Μια θαλάσσια ανεμώνη
στο βυθό του μυαλού
σε σηκώνει πάνω απ’ τα κτίρια.
Χάνεσαι στον ουρανό
ανάμεσα σε αυγή και σούρουπο,
σπουργίτι,
στων σκίνων τη δροσιά,
κελαηδάς στους πληγωμένους,
ανακουφίζεις τις αργόσυρτες ανάσες
στην παγωνιά ενός μολυσμένου χειμώνα.
Σπουργίτι μου,
ωρίμασες απότομα,
ψήθηκες στου πολέμου τ’ αλάτι.
Πάνω απ’ τα βράχια φτερουγίζεις,
αλλά το τιτίβισμα δεν αρκεί
να πείσει μια θαλάσσια ανεμώνη
ότι ανήκετε στο ίδιο σύμπαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου