Σελίδες

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016

Το δωμάτιο / Ψαλίδας Δημήτρης



I
Μια από αυτές τις μέρες,
θα σηκωθώ απ’ την καρέκλα
και θα γυρίσω όλο τον κόσμο.
Θα πάω σε όλα τα μουσεία
και θα χαζέψω με τις ώρες τα εκθέματα.

Θα διαβάσω όλες τις επιγραφές
και θα μάθω όλα τα κουτσομπολιά
της ανθρωπότητας.

Που ξέρεις,
μπορεί να βρω και φίλους.

Μια από αυτές τις μέρες.

II

Πόσες μέρες έχουν περάσει;
Δεν μπορώ να θυμηθώ
-σταμάτησα να τις μετρώ στις πρώτες 40 ώρες.
Κάθομαι βουβός και μοναχός πάνω σε μια ξύλινη καρέκλα.
Μπροστά σ’ έναν καθρέφτη.
Και με κοιτώ.

Κοιτώ τους κυρτωμένους ώμους
και τα αδύναμα χεράκια.
Μα πιο πολύ χαζεύω τις γκρίζες τρίχες των μαλλιών
που πέφτουν,
χωρίς να τις αγγίζω καν.

III

Δεν υπάρχει κάποιος άλλος σ’ αυτόν εδώ τον χώρο.
Αν και τα βράδια ακούω που και που σφυρίγματα,
ήχους σιγανούς και θλιβερούς συνάμα.

Είναι κάτι φίδια που σέρνονται στο πάτωμα κι όλο με πλησιάζουν,
ύπουλα και αργά.
Θυμάμαι μια βραδιά
-έχει περάσει πολύς καιρός-
ανέβηκαν στην ξύλινη καρέκλα κι ακούμπησαν στους ώμους μου.

Χάζευα απ’ την αρχή την αθόρυβη αναρρίχηση,
καθώς ανέβαιναν στριφογυριστά τα πόδια της καρέκλας.
Κι ύστερα,
βρέθηκαν απότομα στην πλάτη μου.
Ακούμπησαν στους ώμους κι άρχισαν να ψιθυρίζουν στο αυτί μου.
Ατέλειωτο μουρμουρητό.
Μου έλεγαν για τα λάθη που έχω κάνει
και για τις αδυναμίες μου.

Ότι στραβό μου ‘χει συμβεί,
το έζησα πολλάκις μέχρι το ξημέρωμα.

Έρχονται και φεύγουν τα φίδια
και πάντα κάνουν την ίδια δουλειά.
Μου ψιθυρίζουν.
Τι έχω κάνει στη ζωή και ποσό βλάκας είμαι.
Δεν κάνουν και τίποτ’ άλλο.

Κι έτσι περνούν οι μέρες,
αδιάφορα και μουντά.

Αυτά μιλούν κι εγώ ακούω.
IV

Το καλό μ’ αυτό το μέρος,
είναι ότι δεν μπορείς να κανείς και πολλά πράγματα,
οπότε για να περάσει η ώρα
πρέπει να σκέφτεσαι.

Έτσι κάνω εγώ.
Κάθομαι στην άκρη της καρέκλας και σκέφτομαι.

Επειδή βρίσκομαι ακριβώς απέναντι από τον καθρέφτη
με βλέπω συνέχεια
κι έτσι οι σκέψεις μου αφορούν συνήθως εμένα.
Όχι, δεν είμαι εγωιστής,
απλά βρίσκομαι ακριβώς απέναντι από τον καθρέφτη
και με βλέπω συνέχεια.

Όχι, δεν είμαι εγωιστής.
Άλλα και πάλι, μπορεί και να ‘μαι,
δεν ξέρω.
Στο κάτω- κάτω
δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα εδώ γύρω
για να ασχοληθώ μαζί τους.
V

Τις προάλλες πήγα να πέσω από την καρέκλα.
Φοβήθηκα πολύ.
Όχι μη χτυπήσω,
όχι,
όχι αυτό.
Δεν φοβήθηκα αυτό.
Απλώς με τρομάζουν οι ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
και το πέσιμο από μια καρέκλα είναι σίγουρα κάτι το ανεξέλεγκτο.

Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι είμαι
φλώρος,
δειλός,
υποταγμένος.
Ένα μικρό τρομαγμένο ανθρωπάκι
που φοβάται τα πάντα,
ακόμα και την ίδια του τη δύναμη,
ακόμα και το γεγονός
ότι μπορεί να βασιστεί στον εαυτό του,
να σηκωθεί στα δυο του πόδια
και να αδράξει γερά με το δεξί του χέρι
τον κόσμο,
τον ήλιο,
την άνοιξη,
τους κάμπους,
τα βουνά.

Θα μπορούσε να μιλήσει μεταφορικά
λέγοντας πως τα νερά
πρέπει να ρέουν,
να κινούνται ελεύθερα
και πως αν μένουν στάσιμα
γίνονται βούρκος και βρομόνερα.

Κάποιος θα μπορούσε να πει τα παραπάνω.
Εμένα όμως δεν με νοιάζει.
Εμένα μ' αρέσει η σταθερότητα και η σιγουριά.
VI

Υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι.
Το ξέρω πως υπάρχουν.
Το ξέρω γιατί κάποτε ένας απ’ αυτούς μπήκε στο δωμάτιο.
Δεν μπήκε μέχρι μέσα,
ίσα- ίσα που ακούμπησε το πέλμα του στον χώρο
και σταμάτησε απότομα γιατί με πρόσεξε.
Ήταν φανερό πως αγνοούσε την ύπαρξη μου μέχρι εκείνη τη στιγμή
κι ότι γι’ άλλο λόγο είχε έρθει.
Ποιος ξέρει,
μπορεί να ήθελε να ρίξει μια ματιά.
Κακό πράγμα η περιέργεια
-σκοτώνει η περιέργεια.
Γι ‘αυτό και τη σιχαίνομαι,
όπως σιχαίνομαι και οποιονδήποτε διακατέχεται από αυτή.

Τέλος πάντων,
δεν έκατσε πολύ γιατί μόλις διαισθάνθηκα την παρουσία του,
άρχισα να φωνάζω
ότι δεν έχει δικαίωμα να είναι εδώ,
και να φύγει γρήγορα,
κι ότι δικό μου είναι το δωμάτιο,
και ότι δεν έχει το δικαίωμα να είναι εδώ.
Αυτός μου απάντησε έντρομος
''Γιατί γρυλίζεις και δε μιλάς;
Με τρομάζεις!'',
κι έφυγε αμέσως.

Από τότε,
καμιά φόρα ακούω τους ανθρώπους να με σχολιάζουν
και να λένε
ότι κάποιο τέρας ζει μέσα στο δωμάτιο.
Εμένα δεν μ’ ενοχλεί αυτό
-μάλιστα το απολαμβάνω κιόλας-
γιατί από τότε
κανείς δεν τόλμησε να περάσει
το κατώφλι του δωματίου μου.

Κι έτσι
όλα είναι ήσυχα.

VII

Έξω έχει φασαρία,
φωνές,
κακό.
Οι άνθρωποι,
όσο χρόνων κι αν είναι,
συμπεριφέρονται σαν μικρά παιδιά.

Το ξέρω γιατί καμιά φόρα ακούω τις φωνές τους
απ’ τα κλειστά παράθυρα.
Γελάνε νευρικά,
γκρινιάζουν που δεν έγινε το δικό τους,
πιστεύουν πως έχουν πάντα δίκιο
κι υπερασπίζονται έντονα την άποψη τους.

Οι πιο τρελοί κάνουν απεργίες
και βάζουν σε κίνδυνο τις ζωές
των υπόλοιπων ανθρώπων.

Πεισματάρικα μουλάρια,
φασαριόζηδες
και νευρόσπαστα.
Αυτό είναι οι άνθρωποι.

Γι αυτό δεν μ’ αρέσουν και κάθομαι εδώ.
Εμένα μ’ αρέσει η ησυχία και η ασφάλεια.

VIII

Στη γωνιά του δωματίου υπάρχει ένα
μεγάλο,
λαστιχένιο,
πράσινο
τόπι.

Το τόπι δεν ήταν πάντα εκεί.
Συνήθιζα να το κρατώ και να παίζω με αυτό.
Το πετούσα απ’ το ένα χέρι στ’ άλλο με σταθερό ρυθμό για ώρες ολόκληρες.

Αλλά, μια μέρα καθώς έπαιζα
σταμάτησα να σκέφτομαι
-για μια στιγμή μόνο-
τον ρυθμό με τον οποίο πετούσα και έπιανα το τόπι,
και σκέφτηκα κάτι άλλο.

Το αποτέλεσμα ήταν
-για μια φορά μόνο-
να πετάξω το μπαλάκι με μεγαλύτερη ταχύτητα
απ’ ότι έκανα τις προηγούμενες 42 ώρες.

Κάτι τέτοιο είναι ασυγχώρητο
και μόλις το κατάλαβα ταράχτηκα πολύ,
γιατί εγώ είμαι λάτρης της σταθερότητας
κι η σταθερή συχνότητα στο παιχνίδι,
είναι κι αύτη μια μορφή σταθερότητας.

Το αποτέλεσμα της αφηρημάδας μου
ήταν να μου πέσει το τόπι
και να κυλήσει ως τη γωνιά του δωματίου.
Σκέφτηκα για μια στιγμή να σηκωθώ για να το πάρω
-δεν ήταν και τόσο μακριά από την καρέκλα-
αλλά δεν τόλμησα.
Έτσι το μπαλάκι έμεινε στο πάτωμα.

Και τότε σκέφτηκα να πω στα φίδια πως το πέταξα επίτηδες
κι ότι ήθελα αυτά να το ‘χουν,
για να παίζουν.
Τους είπα ότι είναι δώρο
γιατί τα θεωρώ πολύ κάλους μου φίλους.
Κι αυτά μου είπαν ''ευχαριστώ''
και ξεκίνησαν ευθύς να παίζουν.

Έχασα ένα τόπι άλλα κέρδισα φίλους.
Μικρό το τίμημα.

IX

Στο δωμάτιο
έχω ένα μεγάλο καθρέφτη.
Είναι πραγματικά πολύ μεγάλος
και μπορώ να δω το είδωλο
όλου μου του εαυτού.

Ο καθρέφτης δεν είναι τίποτα άλλο
πάρα μια λεία και στιλπνή επιφάνεια
και ως τέτοια,
το φως ανακλάται όταν πέφτει πάνω του.

Αυτό δεν είναι κάτι σπουδαίο,
αν εξαιρέσεις τις περιπτώσεις
όπου το ανακλώμενο φως
πέφτει πάνω στα μάτια
και εμποδίζει την όραση.

Το γεγονός αυτό,
σε συνδυασμό με τον στόχο μου
να φαίνομαι ολόκληρος στον καθρέπτη,
δημιουργεί αρκετούς περιορισμούς
ως προς τη θέση του καθρέφτη.

Αλλά είμαι πολύ έξυπνος
κι έτσι,
χάρη στην καθοδήγηση μου
τα φίδια
κατάφεραν να τον τοποθετήσουν
στο κατάλληλο μέρος.

Έτσι τώρα,
μπορώ να βλέπω
όλο μου τον εαυτό
και ποτέ το φως δεν με τυφλώνει.
Είμαι πραγματικά πολύ έξυπνος.

X

Κάτι περίεργο συνέβη ένα απόγευμα πριν μερικές ημέρες.
Καταρχάς,
πρέπει να επισημάνω το γεγονός
ότι δεν υπάρχουν ρολόγια στο δωμάτιο
κι ο λόγος είναι απλός.

Τα ρολόγια,
δυο φορές το χρόνο,
πρέπει να τα πηγαίνεις μια ώρα μπροστά και μια ώρα πίσω,
ανάλογα την εποχή.
Αυτό σημαίνει
ότι θα έπρεπε να σηκώνομαι απ’ την καρέκλα
δυο φορές το χρόνο
για να το ρυθμίζω
-πράγμα αδιανόητο για μένα.
Επίσης δεν έχω ρολόι ούτε στο χέρι,
γιατί μου φαίνεται περιττό βάρος
για ένα τόσο ευαίσθητο σημείο του χεριού
όπως είναι ο καρπός.

Παρόλ’ αυτά ξέρω ότι ήταν απόγευμα,
γιατί μπορούσα να προσέξω
ότι έξω από τα κλειστά παράθυρα υπήρχε ένα ασθενές φως,
κι ας ήταν πολύ αδύναμο
για να φωτίσει το δωμάτιο μου.
Αυτό,
σε συνδυασμό με το γεγονός
ότι λίγο πιο πριν
η ένταση του φωτός ήταν πολύ έντονη
με κάνει να πιστεύω
ότι ήταν απόγευμα
και όχι πρωί.

Να λοιπόν τι έγινε.
Κάποιο από τα φίδια
που δεν έπαιζε με τα υπόλοιπα
με το δώρο που τους είχα κάνει
άρχισε να κινείται προς το μέρος μου
ακλουθώντας μια ασυνήθιστη διαδρομή.
Την αποκαλώ ασυνήθιστη
γιατί καθημερινά
τα φίδια με πλησιάζουν από μπροστά
έτσι ώστε να τα βλέπω και να τους χαμογελώ.
Αυτό όμως πρωτοτύπησε
και με πλησίαζε από τα πλάγια
έτσι που ήταν δύσκολο
να το παρατηρώ καλά.

Σα να μην έφτανε αυτό,
υπήρχε κι άλλη μια παραξενιά.
Δεν σφύριζε καθόλου.
Όλα τα φίδια σφυρίζουν όταν με πλησιάζουν
-είναι ο χαιρετισμός τους
ως προς το πρόσωπο μου.
Αυτά σφυρίζουν κι εγώ χαμογελώ
-έτσι συμφωνήσαμε να κάνουμε.

Με βάση τη συμπεριφορά του
υπέθεσα ότι ήθελε να με τρομάξει,
όχι κάτι σοβαρό
-να, σαν παιχνίδι.
Οπότε κι εγώ
επειδή δεν ήθελα να του χαλάσω το χατίρι,
έκανα τον ανίδεο
-και καλά ότι δεν το είχα προσέξει.

Καθώς περνούσε η ώρα
και με πλησίαζε αθόρυβα,
εγώ μελετούσα
το πως ακριβώς
θα έπρεπε να αντιδράσω
μόλις άκουγα το ''μπου!'',
που θα έκανε για να με τρομάξει,
ώστε να παραστήσω τον έκπληκτο
και να μην του χαλάσω το παιχνίδι.

Τα πράγματα όμως δεν έγινα έτσι
γιατί εκείνη τη στιγμή
που περίμενα το συνθηματικό
για να ξεφωνίσω,
και να πιέσω τις κόρες των ματιών μου
να διασταλούν από την υποτιθέμενη έκπληξη,
κι η καρδία μου χτυπούσε σαν τρελή
από το άγχος της προετοιμασίας που είχα κάνει,
το φίδι δεν είπε ''μπου!''
αλλά με δάγκωσε με δύναμη στο πόδι.

Αυτό κι αν ήταν έκπληξη.

Πόνεσα πολύ
και μια αυθόρμητη κραυγή
βγήκε από τα χείλη μου.
Το κοίταξα άγρια
και ρώτησα θυμωμένα
ποια ήταν η αιτία της επίθεσης.

Αυτό ντροπιασμένο
και με σκυμμένο το κεφάλι
μου είπε ότι δεν μου επιτέθηκε,
αλλά ότι γλίστρησε καθώς με πλησίαζε
και τρόμαξε
και πάνω στην ταραχή του
γραπώθηκε από το πόδι μου
για να σταθεροποιηθεί.

Το κοίταξα στα ματιά
και του είπα
''καταλαβαίνω,
αλλά προσπάθησε να μην ξανασυμβεί
γιατί πόνεσα πολύ''.
Αυτό μου είπε ‘'εντάξει'’
και έφυγε σφυρίζοντας
μ’ ένα περίεργο χαμόγελο.

Όλη αύτη την ώρα
τα αλλά φίδια,
είχαν σταματήσει το παιχνίδι τους
και κοιτούσαν με ενδιαφέρον
την όλη κατάσταση.
Μόλις το φίδι που μου είχε επιτεθεί
απομακρύνθηκε από μένα,
άρχισαν να ψιθυρίζουν.. .

Πολύ μετά,
παρατήρησα,
πως δεν υπήρχε τίποτα λιπαρό στο πάτωμα
ώστε το φίδι να γλιστρήσει.

Θυμήθηκα επίσης,
ότι τα φίδια ήταν νηστικά
για πέντε μέρες.

XI

Αυτή η ξύλινη καρέκλα
έχει μεγάλη σημασία για μένα.
Είναι πολύ σημαντική.
Εννοώ,
για παραπάνω λογούς από τους προφανείς.

Το προφανές είναι
ότι είναι μια καρέκλα
και μπορώ να καθίσω επάνω της
κι έτσι δεν κάθομαι στο πάτωμα
και δεν λερώνομαι.

Καταρχάς,
αυτή η ξύλινη καρέκλα
είναι ξύλινη.
Και μάλιστα είναι φτιαγμένη
από το ίδιο ξύλο
που είναι φτιαγμένο
και το πάτωμα
και τα πατζούρια των παραθύρων
και η επένδυση στον τοίχο.
Είναι από οξιά.
Κι όλα αυτά
την κάνουν πολύ ταιριαστή
με αυτό το δωμάτιο.

Μου αρέσουν πολύ τα ξύλινα πράγματα
- μου θυμίζουν έντονα τη Γη
Κι η Γη
με παραπέμπει στην σταθερότητα και στη σιγουριά.

Αυτό που λέω δεν είναι λάθος,
Δεν υπάρχει τίποτα πιο σταθερό
από έναν πλανήτη σαν τη Γη,
ο όποιος υφίσταται ως έχει
τα τελευταία
τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια.

Σταθερότητα -Γη –ξύλο -καρέκλα
Καρέκλα –ξύλο –Γη –σταθερότητα
Στέκει.

XII

Γράφω πολύ αυτές τις μέρες.
Γράφω ένα γράμμα
για όποιον έρθει σ’ αυτό εδώ
το μοναχικό και τρισάθλιο μέρος.
Του λέω τι μπορεί να κάνει για να περάσει την ώρα του.

Ή μάλλον όχι.
Αυτό που γράφω είναι η ιστορία της ζωής μου.

Αλλά τώρα που το σκέφτομαι,
ποια η διαφορά;
Όλη μου τη ζωή εδώ πέρα βρίσκομαι.
Ή τουλάχιστον έτσι νομίζω.

Εγώ, η καρέκλα και ο καθρέφτης.

Α, και τα φίδια.
Οι μόνοι μου φίλοι...

XIII

Τα μηνύματα που λάμβανα ήταν ξεκάθαρα.
Τα φίδια είχαν τρελαθεί από την πείνα
και γίνονταν νευρικά κι απότομα.
Δεν τους μιλούσα και πολύ,
γιατί φοβόμουν ελαφρώς
-δεν ήθελα να εστιάσουν τη προσοχή τους πάνω μου.

Η πείνα είναι μεγάλο πράγμα.
Θα μπορούσα να πω
ότι γινόταν βόμβα
στα θεμέλια της φιλίας μου με τα φίδια.

Καθώς περνούσε ο καιρός,
όλο και στένευε ο κλοιός,
όλο και πιο απειλητική γινόταν η παρουσία τους,
όλο και πλήθαιναν οι δαγκωματιές στα πόδια μου.
Η δικαιολογία ήταν πάντα η ίδια.
‘’Γλίστρησα και δάγκωσα το πόδι σου για να κρατηθώ.’’

Άλλα δεν τα πίστευα πλέον.

Αυτή η νέα πραγματικότητα
κι η αόρατη απειλή που πλανιόταν στον αέρα,
δεν μπόρεσε να μην επηρεάσει
τη σχέση μου με τον καθρέφτη.

Από εκεί που τον χρησιμοποιούσα
για να με παρατηρώ
και να περιαυτολογώ,
άρχισα να τον βλέπω
σαν χρήσιμο εργαλείο
για να παρατηρώ καλύτερα την περιοχή
πίσω από την πλάτη μου.

Αυτή η αλλαγή
δεν έμεινε απαρατήρητη
από τα φίδια.
Γι αυτό και ένα βράδυ
την ώρα που κοιμόμουν
σκαρφάλωσαν επάνω του,
τον έριξαν και έσπασε.

Εγώ ξύπνησα από τον θόρυβο
κι ευθύς κατάλαβα τι είχε συμβεί.

Όλα τα φίδια
είχαν πλησιάσει τα πόδια μου
κι ένα απ’ αυτά είχε τυλιχτεί
γύρω απ’ το σβέρκο
ως συνήθως.
Ένιωσε τον τρόμο μου
και βιάστηκε να με καθησυχάσει.
‘’μην φοβάσαι, εμείς σ’ αγαπάμε’’

Και καθώς είπε τα λόγια τούτα
έκανε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει.
Πλησίασε το πρόσωπο μου
κι έφτασε στα χείλη μου μπροστά.

Νόμιζα πως ήθελε φιλί,
πως ήθελε αγάπη να του δείξω,
μ’ όποιον τρόπο μπορώ πιο τρυφερά.

Μα έκανα λάθος.

Ανάσα ήθελε απ’ την ανάσα μου.
Να μην μ’ αφήσει ν’ αναπνεύσω είχε σκοπό.

Μόλις το αντιλήφτηκα,
σηκώθηκα απότομα,
μα έπεσα αμέσως
γιατί τα ποδιά μου ήταν αδύναμα.

Σύρθηκα με τα χέρια
και διάλεξα την πιο κοντινή γωνιά
για να δώσω
τη μάχη για τη ζωή μου.

Μην τα πολυλογώ,
η αυγή με βρήκε με δέκα δαγκωνιές σε όλο το κορμί.
Λίγο πιο περά κείτονταν τα άψυχα κουφάρια των φιδιών.
Είχα νικήσει.

XIV

Τα σκότωσα όλα με τα γυμνά μου χέρια,
αλλά δεν απαλλάχτηκα οριστικά
από τον κίνδυνο της παρουσίας τους.

Η μυρωδιά της αποσύνθεσης έχει κατακλύσει το δωμάτιο.
Αυτή η μυρωδιά,
η τόσο γνώριμη και ανατριχιαστική,
είναι παντού γύρω μου.

Μια απ’ αυτές τις μέρες θα σηκωθώ οριστικά.
Μπορώ να φανταστώ κινήσεις κι αντιδράσεις.
Τα πρώτα βήματα θα είναι αργά.
Αργά,
-μα σταθερά-
θα κατευθύνομαι προς την εξώπορτα.

Στην τελική,
το αν θα μείνω ή θα φύγω
θα είναι απόρροια μιας μάχης
που μαίνεται μέρες τώρα
στο μυαλό και στην καρδιά μου.

Συνήθεια ενάντια στην αλλαγή
Σήψη και δυσωδία ενάντια στη ζωή.

Νομίζω,
πως ξέρω τι θα διαλέξω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου