ΕΝΑΣ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ
Στου
λιμανιού την αποβάθρα καθισμένος
μακριά τη
θάλασσα κοιτώντας σιωπηλός
από
ταξίδια κι από φίλους ξεχασμένος
στου δειλινού
μοιάζει να χάνεται το φως
Ένας
σκαμμένος απ’ το χρόνο καπετάνιος
κι απ’
την αλμύρα των στιγμών της μοναξιάς
αφού μια
ζήση τη σπατάλησε γυρνώντας
στα
αφιλόξενα πελάη της ξενιτειάς
Με βλέμμα
ακίνητο τη θάλασσα αγναντεύει
κι από τα
μάτια του-θαρρείς τον σαγηνεύει
σα να του
λέει λόγια αγάπης, μυστικά
Όμως
ανήμπορος σαν τώρα πια και γέρος
μεσ’ στο
λιμάνι λες αναζητάει το μέρος
για να
αράξει, στεριανός, οριστικά...
ΠΑΕΙ ΚΑΙΡΟΣ
Πάει
καιρός από τότε
που
σεργιανούσα ώρες ατέλειωτες
στη
γραφική παραλία της Θεσσαλονίκης
με την
οπτασία της αγαπημένης στο πλάι,
μεθώντας από
το φως του δειλινού
κι από
την αίγλη των στιγμών που οριστικά ξεμάκραιναν...
Οι οάσεις
έμειναν χαραγμένες
στα
κόκκινα ξεβαμμένα παγκάκια.
Οι όρκοι
ξεχάστηκαν,
σκαλισμένοι στα γέρικα δέντρα.
Και δεν
απόμεινε να θυμίζει τη Νιότη
παρά ένα
λευκό πουλί,
που κι
αυτό με τις αργές κινήσεις των φτερών του
πηγαίνει
να τη συναντήσει...
Από τη
συλλογή: "ΑΘΩΡΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ", εκδ. «Θεσσαλονίκη», 1981
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου