Πρωί, καλοκαίρι,
με ήλιο να λάμπει,
με θάλασσα τζάμι
και φίλους παλιούς,
πως θα ήθελα Θεέ
μου στο νησί να ήμουν πάλι,
σε μια βάρκα όλοι
μέσα, εκδρομή γι’ αχινούς.
Ξεκινά η βαρκούλα
με χαρές και τραγούδια,
πλημμυρίζει από
γέλια κι’ αστείους καημούς.
Στα κουπιά ειν’ο
Γιάννος, έγια μόλα έγια λέσα,
καπετάνιος ο
Στράτος, απ’ τους πιο σοβαρούς.
Τραγουδάνε τ’ αγόρια
και τα μάτια τους λάμπουν.
Τραγουδάν τα
κορίτσια την αγάπη γλυκά,
τα κουπιά
αντηχούνε, σεκόντο μας κάνουν,
κι οι αχινοί
καρτερούνε κάπου εκεί στα βαθιά.
Στο μυαλό δε
χωράνε φουρτούνες κι αντάρες,
όλα είναι ντυμένα
με φως και χαρά.
Η ζωή είναι
μπροστά μας και υπόσχεται μόνο,
ταξίδια στον ήλιο
και νερά λαμπερά.
Τι κι αν χρόνια
πολλά από τότε περάσαν
κι η χαρά με κοιτάζει
με μάτια θολά,
με τη σκέψη μου
πάντα στου νησιού τ’ ακρογιάλι,
με μια βάρκα θα
φεύγω κι η ζωή θα γελά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου