Άγιος,
άγιος, άγιος,
Κύριος
Σαβαώθ,
πλήρης
ο ουρανός
και
η γη της δόξης σου.
Ωσαννά!
ο εν τοις υψιστοις.
|
|
|
|
Χώνω τα χέρια μου στις τσέπες
και κοιτώ
τον ουρανό, που συγνεφιάζει,
ο αλιτήριος!
Θα ΄χει θυμώσει ο Θεός, ο άγιος
Κύριος,
με κάποιον άγγελο, ασφαλώς
λίγο κουτό.
|
|
|
|
Θα ΄ν΄ ο βοριάς καλός
γιατρός, ω ναι, ασφαλώς·
και κάνει ενέσεις «θανατίνης»
στο κορμί μου.
Το κόκκαλά μου ροκανίζουνται
κι οι αρμοί μου...
– «Θεέ τρισάγιε! μην είμαι
αμαρτωλός;
|
|
|
|
»Εγώ δεν έκλεψα ποτές –μ΄ όλο
που θα΄ πρεπε–
δεν εγκλημάτησα, μαθές –καθώς
ποιείται
υπό τα σήμερον κρατούντα ήθη
και έθιμα. –
Γιατί, λοιπόν, αγαπητέ, με
τιμωρείτε;
|
|
|
|
»Χα χα! Γελάω, ναι, γελάω
σατανικά,
γιατί δεν πας ν΄ αυτοχτονήσεις,
αν υφίστασαι.
Αφού, φιλάνθρωπε δυνάστη,
δεν εξίστασαι,
από του ύψους σου ορών...
τόσα κακά».
|
|
|
|
Τρέμουν ακόμα δυο αλήτες
στη γωνιά.
με μιαν ευλάβεια και πόνο
τους σιμώνω.
Ω! μας κυκλώνει και τους
τρεις η παγωνιά...
Θέλω να σφίξω τις γροθιές
μου... αλλά... κρυώνω..
|
Σελίδες
▼
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου