Το πότε χτίστηκε το σπίτι δεν μπορώ να το ξέρω.Η χρονολογία στο υπέρθυρο* φθαρμένηΚαι σε γλώσσα ίσως ακατάληπτη.Ξέρω μονάχα πως τα θεμέλιά τουΕίναι στρώματα από κόκκαλο Αγίων, πορνών, καλλιμαρτύρων, ηρώων και φαύλων,Στρώματα από κόκκαλοΨαριών και άλλων εναλίων* ζώωνΌστρακα αγγείων και ονείρωνΜαζί με αίμα πολύ που έπηξαν και έγιναν ένα. Γιατί ποταμοί παπαρούνεςΧύνονται από τις γύρω πλαγιέςΔιαρρέουν τον κάμποΚαι το πολιορκούν στα στενά με τον ερχομό της ανοίξεως.Οι άνεμοι και η θάλασσα Αφρίζουν, φυσούν, αλλά το σεβάζονται.Και το μαύρο σύγνεφο που τη στέγη του απειλείΤα χελιδόνια το ξεσχίζουν με το ράμφος σε λωρίδεςΚαι με θριάμβου αλαλαγμούς τις διαλύουνΜέσα στο γαλάζιο του ουρανού. Το σπίτι δεν είναι παρά ένας εξώστηςΛίγο πιο πάνω από τη γηΛίγο πιο πάνω από τα κύματαΔιαρκώς αιωρούμενος.Και μέσα στον καύσωνα, σχεδόν πάντα, Ο Δυτικός άνεμος έρχεται κινώντας αργάτις πτέρυγές του,Σαλεύει τις κουρτίνες των δωματίωνΣαλεύει τα γιασεμιά,Τα κόβειΚαι στολίζει το καιόμενο μέτωπο των ενοίκων. Εδώ γεννήθηκα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου