Σελίδες

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2020

Εγχειρίδιο ευθανασίας: Ποιητική Συλλογή του Τάσου Λειβαδίτη που έλαβε το Α΄Κρατικό βραβείο Ποίησης το 1980.


(Εκδόσεις Κέδρος) (Απόσπασμα)

Απόδραση
Πολλοί
αναρωτιούνται γιατί ήμουν κάποτε αλλιώς.
Άλλοι
αναζητάν να βρουν γιατί είμαι έτσι σήμερα.
Ποιός
είμαι ή ποιός ήμουν;
Αναζητήσεις
δίχως σημασία.
Το
κέρδος είναι ότι τους ξέφευγα διαρκώς.






Bιβλίο ασκήσεων
Την
πρώτη φορά που ενέδωσα,
σκέφτηκα
ύστερα απελπισμένος να
πάω να πνιγώ.
Τη
δεύτερη φορά μου αρκούσε
να
κοιτάω απλώς τη θάλασσα.
Τώρα
σιχαίνομαι ακόμα και το νερό.


Εκτός βολής
Και
κάθε φορά που με ταπεινώνουν,
νιώθω
μιαν ανείπωτη αγαλλίαση που τους ξεγέλασα
-γιατί
εγώ είμαι καλά προφυλαγμένος στο πατρικό σπίτι,
πίσω
απ’ τον κομό,
εκεί που κρυβόμαστε για να κλάψουμε
χωρίς
ποτέ να μάθουμε γιατί κλαίμε.


Φιλίες
Ας μη
δεσμευτούμε, λοιπόν, μ’ επιστολές
- η
απόσταση μας χαρίζει ένα καινούργιο πρόσωπο.
Κι
ίσως όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου
ο
ένας τον άλλον.
Έτσι,
που επιτέλους να μπορέσουμε να γνωριστούμε.


Η λάμπα
Κάθε
φορά που αρχίζω να μιλώ,
ξέρω
πως τίποτα δε θα πω:
τα
λόγια θα με προδώσουν,
ο χρόνος θα προσπεράσει,
οι
άλλοι θα σταθούν αδιάφοροι έξω απ’ το σπίτι.
Ώσπου
τέλος, δε θα ‘μια παρά κάποιος
που κρατώντας μια λάμπα,
πήγαινε
από κάμαρα σε κάμαρα
φωτίζοντας
τη λήθη.


Οδοιπορικό
Κι όταν
αργότερα ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο,
εγώ δεν
είχα που να πάω – εκεί, λοιπόν, που βάδιζα
συναντάω
κάποιον, “άκου να σου πω ένα παραμύθι” του λέω,
κι όταν
τελείωσα “ξέρω κι εγώ ένα” μου λέει.
Κι άρχισε
κι εκείνος.
και μόνο,
καμιά φορά, πολύ σπάνια,
ερχόταν
από μακριά η μελαγχολία της πραγματικής ζωής.


Ύπνος
Καμιά
φορά τη νύχτα ξυπνάς, άξαφνα και κάθεσαι στην άκρη του κρεβατιού,
ανυπεράσπιστοι
όπως πάντα όταν ξυπνάμε,
δεν έχεις
επιθυμίες, ούτε συνέχεια,
είσαι
ένας ξένος σ’ ένα ξένο σπίτι – ησυχία
κι οι ιστορίες που έζησες σχεδόν φανταστικές,
ενώ σ’
εκείνο που αρνήθηκες, ίσως εκεί βρισκότανε το σύνορο,
που κάθε
βράδυ το διαβαίνουμε στον ύπνο…


Διαδρομή
Έτσι
κι όταν σε διώχνουν,
η
πραγματικότητα γίνεται απίστευτα μακρινή
σα φανταστική,
κι ούτε
θυμάσαι καν πως κατέβηκες τη σκάλα,
πως πέρασες
το δρόμο,
πως έφτασες
ως εδώ –
όπως όταν
σε οδηγεί, καμιά φορά,
μια αβάσταχτη μουσική από το χέρι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου