Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα
σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται .
Σήμερα βάλασι βουλή οι άνομοι Οβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κι οι τρεις καταραμένοι,
για να σταυρώσουν το Χριστό το Παντοβασιλέα
και πάσι στον παράνομο που φκιάνει τα καρφιά .
Εσύ που μας τα έφτιαξες εσύ αρμούνεψώ μας .
Δύο στα πόιδα βάλτε του κ' άλλα δυο στα χείρα
και τ' άλλο το φαρμακερό βάλτε το στην γκαρδιά του
να στάζει αίμα και νερό από τα σωθικά του .
Η Παναγιά σα τ' άκουσε έπεσε και λιγώθει,
ζητά μαχαίρι να σφαεί γκρεμό να πάει να πέσει .
Εκεί εμαζευτήκασι η Μάρθα και η Μαγδαληνή
και του Λαζάρου η μάνα και του Ιακώβου η αδερφή
κι οι τέσσερες αντάμα .
Σταμνί νερό της ρίξασι και τρία κανάτια μόσκο
και τρία μυροδόσταμα να 'ρθει ο λοϊσμό της .
Και σα της ήρθε ο λοϊσμός κ' σα της ήρθε ο νους της
φωνή απήρθε απ' ουρανού κι απ' Αρχαγγέλου στόμα:
Λάβε κυρά μου υπομονή, λάβε κυρά μου γνώση .
Το γιόκα ζου το πήρασι και στο χαλκιά το πάνε
και στου Πιλάτου την αυλή εκεί τον τυραννάνε .
Και πως να λάβου υπομονή και πως να λάβου γνώση
που ένα γιο μονογενή κι αυτόνε τόνε πήραν .
Πήρασι το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι
και το στρατί της έβγαλε μες του χαλκιά τη (μ)πόρτα .
Βρέσκουν τη (μ)πόρτα σφαλιχτή και τα κλειδιά παρμένα
και τα πορτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα .
Η Παναγιά η Δέσποινα κάνει την προσευχή της,
κι η (μ) πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της .
Τηράει ζερβά, τηράει δεξά, κανένα δε γνωρίζει
τηράει και δεξιότερα λέπει τον Αη-Γιάννη .
Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαφτιστή του γιου μου,
πε μου που είναι ο γιόκας μου κ' που 'ναι το παιδί μου .
Δεν έχου γλώσσα να ζε που, χείλη να ζε μιλήσου .
Δεν έχου χεροπάλαμα για να ζε τόνε δείξου .
Το λέπεις 'κείνο το παιδί το παραπονεμένο
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;
Εκείνος έν' ο γιόκα ζου κ' εμέ ο Βαφτιστής μου .
Η Παναγιά η Δέσποινα, εζύγωσε κοντά του
λέπει που τρέχει το νερό από τα σωθικά του .
Δε με μιλάς παιδάκι μου, δε μ' αγροικάς παιδί μου;
Τι να ζε που μανούλα μου που διάφορα δεν έχου
μόνε το Μέγα Σάββατο κοντά στο μεσονύχτι,
ότε λαλήσει ο πετεινός θα κρόουσι καμπάνες .
Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γης σημαίνουσι τ' ουράνια
σημαίνει κι η Αγιά Σοφία το μέγα μοναστήρι .
Τότε μανούλα μου κι εσύ λάβε χαρές μεγάλες .
σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται .
Σήμερα βάλασι βουλή οι άνομοι Οβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κι οι τρεις καταραμένοι,
για να σταυρώσουν το Χριστό το Παντοβασιλέα
και πάσι στον παράνομο που φκιάνει τα καρφιά .
Εσύ που μας τα έφτιαξες εσύ αρμούνεψώ μας .
Δύο στα πόιδα βάλτε του κ' άλλα δυο στα χείρα
και τ' άλλο το φαρμακερό βάλτε το στην γκαρδιά του
να στάζει αίμα και νερό από τα σωθικά του .
Η Παναγιά σα τ' άκουσε έπεσε και λιγώθει,
ζητά μαχαίρι να σφαεί γκρεμό να πάει να πέσει .
Εκεί εμαζευτήκασι η Μάρθα και η Μαγδαληνή
και του Λαζάρου η μάνα και του Ιακώβου η αδερφή
κι οι τέσσερες αντάμα .
Σταμνί νερό της ρίξασι και τρία κανάτια μόσκο
και τρία μυροδόσταμα να 'ρθει ο λοϊσμό της .
Και σα της ήρθε ο λοϊσμός κ' σα της ήρθε ο νους της
φωνή απήρθε απ' ουρανού κι απ' Αρχαγγέλου στόμα:
Λάβε κυρά μου υπομονή, λάβε κυρά μου γνώση .
Το γιόκα ζου το πήρασι και στο χαλκιά το πάνε
και στου Πιλάτου την αυλή εκεί τον τυραννάνε .
Και πως να λάβου υπομονή και πως να λάβου γνώση
που ένα γιο μονογενή κι αυτόνε τόνε πήραν .
Πήρασι το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι
και το στρατί της έβγαλε μες του χαλκιά τη (μ)πόρτα .
Βρέσκουν τη (μ)πόρτα σφαλιχτή και τα κλειδιά παρμένα
και τα πορτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα .
Η Παναγιά η Δέσποινα κάνει την προσευχή της,
κι η (μ) πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της .
Τηράει ζερβά, τηράει δεξά, κανένα δε γνωρίζει
τηράει και δεξιότερα λέπει τον Αη-Γιάννη .
Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαφτιστή του γιου μου,
πε μου που είναι ο γιόκας μου κ' που 'ναι το παιδί μου .
Δεν έχου γλώσσα να ζε που, χείλη να ζε μιλήσου .
Δεν έχου χεροπάλαμα για να ζε τόνε δείξου .
Το λέπεις 'κείνο το παιδί το παραπονεμένο
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;
Εκείνος έν' ο γιόκα ζου κ' εμέ ο Βαφτιστής μου .
Η Παναγιά η Δέσποινα, εζύγωσε κοντά του
λέπει που τρέχει το νερό από τα σωθικά του .
Δε με μιλάς παιδάκι μου, δε μ' αγροικάς παιδί μου;
Τι να ζε που μανούλα μου που διάφορα δεν έχου
μόνε το Μέγα Σάββατο κοντά στο μεσονύχτι,
ότε λαλήσει ο πετεινός θα κρόουσι καμπάνες .
Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γης σημαίνουσι τ' ουράνια
σημαίνει κι η Αγιά Σοφία το μέγα μοναστήρι .
Τότε μανούλα μου κι εσύ λάβε χαρές μεγάλες .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου