Έρχονται στιγμές,
που χωρίς προσχήματα και υπεκφυγές,
χωρίς αναστολές και δικαιολογίες αντιφατικές,
ξεπερνώ τις αυταπάτες μου, τις πλάνες μου
τις ωραιοποιημένες περιπλανήσεις μου
και φεύγω πέρ’ απ’ τα χαλκευμένα όρια
της μικρής και λαφυραγωγημένης ελευθερίας μου.
Και οργίζομαι.
Οργίζομαι με τους κάποιους,τους δήθεν,
τους άλλους με τις περισπούδαστες περγαμηνές,
τις κοινωνικές ευαισθησίες και τις ηθικές αξίες,
μ’ αυτούς που δικαιούνται να ερμηνεύουν,
να μεθοδεύουν και ν’ αποφασίζουν,
μ’ αυτούς που υποχρεούνται ν’ ανησυχούν,
να συντρέχουν και να καθοδηγούν.
Μ’ αυτούς που από θέση και σχήμα,
αργυραμοιβοί της υποκρισίας και τέκτονες της απάτης,
προδιαγράφουν συμπεριφορές και στόχους,
καλώντας με να δανειστώ αυτά που μου πήραν,
και να μοιραστώ αυτά που δεν έχουν.
Οργίζομαι στο αγλάισμα της χαμέρπειας,
στη θρασύτητα της μικροπρέπειας,
στη διαβολή και τη διαπόμπευση
της αρετής και του σεβασμού.
Οργίζομαι όταν καπηλεύονται την αξιοπρέπειά μου,
όταν φανερά με ταπεινώνουν ως υπάκουο
και ύπουλα με συνθλίβουν ως υπήκοο,
και προστατευτικά με χαρακτηρίζουν
προσαρμόσιμο εν αφθονία είδος.
Οργίζομαι στην περηφάνια και την πρόκληση
του ρηχού στοχασμού τους
και την αμετροέπεια των λόγων τους,
στην προβολή και την αθώωση
της απαξίωσης και της αποχαύνωσης,
της αδιαφορίας και της αποστασιοποίησης.
Οργίζομαι στη λαθροχειρία της ζωής μου.
Που με γαλούχησαν στη σύνεση της σιωπής,
που με καθήλωσαν αδρανή και αδηφάγο
σε μαυλιστικούς ήχους και συντεταγμένες εικόνες,
που με αναγόρευσαν ειδήμονα
και αυτόφωτο αστέρα με βαυκαλίζουν.
Οργίζομαι που με κηρύγματα κατηγορητήρια,
με φανατισμούς και θρησκοληψίες,
με υστερίες και δοκησίσοφες αναφορές
με καλούν ως ταγοί και προφήτες
στης σωτηρομανίας τους τις εμμονές.
Οργίζομαι για τη χειραγώγηση της ζωής μου.
Που με ανάγκασαν να μαθητεύσω
στα σκοταδιστικά θρανία τους,
να αυτομολήσω στις ιδεολογίες τους,
που με αποπροσανατόλισαν με τις ιδεοληψίες τους
που με κολάκεψαν και με απογύμνωσαν
από αντιστάσεις και ενοχές.
Μα πιο πολύ οργίζομαι που ανακάλυψα
στην άκρη του μυαλού μου,
πως η ευπείθεια μπορεί και να με βολεύει,
πως μπορεί και να μ’ αρέσουν
τα φανερά είδωλα και τα κρυφά όνειρα,
και επινοώντας ένα ισχυρό άλλοθι,
δε διακρίνω καμιά ανίερη συμμαχία,
κανενός είδους σκοπιμότητα και βία,
πως δεν εξυφαίνεται καμιά συνωμοσία
και βουλιάζω στην παραίτηση και την απραξία.
Γιώργος Αλεξανδρής
Σελίδες
▼
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου