Σελίδες
▼
Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012
Τα λιοτρόπια ..το 1974 ο συνθέτης Γιώργος Γιαννουλάκος σημιουργεί σε στίχους του Πυθαγόρα . Τραγουδάει ο Αντώνης Καλογιάννης και η Πετρή Σαλπέα
Αν θες να μάθεις
Αν θες να μάθεις τ' είναι μοναξιά,
μέτρα το δάκρυ που έχω στην καρδιά.
Αν θες να μάθεις πόσο σε πονώ,
κοίτα τη θλίψη που 'χει το δειλινό.
Έφυγες και φύγανε στο βοριά τα τρένα
και συλλογισμένα παίζουν τα παιδιά.
Έφυγες και φύγανε οι χαρές για μένα
και χτυπούν θλιμμένα τα καμπαναριά.
Αν θες να μάθεις τ' είναι στεναγμός,
ρώτα κι εμένα που μ' έπνιξε ο καημός.
Αν θες να μάθεις πόσο σ' αγαπώ,
γίνε ποτάμι να πέσω να πνιγώ.
Αφήστε με να κοιμηθώ
Αφήστε με να κοιμηθώ
Να γείρω να πλαγιάσω
Τον πόνο μου να θυμηθώ
Τον στεναγμό μου να ξεχάσω
Μπορεί στον ύπνο μου
Μπορεί μες στ’όνειρό μου
Να δω πως γύρισε
Ξανά στο σπιτικό μου
Κι ας είναι όνειρο
Κι αυτό μες στ’ όνειρό μου
Αφήστε με να κοιμηθώ
Και μην ποτέ ξυπνήσω
Καινούριο δρόμο να διαβώ
Τα δάκρυα με φέρνουν πίσω
η φτώχεια είναι καμάρι
Για μένα η φτώχεια είναι καμάρι
Κι ας μην έχω ούτε μια δραχμή
Υπάρχει απάνω στο φεγγάρι
Και στη γλάστρα ένα γιασεμί
Κι αν σταλάζει το ταβάνι
Κι αν γυρίζω νύχτα απ’ τη δουλειά
Που τον αγαπώ μου φτάνει
Και που με κοιμίζει με φιλιά
Αυτό το φτωχικό μου σπίτι
Το’χω σαν παλάτι μου χρυσό
Απ’ τον μικρό του τον φεγγίτη
Βλέπω μες στα μάτια τον Θεό
ήταν ο σωτήρας μας
Το λέγαν πρόσφυγες
Γριές Μικρασιάτισσες
Παπάδες το’λεγαν
Δεν ήταν μύθος – άνεμος
Μα ήταν φως
Δεν ήταν όνειρο
Δεν ήταν πικροβλάσταρο
Δεν ήταν σύννεφο
Δεν ήταν κοσμοχαλασιά
Ούτε φωτιά
Ήταν ο σωτήρας μας να γίνει
Ένας δεύτερος Χριστός
Μα τον πιάσαν στο Αϊδίνι
Και σταυρώθηκε κι αυτός
κάντε κουράγιο
Νιάτα πικρά μου, που τ’ όνειρο χάσατε
στο πικρό το σταυροδρόμι,
σας βρήκαν μπόρες, αλλά δεν ξεχάσατε
να παλεύετε ακόμη.
Κάντε κουράγιο και, μα τον άγιο,
κάπου θα βρείτε ένα λιμάνι, ένα φως.
Κάντε κουράγιο και, μα τον άγιο,
για τους μικρούς είναι μεγάλος ο Θεός.
Νιάτα φτωχά μου, που μπόρες σάς δείρανε
και πικρή τρικυμία,
απ’ την καρδιά σας το θάρρος δεν πήρανε,
ούτε ελπίδα καμία.
Κάντε κουράγιο και, μα τον άγιο,
κάπου θα βρείτε ένα λιμάνι, ένα φως.
Κάντε κουράγιο και, μα τον άγιο,
για τους μικρούς είναι μεγάλος ο Θεός.
κι όμως τραγουδούσαν
Κι όμως τραγουδούσαν
Για του χρέους τη στιγμή
Σαν τα λιοτρόπια
Τον ήλιο αποζητούσαν
Ήταν σταγόνες
Και ξάφνου γίναν ποταμοί
Και για σημαίες στο βοριά
Τ’άσπρα πουκάμισα κουνούσαν
Κι άστραφταν γύρω τα σπαθιά
Κι όμως τραγουδούσαν
Κι όμως τραγουδούσαν
Για τον ήλιο που θα βγει
Και προχωρούσαν
Πίσω δεν γυρνούσαν
Κι όπου βογκούσαν
Γαρύφαλλα έβγαζε η γη
ο Σίμος
Ο Σίμος που ζει στη Γερμανία
Μακεδόνας ψηλός και δυνατός
Τη μέρα προσμένει μ’ αγωνία
Να γυρίσει στην πατρίδα του κι αυτός
Και ο Σίμος όλο λέει
Πως γυρίζει στην Ελλάδα
Και κρυφά χαμογελάει σαν παιδί
Και το βράδυ στ’ όνειρό του
Βλέπει πεύκα και λιακάδα
Και θαρρεί πως την πατρίδα του έχει δει
Ο Σίμος βαλίτσες ετοιμάζει
Χαιρετάει τους φίλους γελαστός
Στο τέρμα του ονείρου πλησιάζει
Μα και πάλι είν’ ο δρόμος του κλειστός
πότε θα μπούμε στον Απρίλη
Έπιασε το ξεροβόρι
Και δεν λες να μού’ρθεις πια
Με φωτιά και πανωφόρι
Δεν ζεσταίνεται η καρδιά
Πότε θα μπούμε στον Απρίλη
Το «σ’αγαπώ» να θυμηθείς;
Πότε θα σμίξουμε τα χείλη
Πότε καρδούλα μου θα’ρθείς;
Έχω στην καρδιά χειμώνα
Και στα χείλη παγωνιά
Πως σε πίκρανα λησμόνα
Φάρμακο είναι η λησμονιά
πως να σ΄αφήσω
Πώς να σ’αφήσω
Πώς να σου το πω αυτό τ’αντίο
Αν σε φιλήσω
Θα φαρμακωθούμε και οι δύο
Πώς ν’αποχωριστώ
Τον ήλιο απ’ τη ζωή μου
Πώς να σ’απαρνηθώ
Πικραμένο μου παιδί μου
Πώς να σ’αφήσω
Πώς να βρω δροσιά σε χέρια ξένα
Αν προχωρήσω
Θα με κυνηγούν τα περασμένα
Ρίξε θεέ μου
Ρίξε Θεέ μου κι απόψε μια ματιά
Μες στην ορφάνια και στη φτωχολογιά
Ρίξε Θεέ μου στον άρρωστο δροσιά
Στον προδομένο γλυκιά παρηγοριά
Είναι χιλιάδες οι καημοί
Ποτάμι μες στον κόσμο το δάκρυ
Με πόνο βγαίνει το ψωμί
Με δάκρυα αγοράζεται η αγάπη
Ρίξε Θεέ μου κι απόψε εδώ στη γη
Μια στάλα γέλιο και μια μπουκιά ψωμί
Ρίξε Θεέ μου ελπίδα στη πληγή
Να ξαστερώσουν τα μάτια την αυγή
τι θέλεις από την καρδιά μου
Τι θέλεις απ’ την καρδιά μου
Απ’ τη ζωή μου τι ζητάς;
Δεν βλέπεις πια τη συμφορά μου
Τα βάσανά μου δεν κοιτάς
Είμαι σ΄ένα βράχο λαβωμένος αϊτός
Ήμουν κάποτε ο δυνατός
Και τώρα πάω να σβήσω
Είμαι κυπαρίσσι τσακισμένο απ’ το βοριά
Δύναμη δεν έχω στην καρδιά
να σ’άγαπήσω
Τι θέλεις απ’ τα φιλιά μου
Κι ας τη θολή μου τη ματιά
Σφίξε τα χείλη σου καρδιά μου
Και κοίτα με μες στην καρδιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου