Έχω φύγει από την χώρα που αγάπησα κι έχω μπει σε μια τροχιά όλο θυμό,
σε μια χώρα που οι άνθρωποι που γνώρισα, πουλάν’ τα πάντα για να φύγουν από δω.
σε μια χώρα που οι άνθρωποι που γνώρισα, πουλάν’ τα πάντα για να φύγουν από δω.
Με νοιάζει όμως που συνήθειες μου που άφησα, υιοθετώ κοντά μου για να σε κρατώ,
τα μοκασίνια που μισούσες κι είπα πέταξα, σφάζουν ξανά το δαχτυλάκι το μικρό.
τα μοκασίνια που μισούσες κι είπα πέταξα, σφάζουν ξανά το δαχτυλάκι το μικρό.
Ό,τι σε θύμωνε ξανάρχισα απ’το πείσμα μου και τα πακέτα που καπνίζω θα’ναι δυό,
το ένα να πνίγει στον καπνό όλες τις μνήμες μου και τ’άλλο Ίριδα στων νέων σου την ηχώ.
το ένα να πνίγει στον καπνό όλες τις μνήμες μου και τ’άλλο Ίριδα στων νέων σου την ηχώ.
Τοποθετώ για δείπνο ευλαβικά το σώμα μου, στη θέση που θα προτιμούσες βλέπω κενό,
για να πληγώσω λαίμαργα την απουσία σου, σκοτώνω την σαλάτα με μπαλσάμικο.
για να πληγώσω λαίμαργα την απουσία σου, σκοτώνω την σαλάτα με μπαλσάμικο.
«Υπερβολές, άδειες βολές» πάντα μου έλεγες, ότι αντιδρώ σε όλα τόσο παιδικά
και πως στο βάθος όποιος χρόνια τρέφει χίμαιρες, μια ήττα θα του φάει τα σωθικά…
και πως στο βάθος όποιος χρόνια τρέφει χίμαιρες, μια ήττα θα του φάει τα σωθικά…
Αν ένα δείπνο είν’η ζωή και γω πια στάσιμος, στην όποια χώρα Προμηθέας βαφτιστώ,
δεν ξέρω αν ό,τι με θρέφει είν’καλύτερο, με ξύδι να φουσκώνω ή γύπες να επαινώ..
δεν ξέρω αν ό,τι με θρέφει είν’καλύτερο, με ξύδι να φουσκώνω ή γύπες να επαινώ..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου