Σελίδες

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

"Στην τήξη του Ερέβους" (απόσπασμα)



Με γράμματα γυμνά

Γράμμα γυμνό που ντύνεται τη λέξη 
και νόημα μου ντύνει!
Ζητώ ακόμη και ένα γιώτα
να γίνει η λαβή απ’ την ομπρέλα
που φαίνεται σαν κόρη του ματιού
μην και βραχεί μυαλό μου καθώς απλώνεται
η σκοτεινή των προσταγών νεφέλη.


στην ομήγυρη των μεθυσμένων ρόδων

Αν δεις λευκό στο τέλος του ποιήματος
δεν είναι ότι μελάνι σώθηκε
ή πως σελίδας ήταν όψιμη η κοπή!
Δεν είναι ότι βουτώντας τη ματιά στο χιόνι
στο λιώσιμό του θα σβηστεί
όπως ζωή που ξόδεψες στην άπραγη στεριά
χωρίς το όνειρο να κολυμπήσεις;
Δεν είναι πως πετώντας μ’ ένα γλάρο,
συνέχιζες να μένεις χαμηλά
με μάτι φοβισμένο στη φτερούγα να κολλά
χωρίς εμβρόντητος να δεις το θαύμα από ψηλά;
Δεν είναι ότι αντί στα χείλη καλοκαίρι
σα γεύση από πεπόνι,
εσύ επέλεξες να κρύβεσαι εμβρυωδώς
σε κάποια απ’ τα αναρίθμητα κουκούτσια του;
Πόσες επιλογές που μια κρύβουν, να κρυφτείς!
Είναι που γύρισε το ποίημα
την πλάτη του σε σένα
αφού κι αν αρκετό να το διαβάσεις σου φαινόταν
δεν το ‘ζησες, να το κανες μαζί με σένα μια σαΐτα,
να διασχίσετε τον ερεβώδη βάλτο δωματίων,
τη σιωπηλή μεμβράνη του παραθύρου να διαρρήξεις
και ίσως, ανάμεσα σε τόσα άλλα,
στη βίαιη πρόσκρουση
σε τοίχους οχυρώματα της πόλης,
στους φράχτες που διακόπτουν τον απέραντο αγρό,
να ‘χες βρεθεί
στην τρυφερή ομήγυρη των μεθυσμένων ρόδων!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου