Το εργοστάσιο υψωνόταν έρημο
Με σπασμένα τζάμια και πεφτάτους σοβάδες.
Σιγή νεκροταφείου.
Τα μηχανήματα που άλλοτε βούιζαν από ζωή
Ποιος ξέρει σε ποια γερμανική γωνιά θα κλαίνε απαρηγόρητα.
Στα σκαλιά το φάντασμα του Μαγιακόφσκι
Επαναλαμβάνει σα παλιό καλό γραμμόφωνο:
«Ο κομμουνισμός (…) είναι στις σχέσεις της φαμίλιας, στην καθημερινή ρουτίνα»
Δεν υπάρχει εργάτης να τ΄ ακούσει μέσα στο ερημωμένο εργοστάσιο
Γιατί απολύθηκαν.
Κανείς όμως δεν άκουγε, όπως φαίνεται, ούτε χθες.
Οι σύντροφοι αποκοιμισμένοι άφησαν την πόρτα ορθάνοιχτη.
Δεν πήραν μυρουδιά τους εχθρούς που τρύπωσαν
Και μέσα σε μια νύχτα έκλεψαν μαζί με τα μηχανήματα και την ψυχή των εργατών.
Τη νύχτα της μεγάλης σφαγής των οραμάτων
Οι κοιμισμένοι αποκοιμήθηκαν ακόμη πιο βαθειά,
Κάποιοι που ξύπνησαν από το θόρυβο αποκεφαλίστηκαν
Κάποιοι ληστές γίνανε οι νέοι δυνάστες.
«Το μέλλον δε θαρθεί από μονάχο του Έτσι νέτο σκέτο Αν δεν πάρουμε μέτρα κι εμείς»
Συνεχίζει ο Μαγιακόφσκι
Δεν κουράστηκε.
Ούτε πως έχει και σκοπό να ξαποστάσει.
Περπατάει ακούραστος από εργοστάσιο σε εργοστάσιο
Και μουρμουρίζει εκείνα τα ίδια τα στιχάκια
Που συνδαυλίζανε τη φωτιά της Οχτωβριανής επανάστασης
Που γίνανε λάσπη για να χτιστούν οι νέες πόλεις,
Ράγες για να περνούν οι σιδηρόδρομοι με το σιτάρι
Και τραγούδι που το σκόρπισε ο άνεμος για να μυρίσει άνοιξη όλη η γη.
Τα μουρμουρίζει μ΄ ένα χαμόγελο
Πικρό για τη ληστεία του ιδρώτα
Ειρωνικό για τους ληστές-αφέντες
Βέβαιο για το νέο εγερτήριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου