Σελίδες

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

Βίκυ Δερμάνη: Κάθε που πεινώ με μαχαίρια ατσάλινα τεμαχίζω την ερημιά μου

 


Σαν θα πεθάνω

 

Σαν θα πεθάνω μια νύχτα

σ’ ένα σκοτάδι μαύρο

σε μια θάλασσα άγρια

ένα σμήνος πουλιών κάτασπρων

το καλό θα τραγουδούν κατευόδιο

άδειες φωλιές πια τα μάτια μου

σε δάσος θα ξενιτευτούν πυκνό

ή σ’ έναν κήπο ολάνθιστο

θα ψάχνουν σε φύλλα πράσινα

την καρδιά μου την άγρια

που σε ύπνο εκοιμήθη αθώο

κρατώντας στα σπλάχνα της

ένα ψάρι κόκκινο και πελώριο

με δόντια μικρά και σπασμένα

σαν θα πεθάνω μια νύχτα

άνεμος θα φυσάει άγριος

θα θρηνεί μια κουκουβάγια ματαίως

μια μάνα από καιρό νεκρή

με μαύρο θα σκεπάζει του πένθους πανί

ένα φεγγάρι σφαγιασμένο

 

*

Κάθε που πεινώ

με μαχαίρια ατσάλινα

τεμαχίζω την ερημιά μου

ρουφώ απ’ τα στήθη της

το μαύρο γάλα

ρουφώ απ’ το λαιμό της

το σάπιο αίμα

των ματιών της τα φίδια

καταπίνω

κάθε που πεινώ

σερβίρω στο πιάτο μου

ριπές αυταπάτης

ο πόνος

τρώει

τρώει

 

*

Έτσι ξαφνικά

 

Ξαφνικά όλοι τους είδανε

πως ταύροι αφηνιασμένοι

στην αίθουσα μπήκαν του χορού

έσβησαν με μιας τ' ακτινοβόλα τα φώτα

 

παρίσταναν οι άντρες τους γενναίους

υστερικά οι γυναίκες ούρλιαζαν

έσπασαν τ' αστραφτερά ποτήρια της χαράς

κρυστάλλινες μικρές γινήκανε σταγόνες

 

στο σκοτάδι και μεσ' τον πανικό

κάποιος πυροβόλησε το φόβο στο κεφάλι

 

στην αίθουσα τη μεγάλη σαν άναψε το φως

έλαμπαν τα ποτήρια άθικτα

αναίμακτο γυάλιζε του χορού το πάτωμα

στέναξαν μ’ ανακούφιση άντρες και γυναίκες

 

στην κορφή του απέναντι βουνού τρεις ταύροι

ποτίζοντας μ' αίμα τις πέτρες και το χώμα

κοίταζαν με βλέμματα απαθή

την καταιγίδα που σε λίγο στην πόλη θα ξεσπούσε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου