Σελίδες

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2023

ΣΤΗ ΜΝΉΜΗ ΤΩΝ ΑΔΙΚΟΧΑΜΈΝΩΝ ΠΑΙΔΙΏΝ ΤΟΥ ΤΡΈΝΟΥ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ / Σαλίβερος Νικόλας


 

=Κατηγορώ=

«Επάνω εις τον βωμόν της αληθείας

τα σφάγια τώρα εγώ ρίπτω, με άφθονα

το λίβανον σωρεύω, με άφθονα χέρια»

(Α.Κάλβος Ωδή στο Θάνατο λζ)

 

/

Κατηγορώ εαυτόν για τα ημέτερα λάθη,

γεννήθηκα Άνθρωπος , με ύλης τα πάθη,

άθυρμα, στων ασθενών αισθήσεων τα βάθη.

Ψάχνω στο χάος και ξεγλιστρώ στο «εφ’ώ ετάχθη»,

Η αλήθεια μια, το ψέμα στρατός,μπρός επαρατάχθη

Ο νούς «στο ύψος του» δεν εστάθη

και το τρένο του άψυχου φίλου χρόνου εχάθη.

Ζητώ το αύριο, που θα χαθεί στα βάθη

του παρελθόντος  και μόνο τα πάθη

θα με κελεύουν στα ίδια ημέτερα του μέλλοντος λάθη.

/

Οι ενοχές μου, ασύναχτες τρένου γραμμές ,

 η συνείδηση, πάνω το βαγόνι ταράζεται

κι’ ο άφιλος Χάρος με τις δικές του δομές

την τιμωρία μου, μες το χρόνο απεργάζεται.

/

Κατηγορώ εαυτόν διότι αν και ερήμην σε « τόπο» παρευρέθη,

του εγκλήματος έζησα κι’  αντίκρισα τ ’ανήθικα  μεγέθη.

Και είπα:

«Ου συ με λοιδορείς αλλά ο τόπος..» κι’ ο «οιωνός» ας όψεται

/

Κατηγορώ εαυτόν διότι, θελημένα δεν προέταξα τα στήθη

στον εχθρό και επιδεικτικά τον πέταξα στη λήθη

και είπα:

της ένδειας το «Γόρδιο » οι <Μέλλοντες> ας κόψετε.

/

Κατηγορώ εαυτόν διότι, τη χρέωση ζωής, δεν εξεχρέωσα,

αφού ελεύθερη κι’ αγύριστη αγάπη στο γείτονα δεν έδωσα.

/

Κατηγορώ εαυτόν ,ως ένοχον στη δίκη,

δια σφετερισμό σε ό,τι δεν μου ανήκει.

Κι’ή Νέμεση με Δικαίου τη ρομφαία-φρίκη

με <παραπέμπει> σε αιώνια καταδίκη.

/

Μαλθακότητα

Ματαιότητα

Τραγικότητα

Θεού Δικαιότητα

/

Τολμώ τον αυτοσαρκασμό ,

δίχως δισταγμό

με λίγους στίχους,

που ζωγραφίζουν δυστυχώς τους τοίχους

στην πλειονότητα

και μακαριότητα

του ανυπόνοιαστου κόσμου μας

και  πλήθος «μορφωμένων» μας,

στην «πληρωμένη» στέγη τους κλεισμένοι,

στη δειλία εγκλωβισμένοι..

συσσωρευμένης νεκρής γνώσης,

ουαί η απόγνωσης.

/

Ποιος τάχα αλήθεια, τον πόνο του μετράει;

Ποιος για να βγει απ’τα λάθη κολυμπάει;

Ποιος πνίγεται από τύψεις σε σαράι;

/

Τον χρόνο ανέγγιχτο αφήνομε να πάει,

ήττας ο φόβος από τη μάχη  ξοβελάει

κι’ακούμε τον παππά, τα γένια ,που βλογάει

/

Τον ψέμα έκαμα, απόκρημνο βουνό στα ύψη ...! 
Του πόνου το μεθύσι, χείμαρρο ορμητικό. 
Τα λάθη μου..., με τείχη πύργο μεσαιωνικό...!
 
Στο τέλος, έκαμα μιαν ήπειρο... την τύψη...!

/

 

Πόσο μπορείς την αλήθεια κρυμένη να κρατήσεις

Και μεσα στις τύψεις σου να ζήσεις.

Φοβάσαι προδότη μην σ’αποκλέσουν

Και στον κατάλογο του ευτελισμού σε θέσουν,

Γιατί νομίζεις ότι του  δίκιου η προδοσία

είναι χειρότερη από του ένοχου την ατιμωρησία.

 

το λίβανον σωρεύω, με άφθονα χέρια»

(Α.Κάλβος Ωδή στο Θάνατο λζ)

 

Κατηγορώ εαυτόν για τα ημέτερα λάθη,

γεννήθηκα Άνθρωπος , με ύλης τα πάθη,

άθυρμα, στων ασθενών αισθήσεων τα βάθη.

Ψάχνω στο χάος και ξεγλιστρώ στο «εφ’ώ ετάχθη»,

Η αλήθεια μια, το ψέμα στρατός,μπρός επαρατάχθη

Ο νούς «στο ύψος του» δεν εστάθη

και το τρένο του άψυχου φίλου χρόνου εχάθη.

Ζητώ το αύριο, που θα χαθεί στα βάθη

του παρελθόντος  και μόνο τα πάθη

θα με κελεύουν στα ίδια ημέτερα του μέλλοντος λάθη.

 

Οι ενοχές μου, ασύναχτες τρένου γραμμές ,

 η συνείδηση, πάνω το βαγόνι ταράζεται

κι’ ο άφιλος Χάρος με τις δικές του δομές

την τιμωρία μου, μες το χρόνο απεργάζεται.

 

Κατηγορώ εαυτόν διότι αν και ερήμην σε « τόπο» παρευρέθη,

του εγκλήματος έζησα κι’  αντίκρισα τ ’ανήθικα  μεγέθη.

Και είπα:

«Ου συ με λοιδορείς αλλά ο τόπος..» κι’ ο «οιωνός» ας όψεται

 

Κατηγορώ εαυτόν διότι, θελημένα δεν προέταξα τα στήθη

στον εχθρό και επιδεικτικά τον πέταξα στη λήθη

και είπα:

της ένδειας το «Γόρδιο » οι <Μέλλοντες> ας κόψετε.

 

Κατηγορώ εαυτόν διότι, τη χρέωση ζωής, δεν εξεχρέωσα,

αφού ελεύθερη κι’ αγύριστη αγάπη στο γείτονα δεν έδωσα.

 

Κατηγορώ εαυτόν ,ως ένοχον στη δίκη,

δια σφετερισμό σε ό,τι δεν μου ανήκει.

Κι’ή Νέμεση με Δικαίου τη ρομφαία-φρίκη

με <παραπέμπει> σε αιώνια καταδίκη.

 

Μαλθακότητα

Ματαιότητα

Τραγικότητα

Θεού Δικαιότητα

 

Τολμώ τον αυτοσαρκασμό ,

δίχως δισταγμό

με λίγους στίχους,

που ζωγραφίζουν δυστυχώς τους τοίχους

στην πλειονότητα

και μακαριότητα

του ανυπόνοιαστου κόσμου μας

και  πλήθος «μορφωμένων» μας,

στην «πληρωμένη» στέγη τους κλεισμένοι,

στη δειλία εγκλωβισμένοι..

συσσωρευμένης νεκρής γνώσης,

ουαί η απόγνωσης.

 

Ποιος τάχα αλήθεια, τον πόνο του μετράει;

Ποιος για να βγει απ’τα λάθη κολυμπάει;

Ποιος πνίγεται από τύψεις σε σαράι;

 

Τον χρόνο ανέγγιχτο αφήνομε να πάει,

ήττας ο φόβος από τη μάχη  ξοβελάει

κι’ακούμε τον παππά, τα γένια ,που βλογάει

 

Τον ψέμα έκαμα, απόκρημνο βουνό στα ύψη ...! 
Του πόνου το μεθύσι, χείμαρρο ορμητικό. 
Τα λάθη μου..., με τείχη πύργο μεσαιωνικό...!
 
Στο τέλος, έκαμα μιαν ήπειρο... την τύψη...!

 

Πόσο μπορείς την αλήθεια κρυμένη να κρατήσεις

Και μεσα στις τύψεις σου να ζήσεις.

Φοβάσαι προδότη μην σ’αποκλέσουν

Και στον κατάλογο του ευτελισμού σε θέσουν,

Γιατί νομίζεις ότι του  δίκιου η προδοσία

είναι χειρότερη από του ένοχου την ατιμωρησία.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου