Μια καλημέρα θα την πω, την είχες μάτια μου καιρό,
το ’νιωθα σφαίρα,
μες το κεφάλι, στην καρδιά, στα δυο κομμένα σου φτερά,
ασφυξίας τρέλα.
το ’νιωθα σφαίρα,
μες το κεφάλι, στην καρδιά, στα δυο κομμένα σου φτερά,
ασφυξίας τρέλα.
Και όμως να, ήρθε η σειρά, πόδια και χέρια δανεικά
να μπουν στην άκρη,
φιλοσοφίες τραγικές, τις είχες μάτια μου κι αυτές
κάποτε ανάγκη.
να μπουν στην άκρη,
φιλοσοφίες τραγικές, τις είχες μάτια μου κι αυτές
κάποτε ανάγκη.
Σ’ εκλιπαρώ στα πόδια πια, να δεις τους φόβους ανοιχτά
που ’χεις γεννήσει,
και σε βαφτίζω αληθινά, με μίσος Μήδειας, τα παιδιά
αυτά να πνίξεις.
που ’χεις γεννήσει,
και σε βαφτίζω αληθινά, με μίσος Μήδειας, τα παιδιά
αυτά να πνίξεις.
Κι ευθύς θα δεις, θα στερηθείς, την πτώση δε θα χρειαστείς
σε φτωχά Πεδία Ηλύσια,
φωτιά θα βάζεις στην καρδιά, μόνο αν αυτή το αναζητά
σαν πνέει τα λοίσθια.
σε φτωχά Πεδία Ηλύσια,
φωτιά θα βάζεις στην καρδιά, μόνο αν αυτή το αναζητά
σαν πνέει τα λοίσθια.
Μονάχα αν θες, να θυμηθείς, πως βασιλιά είχες εσύ,
άξιο πατέρα,
μα ούτε δίστασες τρελή, μέχρι και δέρας χρυσαφί,
να κάνεις πέρα..
άξιο πατέρα,
μα ούτε δίστασες τρελή, μέχρι και δέρας χρυσαφί,
να κάνεις πέρα..
Ξεκίνα τώρα απ’ το μηδέν, έστω γριά χωρίς ρεφρέν,
σοφία γεμάτη,
στραγγάλισε την κρύα ψυχή, την δήθεν καταστροφική,
καλημερίζοντας την…
σοφία γεμάτη,
στραγγάλισε την κρύα ψυχή, την δήθεν καταστροφική,
καλημερίζοντας την…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου