεανικά ποιητικά του πετάγματα. Από τότε έως σήμερα αφουγκραζόμαστε τους εγκάρδιους εκείνους αναπαλμούς και τους νοηματισμένους κραδασμούς να σμίγουν με τις κραδαίνουσες χορδές του βιολιού του σ’ όλες τις μείζονες, τις ελάσσονες και τις χρωματικές κλίμακες της δικής του εναρμόνιας αντιστικτικής σύνθεσης, για να μιλήσουμε μεταφορικά με μουσικούς όρους, καθώς ταιριάζει ισάξια στον δημιουργό των ποιητικών φθόγγων και των μουσικών ήχων. Γιατί, ακριβώς, σε τούτο το ευτυχισμένο συνταίριασμα πάτησε και ρίζωσε η ποίηση του Στέφανου Ζυμπουλάκη κι έδωσε απ’ τα νιοβλάσταρα εύοσμα άνθη και εύχυμους καρπούς παρά τους άγριους ανέμους και τους σκληρούς άνυδρους καιρούς, που πλάκωσαν τους λειμώνες της ποιητικής του ψυχής. Δεν είναι τυχαίο που ολόκληρες ποιητικές του συλλογές μεταφράστηκαν, σημαντικοί άνθρωποι μίλησαν για την ποίησή του και ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί. Μήτε είναι συγκυριακοί οι τίτλοι αφενός της τελευταίας εκδομένης ποιητικής του συλλογής και αφετέρου σε επί μέρους ποιήματα στο «Ιστόρημα», που αφιερώνει στον Νταλάρα, για να αναφερθούμε μόνο σε ορισμένες ενδεικτικές επισημάνσεις: «Fortissimo», «Toccata», «Παραλλαγές», «Τόνοι», «Prelude».                        
Ωστόσο, στο παρόν σημείωμα, μέρες που έρχονται του σαραντάχρονου αποχωρισμού του ποιητή από τη θαλασσοφίλητή του πόλη, επιλέγουμε να μοιραστούμε μαζί του κάποιους σημαδιακούς στίχους από τα «Αμμοχωστιανά» του ποιήματα, που απηχούν προφητικές-προορατικές φωνές για όσα γράφτηκαν πριν την εισβολή, αλλά και εξομολογητικούς τόνους τού ακαταλάγιαστου πόθου του για επιστροφή όλα τούτα τα δίσεκτα χρόνια του ξεριζωμού. Ως άλλος μάντης κακών με σπαραγμό προλέγει στο ποίημά του «Η πόλη» από τα «Αναζητήματα»: «Η πόλη / πάνω / απ’ τα ανήθικα / τ’ ατόρνευτα / της πλάκας μέρη / πλανιέται / σαν αράχνη / [...] / Τα συρματοπλέγματα / σαν σύνορα / στον τονοδότη / του πενταγράμμου / αποπαίρνουν / τις αλαλιασμένες φωνές / των night Clubs / να προδώσουνε / την ΠΟΛΗ». Στη δεύτερη ενότητα της συλλογής «Χειρ Κυρίου» ανασταίνουμε μέσα από τις «Συνομιλίες της Αμμοχώστου» την προδομένη νεκρή μας πόλη: «Της Φαμακούστας τις ομώνυμες φωνές / τις παίρνει τ’ ακρογιάλι / οδυνηρά χτυπάει το φάντασμα / μα κείνη ανασαίνει». Η Ιστορία, η μνήμη, η προσμονή και η πίστη του γυρισμού αναπηδούν μέσα από το πρόσφατό του ποίημα «Ανθός Πορτοκαλιάς», που απάγγειλε μεταξύ άλλων στις 27 Ιουνίου στην εκδήλωση «Μνήμες Αμμοχώστου 40 χρόνια νοσταλγίας» του Σωματείου Νέα Σαλαμίνα. Παραθέτουμε τους πρώτους στίχους, που μας ταξιδεύουν με πονεμένες νοσταλγικές θύμησες στα πιο εμβληματικά σημεία της αγαπημένης μας πόλης: «Ανθός πορτοκαλιάς η Αμμόχωστος / ανθός επιστροφής / με του Ακταίου τα όνειρα / στη μνήμη του Φαλήρου. / Θα ξανάρθω αγαπημένη, θα ξανάρθω / στη Σαλαμίνια γη μου / με τις ευχές της προσευχής / με την αγάπη του κεριού / με το φτερούγισμα τ’ Άη Νικόλα. / Μες στα καντούνια του Σταυρού / τ’ αηδόνι ανασαίνει. / Αηδόνισμα ρυθμού / Ελληνικό Γυμνάσιο, / Λύκειο Ελληνίδων / καθώς αηδόνια της πορτοκαλιάς / τραγούδι επιστροφής να σιγομουρμουρίζουν».


©  Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή      

Συνέντευξη με την ποιήτρια Αγγέλα Γαβρίλη: …… η ποίηση σε διαλέγει, δεν τη διαλέγεις…







γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

Κάποιοι άνθρωποι ανάμεσά μας, έχουν ένα μοναδικό χάρισμα. Να γράφουν εξαιρετική ποίηση σε μια εποχή που  φυλακίζεται όλο και περισσότερο στα προβλήματά της. Οι άνθρωποι αυτοί αντιστέκονται με την πέννα τους και τους στίχους τους, προσπαθώντας να επισημάνουν και να καταγράψουν την σκληρότητα, την βία, την μοναξιά, την κοινωνική αδικία. Η φωνή τους ορθώνεται άλλοτε λιτή και άλλοτε σκληρή, αποτυπώνοντας με φωτογραφική ακρίβεια τον κόσμο που μας περιβάλλει.
Την κα Αγγέλα Γαβρίλη την γνωρίσαμε το 2009 με την εξαιρετική ποιητική συλλογή «ΑΡΚ, Ποιήματα σε πέντε πράξεις». Όταν διαβάσαμε ποιήματα και από την συλλογή της «Iridium» επιτακτικά λειτούργησε η ανάγκη  να έρθουμε σε επαφή μαζί της ώστε να αποσπάσουμε λίγα λόγια για την ίδια και την σχέση της με την ποίηση. Την ανακαλύψαμε την στιγμή, που όπως και η ίδια λέει «….όπως ακριβώς συνέβη με τους ποιητές που «ανακάλυψα» εγώ, συχνά τη στιγμή που τους είχα ανάγκη.»

Την ευχαριστούμε από καρδιάς για την ανταπόκρισή μας στην κλήση να μας παραχωρήσει τούτη την μικρή συνέντευξη.





Χρειάστηκαν 33 χρόνια κι ένας Γολγοθάς,
για να καταλάβω ότι δεν είμαι ο Ιησούς.
Ο σταυρός είμαι.
Εξ ου και δεν συμμετέχω στην Ανάσταση.







1. Κυρία Γαβρίλη, καλημέρα σας. Ξεκινώντας τις ερωτήσεις θα ήθελα να σας παραθέσω ένα ποίημα του Αλεξανδρινού ποιητή Καβάφη: «Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: Μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. Μην την εξευτελίζεις πηγαίνοντας την, γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία, ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική». Θα ήθελα να σας ρωτήσω πώς είναι εφικτό να γίνει καθημερινότητα και ζήση στους ανθρώπους, ο κανόνας του ποιήματος και κατά πόσο ένας ποιητής θα πρέπει δίνοντας και το σωστό παράδειγμα ζωής να τον υλοποιεί. Ο ποιητής εν ολίγοις πρέπει να είναι παράδειγμα τουλάχιστον πνευματικής ζωής;

Νομίζω ότι ο ποιητής δεν μπορεί να διαφέρει πολύ από τους υπόλοιπους ανθρώπους στην καθημερινότητά του, ακόμα και στην «καθημερινήν ανοησία». Γενικά, δεν είμαι υπέρ της άποψης ότι ο ποιητής θα πρέπει να είναι ένας αναχωρητής που βλέπει τη ζωή εκ του μακρόθεν ή αφ’ υψηλού, αλλά να είναι μέσα στη ζωή με τα καλά και τα δύσκολα, τα σοβαρά και τα κωμικά, ακόμα και τα ανόητα… Το ήθος του πνευματικού ανθρώπου από την άλλη, είναι κάτι που με αφορά και με προβληματίζει, αλλά όχι ως σοβαροφάνεια και αναχωρητισμός. Αυτό που θεωρώ εγώ ήθος πνευματικό – και χρέος, είναι να παίρνει θέση ο ποιητής και ας ρισκάρει, σε εκείνα τα σοβαρά θέματα που απασχολούν την κοινωνία, ειδικά σήμερα. Να μιλάει δηλαδή για το δίκιο και για το σωστό, να δίνει τη φωνή του – και δημόσιο βήμα αν είναι προβεβλημένος, σε εκείνους που δεν έχουν φωνή. Δυστυχώς, αν κάτι χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι η «σιωπή» των πνευματικών ανθρώπων, με φωτεινές εξαιρέσεις βέβαια, αλλά εξαιρέσεις. Και υπάρχει και το ακόμα χειρότερο, να τάσσονται με τους ισχυρούς για να μη χάσουν τα προνόμιά τους και να προσπαθούν να παρουσιάσουν το μαύρο, άσπρο. Για μένα, αυτό είναι το κριτήριο του ήθους ή της έλλειψής του.



2. Εμφανιστήκατε στα γράμματα και πιο συγκεκριμένα στον χώρο της ποίησης με την ποιητική συλλογή: «ΑΡΚ, Ποιήματα σε πέντε πράξεις», το 2009 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Ακολούθησαν δύο συμμετοχές σε συλλογικές εκδόσεις, για να φτάσουμε το 2012 και στην ποιητική συλλογή «Iridium» (εκδόσεις Momentum). Αυτό το ταξίδι σκέψης που αποκαλύπτεται σε μας μέσα σε αυτό τον χρόνο, πόσο συναρπαστικό είναι για εσάς; Τι συναισθήματα αποκομίσατε και πώς αντιληφθήκατε την σχέση σας με τους αναγνώστες σας;

Είναι ένα ταξίδι εν εξελίξει, οπότε μάλλον δύσκολο να το αξιολογήσω συνολικά. Σίγουρα είναι γεμάτο απρόοπτα. Άλλα είναι ευχάριστα, όπως όταν κάποιοι άνθρωποι που δεν γνωρίζεις σε πλησιάζουν ή σου γράφουν, λέγοντας ότι η δουλειά σου τους συγκίνησε (και αυτή είναι και η μόνη ανταμοιβή για όσους γράφουν). Άλλα είναι δύσκολα, όπως όταν συναντάς ανούσιο ανταγωνισμό ή κακοπροαίρετες συμπεριφορές άνευ λόγου. Αλλά όλα μέσα στο πρόγραμμα είναι και καλοδεχούμενα! Εγώ αυτό που είναι να γράψω θα το γράψω, τα υπόλοιπα δεν με αφορούν. Και η μόνη μου φιλοδοξία είναι κάποτε στο μέλλον, μερικές γενιές μετά, να βρει έστω και ένας το βιβλίο μου, να το διαβάσει και να του πει κάτι για τη ζωή του, όπως ακριβώς συνέβη με τους ποιητές που «ανακάλυψα» εγώ, συχνά τη στιγμή που τους είχα ανάγκη.

3. Παρατηρούμε ότι η ποίησή σας περιέχει έξυπνους συμβολισμούς και όπως γράφει και ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος σε κάποια κριτική του έργου σας, περιέχει «ορισμένες υπερρεαλιστικές εικόνες» που μας δίνουν μια ιδιαίτερη αίσθηση. Θα ήθελα να σας ρωτήσω από πού εμπνέεστε στην γραφή σας;

Από τη ζωή τη δική μου αλλά και των άλλων, δίπλα μου και γύρω μου. Και η ζωή δεν είναι μονοδιάστατη ούτε επίπεδη, έχει πολλές πλευρές και «στρώματα», αντιφάσεις, τραγελαφικές καταστάσεις - συχνά σκέφτομαι τη γνωστή φράση του Πούσκιν «πόσο θα ’τανε αστείο, αν δεν ήταν τόσο τραγικό». Ο σουρεαλισμός είναι νομίζω πολύ έντονος στον σύγχρονο τρόπο ζωής και αποδίδει την πολυπλοκότητά του. Ο δικός μου τρόπος να το διαχειριστώ αυτό είναι να «φωτογραφίζω» αυτές τις σουρεαλιστικές εικόνες στα ποιήματά μου: σας διαβεβαιώνω ότι οι περισσότερες δεν είναι προϊόν της φαντασίας μου, απλά χρησιμοποιώ το σύμβολο για να τις αποδώσω ποιητικά.

4. Προσπαθώ να βρω τουλάχιστον στα ποιήματα σας τουλάχιστον που διάβασα, ίχνη του έρωτα και πάντα πέφτω πάνω σε καταγραφές και διαμαρτυρίες πάνω σε κοινωνικά θέματα και ανθρώπινες πληγές. Όντως ο έρωτας απουσιάζει από την ποίησή σας και η πένα σας βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε ένα περιβάλλον διάφορο; Προσωπικά το βρίσκω κάτι παραπάνω από ενδιαφέρον. Με γοητεύει.

Αν και έχω γράψει αρκετά ερωτικά ποιήματα, η αλήθεια είναι ότι το χαρακτηριστικό της ποίησής μου δεν είναι το ερωτικό στοιχείο, αλλά το κοινωνικό. Πιστεύω ότι ο καθένας γράφει γι’ αυτό που τον πονάει, που του λείπει, που αναζητά, «για το αγκάθι στο πλευρό του» - τουλάχιστον, όταν είναι ειλικρινής στα γραπτά του και δεν τα χρησιμοποιεί ως βιτρίνα. Για μένα ο έρωτας είναι μια βιωμένη κατάσταση, όχι ένα όνειρο, ένα ιδανικό ή ένας θρήνος για την απώλειά του: τα ερωτικά μου ποιήματα σε αυτό αναφέρονται, στο βίωμα του έρωτα, όχι στην επίκλησή του. Αλλά «το αγκάθι στο δικό μου πλευρό» είναι η κοινωνία στην οποία ζούμε: η σκληρότητα, η βία, η μοναξιά, η κοινωνική αδικία. Αυτό με πονάει, γι’ αυτό γράφω. Ειδικά για εκείνους που δεν προσέχει κανείς, για τους αόρατους ανθρώπους που κυκλοφορούν ανάμεσά μας και δεν τους ρίχνουμε δεύτερη ματιά: τα παιδιά που ζητιανεύουν, οι ηλικιωμένοι που δεν μπορούν να επιβιώσουν, οι σαλοί, οι πόρνες, οι έφηβοι που περιφέρονται έρημοι σαν αδέσποτα σκυλιά, αλλά και οι απελπισμένοι άνθρωποι που σήμερα λόγω των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών γίνονται όλο και περισσότεροι. Δεν μπορώ να κλείσω τα μάτια σ’ αυτό και όταν γράφω, η φωνή μου γίνεται δική τους, δεν μου ανήκει πια.
  
5. Πώς βλέπετε σήμερα την ποίηση στην Ελλάδα; Υπάρχουν σημαντικοί ποιητές που μπορούν και γράφουν ποιήματα που θα έχουν την τύχη των προκατόχων στα σκήπτρα; Γράφονται ποιήματα σήμερα που θα γίνουν σημεία αναφοράς στο μέλλον;

Υπάρχουν τρεις γενιές ποιητών σήμερα στην Ελλάδα που γράφουν, εκδίδουν και παρουσιάζουν τη δουλειά τους, και υπάρχουν εξαιρετικές φωνές και στις τρεις. Ειδικά στους νεότερους κάτω των τριάντα, έχω ξεχωρίσει αρκετά παιδιά που γράφουν πολύ δυνατά και περιμένω πολλά από αυτούς

6. Παρ’ όλο που θα αφουγκραστώ την άποψη ότι «όλος ο κόσμος γράφει» έχω την αίσθηση ότι ο Έλληνας, δεν διαβάζει τουλάχιστον ποίηση σε αντίθεση με την ανάγνωση μυθιστορημάτων που την τελευταία μάλιστα δεκαετία η εκδοτική παραγωγή τους, βρίσκεται σε έξαρση. Ποια η άποψή σας; Πιστεύεται ότι φταίει η ίδια η ποίηση;

Όχι η ποίηση, οι ποιητές φταίνε που συχνά ομφαλοσκοπούν γράφοντας εντελώς αυτοαναφορικά ή ναρκισσιστικά κάνοντας κάποτε και επίδειξη γνώσεων, που αρέσκονται στις «σατραπείες» για να θυμηθούμε τον Καβάφη, που κλείνονται στο μικρόκοσμό τους αντί να ανοιχτούν στον πραγματικό κόσμο. Κι όταν αρνηθείς τον κόσμο, σε αρνείται κι αυτός.

7. Για σας τελικά η ποίηση τι είναι; Πολύ συχνά κάνω αυτή την ερώτηση, αλλά πάντα οι απόψεις των ποιητών/τριών έχουν ενδιαφέρον.

Θα ανατρέξω πάλι σε φράση αγαπημένου μου ποιητή, του Πάμπλο Νερούδα: «Η ποίηση δεν υπάρχει για τους ποιητές, αλλά για εκείνους που την έχουν ανάγκη». Ο ποιητής είναι απλά το μέσο, η φωνή – γι’ αυτό και ασχολούμαι κυρίως με το έργο των ποιητών και λιγότερο με την προσωπικότητά τους ή τη ζωή τους, που λίγο-πολύ κοινή είναι με όλων των ανθρώπων. Κυρίως αυτό, δεν πιστεύω ότι οι ποιητές ανήκουν σε ειδική κατηγορία από τον καθημερινό άνθρωπο: τους δόθηκε ένα χάρισμα, μια κλίση, ένα τάλαντο, αλλά πρέπει να ζήσουν όπως όλοι με τα καθημερινά της βιωτής.

8. Υπάρχουν ποιητές από το έργο των οποίων έχετε επηρεαστεί;

Φυσικά, αλλιώς δεν γίνεται. Από την παιδική σχεδόν ηλικία, εκεί γύρω στα 11, άρχισα να διαβάζω τα ποιητικά βιβλία που υπήρχαν στο σπίτι μου: Καβάφης, Ελύτης, Νερούδα, Χικμέτ. Αυτοί ήταν τα θεμέλια. Στην εφηβεία, έλαμψε σαν αστραπή και τη φώτισε, η Κατερίνα Γώγου – αν γράφω και ό,τι γράφω, σε εκείνη το οφείλω. Έπειτα βρήκα τη Σύλβια Πλαθ, την Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, τον Μαγιακόφσκι και τον πολύ αγαπημένο μου Έλληνα ποιητή, Γιώργο Θέμελη. Κι ακόμα «ανακαλύπτω» ποιητές και επηρεάζομαι, είμαι απόλυτα ανοιχτή σε αυτό.

9. Αυτό το διάστημα εργάζεστε πάνω σε κάποιο ποιητικό έργο που θα δούμε στο άμεσο μέλλον; Εκτός από την ποίηση απασχολείστε και σε άλλα λογοτεχνικά είδη;

Γράφω ποιήματα αλλά προς το παρόν δεν αποτελούν μέρος ενός ποιητικού έργου, αυτό θα γεννηθεί μέσα μου όταν έρθει ο καιρός του. Πέρα από τη σταθερή μου ενασχόληση με τη βιβλιοκριτική, μόλις ολοκλήρωσα το πρώτο μου μυθιστόρημα και ελπίζω ότι σύντομα θα βρει το δρόμο του.

10. Τέλος, θα ήθελα να μας πείτε ό, τι νομίζετε ότι μπορεί να γραφτεί πάνω στη δουλειά σας και δεν μπορέσαμε να αγκιστρώσουμε από τις ερωτήσεις μας.


Θα πω μόνο ότι η ποίηση σε διαλέγει, δεν τη διαλέγεις. Και ότι της είμαι ευγνώμων για το μονοπάτι που άνοιξε στη ζωή μου… 

Οκτώ(8) Χαικού του Ονιτσούρα

Διαβάζοντας το γράμμα
έπεφτε και στο Έντο 
η εαρινή βροχή!

**

Απ΄ τα αρχαία χρόνια
το αηδόνι
στη δαμασκηνιά.

***

Κάνοντας φίλους
φοβάμαι τους ανθρώπους 
το σπουργιτάκι.

****

Σαν ανθίσουν κερασιές,
τα πουλιά έχουν δυο πόδια, 
τα άλογα τέσσερα.


*****

Η ψυχή μου βούτηξε
στο νερό και υψώθηκε
με τον κορμοράνο.

******

Τα άνθη της Κερασιάς
έπεσαν, ο ναός Εντζότζι
είναι ήσυχος πάλι.

*******

Φθινοπωρινός άνεμος
μες στα χωράφια 
πρόσωπα.

********

Ξέρω καλά 
πως οι βροχές του Ιούνη
απλώς πέφτουν.


Ανθολόγιο Ιαπωνικής Ποίησης: Εισαγωγή- Μετάφραση : Γιάννης Λειβαδάς

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ ΑΓΑΠΗ,


Στο ρυθμό της αγάπης,
πως χτυπά η καρδιά,
ένα βλέμμα της φτάνει,
για να νιώσω καλά,
ένα άγγιγμα μόνο,
για να ανάψει φωτιά,

Στο όνομά σου αγάπη,
σαν κλαράκι λυγίζω,
να είμαι μαζί σου,
μονάχα φροντίζω.
τα πλούτη του κόσμου,
σε άλλους χαρίζω,
Στο ρυθμό της αγάπης,
θα χορέψω και πάλι,
και τα χείλη θα πιω,
για να νιώσω τη ζάλη.
σαν παιδάκι θα τρέξω,
στη ζεστή της αγκάλη.
Στο ρυθμό της αγάπης,
χορεύουμε πάντα,
τραγουδάνε τα χείλη,
τρυφερά μια μπαλάντα,
και μυρίζει το στρώμα,
γιασεμί και λεβάντα.

ΥΠΝΟΣ ΓΛΥΚΟΣ



Χίλια κανόνια σε παράταξη
διαλογίζονται το θάνατο
και για τα περαιτέρω.
Κι αυτό το φως που βγαίνει στα τυφλά
απ΄ το φυλάκιο
είναι της νύχτας το πηχτό σκοτάδι.
Ύπνος γλυκός- τόσο γλυκός
που η πέτρα γίνεται ζεστό 
κι ανάλαφρο κρεβάτι.
Με το καμιόνι εισέρχεται ο εχθρός
-επιτρεπτή η επέλαση, περάστε,
η χώρα είναι δική σας- 
για να στολίσει με παράταιρη φωνή
το βιος της προδοσίας.

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Οι στίχοι μου : επτά ποιήματα του Λουκά Νικολαίδη από την νέα ποιητική συλλογή, που βρίσκεται πλέον στα πρόθυρα της έκδοσης. Πάντα πολυφωνικός, πάντα ερευνώντας τα καθημερινά προβλήματα της ψυχής του. Αγγίζοντας τις δικές μας ..ψυχές.

Οι στίχοι μου

Είναι φορές που οι στίχοι μου,
την καρδιά μου κάνουν ν'αστροφωτοβολάει
και ένα φως αλλοιώτικο,
στα στήθια μου φεγγίζει!
Κάθε φορά που οι στίχοι μου
γιά ΄Ονειρα, Πάθη και Καημούς,
γι' Αγάπες, Λύπες, Φόβους
και γιά Στεναγμούς μιλούν,
θαρώ, ότι σπέρνουν μες τις Ανθρώπινες ψυχές,
σπόρους γιά Απέραντες Φυτείες...
Μες της ζωής τα ξέφωτα τα λιγοστά,
αφουγκράζομαι ήχους μυστικούς της Σιωπής
και ταξιδεύω σε κόσμους αστρικούς,
χαρίζοντας Παράδεισους Απλούς και Προσιτούς,
σ' αυτούς, που κάθε μμέρα στη ζωή τους
ναυαγούν,
αλλά και σ' όσους περπατούν σαν το Χριστό
Άνετοι...επάνω στης ζωής το κύμα.
Κι έτσι,
μέσα από τους στίχους μου φρονώ,
πως οι ψυχές ανάλαφρες πλέον σμίγουνε
κάτω από Ουρανούς Ανέφελους,
μακριά από τους αγχοτικούς,
της Γκρίζας βιοπάλης!!






Το ταξίδι του Πόθου



Λάκισε σαν δραπέτης η μέρα,
που πολλή απλή γαλήνη είχε
και ήρθαν ώρες πολλές εσπερινές,
που ολόγυρα απλώσανε περίσσια απαλωσύνη,
γιομίζοντας με αθυμοσύνη την ψυχή,
αποπλένοντάς τηνε από μέρμνες της βιοτής
και από στενόμακρες  λουρίδες ηλιαχτίδων!
Και έγινε κομμάτια χίλια δυό
της μέρας η μιζέρια,
καθώς την σφίξαν δυνατά,
του Σύμπαντος τα μπρατσομένα χέρια!
Οι Πόθοι, ακοίμητοι κι αυτοί,
γιομήσανε του Ουρανού τα πλάτια
και τες Ανθρώπινες ψυχές πλημμύρησαν,
με Ελπίδες...και Αγάπη!






Φεύγω...

Θεώρησα ήδη του φευγιού μου το Διαβατήριο...
Σήμερα, Αύριο, ίσως και Μεθαύριο θα φύγω.
Στις αποσκευές μου, ένα δάκρυ κι ο ίσκιος μου
και όσες από τις προσευχές μου,
δεν προλάβανε...να γίνουνε ΄Υμνοι.
Όλα πιά είναι έτοιμα,πλήν της ψυχής μου,
που πάντα ανέτοιμη κι ανήμπορη υπαναχωρεί
και αργοπορεί, γιατί ακόμα νοσεί,
από τα μύρια " έτσι είναι" και " πρέπει"
που της φράζουν τον δρόμο
και την οδηγούν...στο αδιέξοδο!
Τώρα πιά, δεν υπάρχουνε λύπες,
οι χαρές και αυτές εξατμιστήκαν,
το Σύμπαν μας πνίγει
και δεν υπάρχει λύση καμμιά,
παρά μονάχα ο Θεός, και τ' αηδονιού το τραγούδι!
Φορτωμένος την πιό λαμπρή φορεσιά μου,
περιμένω το ρολόγι να δείξει την ώρα Μηδέν,
γιά να γίνω φως σ' ένα αλώνι πλατύ,
διχως πιά να με τρομάζει, της Νυχτιάς το Σκοτάδι!


Κάθε βράδυ…


Κάθε βράδυ, που της ημέρας οι ταλαιπώριες
κουρνιάζουν στου κορμιού μου το ξωκλήσι,
μιά αμέτρητη σε ύψος και πλάτια ευτυχία
απλώνεται στης ψυχής μου τα σαλόνια...
Ένας απροσδιόριστος ΄Ερωτας
την καρδιά μου κυβερνά
και από τα χείλη μου κατά κύματα στάζουν
λόγια ηδονικά στης Φαντασίας τα Πελάγη!
Οι Ελπίδες κι οι Πόθοι μου,
αναυάγιστοι ταξιδευτάδες του ούριου άνεμου,
φτάνουν ως την γαλάζια λίμνη του Ουρανού,
γιά να ασπαστούν της Σελήνης το χέρι
και να λουστούν στις φωτεινές αχτίδες των άστρων!
Στην ατέρμονη πάλη με τον χρόνο,
αποφεύγω όσο μπορώ τα πλοκάμια της Μοίρας,
χωρίς ωστόσο να σκοτώνω την τύχη
και να αφαιρώ από το πεπρωμένο,
το στεφάνι...της Νίκης.








Της Νύχτας ο θρίαμβος

Αφουγκράζομαι γιά ώρα πολλή,
της ασίγαστης καρδερίνας το λάλημα
και θαρώ πως μοιάζει με τριαντάφυλλο,
που το άρωμά του, ταξιδεύει ως τ' άστρα
και απλώνεται σαν βάλσαμο και γιατρικό,
στου ταλαίπωρου Αυγερινού τα πληγωμένα στήθια!
Κι ενώ η Νύχτα ζεσταίνεται
από δυό φιλιά της Σελήνης,
ένα αγέρι απαλό χαμογελάει με νόημα
και η θάλασσα απλώνεται μπρος μου,
πάντα προκλητική και πάντοτε ήρεμη,
με τον πόθο μου στη ράχη της ταξιδευτή,
που ψάχνει να βρει απάνεμο λιμάνι...
Τούτο το βράδυ,,
που όλα τριγύρω τα κυβερνά η χαρά,
πασχίζω μέσα από καινούριους χάρτες των καιρών,
ν' αλλάξω δρόμους και πεπρωμένα,
γιορτάζοντας κι εγώ,
της Νύχτας τον άμετρο θρίαμβο!




Συνεχίζω...να παλεύω


Την ώρα που το δεντρί
ξεγυμνώνεται από τη φυλλωσιά του,
θαρείς, πως λαβώνεται ο Ουρανός
και η Σελήνη με τ' άστρα χάνουνε,
τη λαμπερή τη φορεσιά τους.
Ο ΄Ερωτας,
πέφτει κι αυτός σαν κιτρινόφυλλο
 στης θάλασσας την απλωσιά,
στάζοντας μες την καρδιά της ΄Ανοιξης,
πίκρες και πόνους  ασήκωτους...
Και τότε,
γεμίζουν οι δρόμοι θλίψη και θάλασσα,
ο ΄Ηλιος θάβει κι αυτός
στο βασίλεμά του τις πληγές
και η όξινη βροχή, παρασύρει στο ρέμα
πνοές σπαραχτικές και λύπες ανομολόγητες.
Κι εγώ, συνεχίζω να παλεύω,
γιά να γυρίσω την ανέμη ανάποδα,
μήπως και γλυτώσω απ' τα δίχτυα του χρόνου,
γεμίζοντας της ζωής μου το καλάθι
από αγνές ανάσες  του Ουρανού και της θάλασσας
και από χαρές ανεξάντλητες!


Ωροδείκτες

Δυό Ωροδείκτες συνομώτες,
κινούνται με ασύλληπτο ρυθμό
κι ανήκουστη ψυχρότητα,
την Ιστορία στέλνοντας,
στου Χρονοντούλαπου τα ράφια
και τους Ανθρώπους πιό κοντά
στο αναπόφευκτο κι οριστικό φευγιό τους...
Με ειρωνία και με σαδισμό,
φρενάρουνε στις ανεπιθύμητες ώρες και στιγμές,
για να επιτείνουν τον πόνο
όσο το μπορούν
και τις ψυχές με θλίψη να βαρύνουν,
ενώ, τρέχουν με ξέφρενο ρυθμό
τις ώρες χαράς και ευτυχίας,
αφήνοντας πίσω τους μονάχα δυό
από θύμησες γλυκές
και ώρες ευδαιμονίας,
μετατρέποντας έτσι τη ζωή,
σε μιά ζεστή και γρήγορη ανάσα,
ποντίζοντας Ελπίδες, Φιλοδοξίες κι ΄Ονειρα,
στο βάραθρο του Καιάδα...