Σελίδες

Τρίτη 1 Ιουνίου 2021

Σοφία Θεοδοσιάδη: Τρία [3] ποιήματα


Η ποίηση της Σοφίας Θεοδοσιάδη χαρακτηρίζεται από ένα διάχυτο ρομαντισμό που σε παρασέρνει στα ποιητικά της ταξίδια. Λέξεις που ονειρεύονται ακολουθώντας τον "ήχο του νερού" στη "συνοικία του έρωτα" χτυπημένες από τα "μπόλια του Μάη"

Δημήτριος Γκόγκας

 

''ακολουθώ τον ήχο του νερού'' 


Γλυκά ασελγούν μες στο θαλάμι της ψυχής

ανταύγειες και ιριδισμοί συνθέτουν μελωδίες...

σ' ένα τοπίο λυρικό

ακολουθώ τον ήχο του νερού..

ακούω τα ανάκουστα... κατηφορίζοντας

λαθραία η ψυχή μου σεργιανάει...

 

Κι όντας ακούω τον ήχο του νερού ..ηθελημένα..αγόγγυστα

παίρνω εις το κατόπι το ποτάμι

ακολουθώ τον ήχο του

ως να με βγάλει στο μεγάλο δέλτα της ψυχής ..

Δεν πεθυμώ μες στα λιθάρια τα βρεμένα να χαθώ..

πετάω τις φλούδες της σκουριάς στις ρεματιές..

θέλω λουλούδι να φυτρώνω..να γεννώ

μες στις βρεμένες όχθες να ανθίζω..

 

Ωστόσο μη θαρρείς...

οι πεθυμιές πληρώνονται ακριβά

βουλιάζουν κάποτε εις τα λασπόνερα

απότομες οι χειμαρρώδεις εκβολές

των ποταμιών του κόσμου τούτου.

Μικρές - μικρές οι εύφωνες στιγμές..

στους λαβυρίνθους μας του νου..

γιατρευτικά ανακαλούνται..

σκιάζουν της ζωής τις άναρθρες κραυγές

δροσοσταλιές σταλάζουνε στις όχθες της καρδιάς μου..



**

''στην συνοικίαν του έρωτος'

 

Ήτανε Μάης και αστροφεγγιά

εβγήκε και φεγγάρι

μέσα στις έναστρες σιωπές

στην συνοικίαν του έρωτος εχάθηκε

είχε ζωγραφιστεί συρρικνωμένη η μορφή του

μες στα μάτια της..τεράστια στην καρδιά της..

Ακολουθούσε τη σκια

η νύχτα της είχε τριζόνια στο ξημέρωμα

σαν τότες που εστάθη ο ήλιος στο κατώφλι της

τον έφερνε σ' εκείνη

σαν τότες που εγεννιόταν η αγάπη της

για πάντα στην καρδιά..

Έξω στο δρόμο δεν επέρναε κανείς

είχε ποθήσει την μορφήν και την μιλιάν του..

 

***

Μπόλια του Μάη

 

Είσαι της Άνοιξης..του Μάη..το τρυφερό χαμπέρι.

απ' όλα τα άνθια του αγρού κανένα δε φορεί τη φορεσιά σου

μοιάζεις στο αίμα του Χριστού..

τις οιμωγές του κουβαλείς ...τις φτάνεις ως τ' αυτιά μας..

Μάη που μας εμάγευες στον κάμπο του χωριού μας

με μύρα μας στεφάνωνες..με άσπρα χαμομήλια

άλικα  έπλεκες τα στέφανα..στεφάνωναν το πάθος

τις παπαρούνες έπλεκες αναμεσίς

τη νοσταλγία της απέθαντης αγάπης να μηνούνε..

Πες μου λοιπόν πως χάθηκαν εκείνες οι μικρές μας Άνοιξες

πως σκόρπισαν στον άνεμο τα πέταλα

πως μείνανε οι ύπεροι στις μικρές μας ανεμώνες.

οι  χαρισμένες οι ελπίδες μας σ' εσέ 

θα μένουν ξεφτισμένες?

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου