Σελίδες

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020

ΧΩΡΙΣ ΑΙΜΑ / Βασιλόπουλος Λευτέρης


Ι.
Πριν διαβάσω στις κινήσεις σου όσα έκρυβες, πριν κοιτάξω μες στις φλέβες σου και τις βρω άδειες, πριν με κάνεις να ξεχάσω τα παιδικά παιχνίδια – πρόλαβες και χάραξες με τα δάχτυλα μια προσμονή ανοιχτών στιγμών, πάνω από κάθε εκατοστό μνήμης όπου οι φαντασιώσεις δηλώνουνε πια την πρωτοκαθεδρία τους: η άπειρη μοναξιά μου μεταμορφώνει παρελθοντικά αιτήματα σε ακολουθίες επιθυμίας, απαγγέλει ακόμα και στους οριστικά πνιγμένους
Μετά απʼ τον ενθουσιασμό για κάποια, ακολουθεί εξέγερση έναντι όσων απογοητεύσεων φανερώθηκαν αρχικά με φιλικό προσωπείο (σκέψη καθαίρεσης αυτού του ίδιου Χρόνου!) – μετά από τον έρωτά μας, μου απομένει λίγη απελπισία, αντίβαρο στη δική σου χαρά: η ζυγαριά έχει φτιαχτεί από πληγές και πάλι πληγές, άλλες τις κοιτάζεις και κλαίς, άλλες τις δείχνεις με υπερηφάνεια – όποιος γνωρίζει /ύστερες καταστάσεις/ θα σου μιλήσει για μια τέτοια συντριβή
-«παρʼόλʼαυτά, αν θές, στο δωμάτιο Εφτά, κάτω απʼ τη δεξιά πτέρυγα του καταστρώματος, η Ιζαμπέλ κάνει πολύ ωραίο ποδόλουτρο, ισάξιο με οργασμό χιλίων αγελάδων»
[κάποιος Φίλος πάντοτε σώζει, όσα λόγια χάσεις, σε μια στιγμή, καθώς βράχια που αγκαλιάζει ένα κύμα, θυμίζοντάς σου: στην ανακάλυψη στεριάς, όμορφες θάλασσες βρίσκουμε οι ναυαγοί, για να μας πάρουνε μακριά]
ΙΙ.
Μίλησα στον φίλο για το κάψιμο (της ζήλιας). Και με ρώτησε : «όπως οι γυναίκες μετατρέπονται σε πόρνες κάποιου υποκόμη της Βρετάνης, γευματίζοντας γλώσσες μοσχαριού, και πίνουνε μπορντό;» Ναι, απάντησα : όπως χαράσσονται απʼ τα δάχτυλα των δικών μας, ανέγγιχτων, πόθων.
Τα ονόματά μας διαγραφήκανε μαζί : παραδόθηκε σε έμμονες γοητείες, «σκλάβα των αισθήσεων και της λύτρωσης επί χρήμασι – οι στεφανωμένες της πλεξούδες, μέσα στο παίγνιο, από λεβέντες νέου-τύπου»
Την μυούσα : περίμενα να μου απαντήσουν οι ματιές της : μην προβάλλεις πάνω μου είδωλα ηδονής! – τουλάχιστον εμείς οι δύο γνωρίζουμε ότι τίποτα-δεν-έχει-τελειώσει: ποιό όνειρο ψηφιακό θʼ αναπαραστήσει επάξια τέτοια εξίσωση αρσενικού και θηλυκού; φτάνοντας, σήμερα, ποιό νήμα διαχωρισμού, χωρίς απόσταση για να καλύψουμε;
ΙΙΙ.
Έναν κήπο να υποδεχθώ χειμώνα – ζητώ υπερβολές, μόνο ελάχιστες ρωγμές στον καθρέφτη της ζωής : απʼ όπου θα ξεγλιστρήσω, όπως πρώτα διαυγής, ξωτικό παλιών παραμυθιών, ευγενής, ακόμα και προς όσους με κυνήγησαν ως εδώ: «έχοντας στηρίξει κάθε μου γνώση σε κόκκους άμμου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου