Στη σκάλα του σπιτιού σου ανεβαίνω
ως ο πιστός στα σκαλοπάτια εκκλησιάς
στο χέρι του κερί κρατώντας αναμμένο
κι αντίς για κάποια προσευχή
το όνομά σου το σεπτό προφέρω.
ως ο πιστός στα σκαλοπάτια εκκλησιάς
στο χέρι του κερί κρατώντας αναμμένο
κι αντίς για κάποια προσευχή
το όνομά σου το σεπτό προφέρω.
Δίπλα απ’ το τζάκι σου ένα απλό γιατάκι
(κι αν ήθελα δε θα μπορούσα κρεβάτι να το πω),
γιατάκι όπου σήκωσε της φτώχειας σου τα βάσανα
των γηρατειών τα πάθη
και πλάι
ένα λυχνάρι ταπεινό,
που φώτιζε τις νύχτες σου με λάδι!
Λίγα βιβλία σ’ ένα ραφάκι
αντίς για μιαν ολάκερη βιβλιοθήκη
τα μόνα έπιπλα αυτού
μέσα στο σπίτι!
(κι αν ήθελα δε θα μπορούσα κρεβάτι να το πω),
γιατάκι όπου σήκωσε της φτώχειας σου τα βάσανα
των γηρατειών τα πάθη
και πλάι
ένα λυχνάρι ταπεινό,
που φώτιζε τις νύχτες σου με λάδι!
Λίγα βιβλία σ’ ένα ραφάκι
αντίς για μιαν ολάκερη βιβλιοθήκη
τα μόνα έπιπλα αυτού
μέσα στο σπίτι!
Μα σ’ όλη αυτή τη φτώχεια του σπιτιού σου
τον πλούτο το μεγάλο είδα της ψυχής σου!
Τη ζωή είδα!
Το έργο σου που σα διαμάντι λάμπει!
σαν έν’ αστέρι ανέσπερο
Παπαδιαμάντη.
τον πλούτο το μεγάλο είδα της ψυχής σου!
Τη ζωή είδα!
Το έργο σου που σα διαμάντι λάμπει!
σαν έν’ αστέρι ανέσπερο
Παπαδιαμάντη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου