Είμαι το
κουρασμένο βήμα του αγρότη
του καπνεργάτη
το καμένο πνευμόνι
του σοβατζή ο
κουρασμένος ώμος
τ’ αλατωρύχου
η θολή ματιά.
Είμαι το βήμα
στα λασπωμένα τα χωράφια
Το φυντάνι που
μπήγεται στο χώμα βαθιά
Ο ασβέστης που
καίει τα κάστρα
Τ’ αλάτι που
λιώνει σιδεριά.
Είμαι η άκρη
απ’ το καμάκι που όταν μπει
δε ξεριζώνεται
από τα σπλάχνα
είμαι τ’
αλέτρι, το τσαπί και το γενί.
Είμαι το ≪αμάν≫ το μεσημέρι στα ουζερί.
Εσείς οι
ευλογημένοι του κόσμου ισώστε το κορμί στον ήλιο
τον δικό σας ήλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου