Αυτό το ψωμί που κόβω ήταν κάποτε σιτάρι
Αυτό το κρασί πάνω σε ξένο δέντρο
Βούλιαξε στον καρπό του
Ο άνθρωπος τη μέρα ή ο άνεμος τη νύχτα
Τα στάχυα έριξαν κάτω, τσάκισαν τη χαρά του σταφυλιού.
Κάποτε στο κρασί αυτό το καλοκαιρινό αίμα
Χτυπούσε μες στη σάρκα που κάλυπτε τ’ αμπέλι
Κάποτε στο ψωμί αυτό
Το σιτάρι ήταν στον άνεμο ευτυχισμένο.
Ο άνθρωπος κομμάτιασε τον ήλιο, τον άνεμο έσυρε κάτω.
Αυτή η σάρκα που κόβεις, αυτό το αίμα που χύνεις
Τη φλέβα ερημώνουν,
Το σιτάρι και το σταφύλι ήταν
Γεννημένα απ’ των αισθήσεων τη ρίζα και το σφρίγος.
Το κρασί μου πίνεις, το ψωμί μου αρπάζεις.
Αυτό το κρασί πάνω σε ξένο δέντρο
Βούλιαξε στον καρπό του
Ο άνθρωπος τη μέρα ή ο άνεμος τη νύχτα
Τα στάχυα έριξαν κάτω, τσάκισαν τη χαρά του σταφυλιού.
Κάποτε στο κρασί αυτό το καλοκαιρινό αίμα
Χτυπούσε μες στη σάρκα που κάλυπτε τ’ αμπέλι
Κάποτε στο ψωμί αυτό
Το σιτάρι ήταν στον άνεμο ευτυχισμένο.
Ο άνθρωπος κομμάτιασε τον ήλιο, τον άνεμο έσυρε κάτω.
Αυτή η σάρκα που κόβεις, αυτό το αίμα που χύνεις
Τη φλέβα ερημώνουν,
Το σιτάρι και το σταφύλι ήταν
Γεννημένα απ’ των αισθήσεων τη ρίζα και το σφρίγος.
Το κρασί μου πίνεις, το ψωμί μου αρπάζεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου