Σελίδες

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Ἐρωτικό

Δὲν μπορῶ νὰ ξέρω, δὲν μπορῶ νὰ πῶ
ἂν θὰ σ᾿ ἀγαπῶ
ἴσαμε νὰ φτάσω στὴ στερνὴ τὴν ὥρα
ὅπως, κι ὅσο, τώρα·

Οὔτ᾿ ὁ ἔρωτάς μου ποὺ σὰ ρόδο ἀνθεῖ,
ἂν θὰ μαραθεῖ
πάλι σὰν τὸ ρόδο ποὺ τὸ καίει τὸ θέρο,
δὲν μπορῶ νὰ ξέρω.

Ὅ,τι ξέρω εἶναι πώς, ἀπ᾿ τὴν ἡμέρα
πού ῾γινες δική μου
ἄνοιξαν κλεισμένες πύλες -καὶ τὸ θαῦμα
μπῆκε στὴ ζωὴ μου·

Ὅλα ἀλλάξαν ὄψη ἀπ᾿ τὸ φῶς ποὺ ἐντός μου
σκόρπισε ἡ χαρά,
σὰν στὰ βαλτοτόπια ποὺ τὰ πλυμμυρίζουν
ζωντανὰ νερά.

Ἔχω πιὰ ξεχάσει ὅσα νοσταλγοῦσα
κι ὅ,τι εἶχα ποθήσει:
Τώρα μὲ φτερώνει μία καινούρια νιότη
ποὺ δὲν εἶχα ζήσει.

Τὴ ζωὴ τὴ βλέπω σάμπως μέσ᾿ ἀπό ῾να
μαγικὸ γυαλὶ
κι ἀπ᾿ ὅ,τι ζητοῦσα μοῦ ῾δωσ᾿ ἡ ἀγάπη
τόσο πιὸ πολύ,

ποῦ νὰ λέω ἂν ὅπως ᾖρθε μίαν ἡμέρα
φύγει πάλι πίσω
κι ἀπομείνω μόνος, κι ὅπως ἤμουν πρῶτα,
-κάλλιο νὰ μὴν ζήσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου