«Το ξανθό σου κεφάλι, καθώς η λήθη το
διαφύλαξε· καθώς το βλέπω τώρα
την νύκτα, στων ονείρων το βυθό.
Τα μάτια λέγουν όσα δεν είχε πει το στόμα,
λόγια λεπτά, και που μαραίνονται σαν κρίνοι
υπνόβιοι, μόλις στο φως εξέλθουν.
(Ούτω, γράμμα νεκρόν γίνεται σαν ξυπνήσεις
η γλώσσα των ονείρων· και λεξικά δεν έχει μήτε μνημεία).
Το περιβάλλουν τα φυτά του ύπνου, και σκιές αλλόφυλες, κι αρχιτεκτονική
που σε γεωμετρίες ξένες υπακούει.
Μακράν απ’ την αλλοίωση και τη φθορά
μες στες βαθιές μορφές και μες στ’ απλά νοήματα
άρχει στον έναστρο βυθό του ύπνου».
διαφύλαξε· καθώς το βλέπω τώρα
την νύκτα, στων ονείρων το βυθό.
Τα μάτια λέγουν όσα δεν είχε πει το στόμα,
λόγια λεπτά, και που μαραίνονται σαν κρίνοι
υπνόβιοι, μόλις στο φως εξέλθουν.
(Ούτω, γράμμα νεκρόν γίνεται σαν ξυπνήσεις
η γλώσσα των ονείρων· και λεξικά δεν έχει μήτε μνημεία).
Το περιβάλλουν τα φυτά του ύπνου, και σκιές αλλόφυλες, κι αρχιτεκτονική
που σε γεωμετρίες ξένες υπακούει.
Μακράν απ’ την αλλοίωση και τη φθορά
μες στες βαθιές μορφές και μες στ’ απλά νοήματα
άρχει στον έναστρο βυθό του ύπνου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου