Πώς να ξεχάσω μαμά μου
το χέρι σου στο μέτωπό μου το ιδρωμένο,
εκείνες τις δύσκολες μαρμαρένιες νύχτες.
Δροσιά στου πυρετού μου το καμίνι,
γλυκοτράγουδο στην αγωνία του εφιάλτη μου,
βάλσαμο στον πόνο που έσκαβε πληγές στο
κορμί μου.
Πώς να ξεχάσω τα ατέλειωτα ξενύχτια σου,
τις προσευχές σου στην άλλη πονεμένη μάνα
τη μεγάλη μας.
Πώς να ξεχάσω με πόση δύναμη με τράβηξες
απ’ την ανυπαρξία κι έριξες πάνω μου το φως
της ελπίδας,
το φως της ζωής.
Ζήλεψε ο χρόνος και σε πήρε μαζί του μαμά
μου.
Σ’ έκρυψε πίσω απ’ του άπειρου τη σιωπή.
Το χάδι σου όμως, δεν ξέρω πως,
τις νύχτες μου τις δύσκολες
πάντα αισθάνομαι να δροσίζει το μέτωπό
μου
και να χαράζει φωτεινά μονοπάτια
στο λαβύρινθο της μοναχικής μου διαδρομής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου