Σελίδες

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

«Κάποτε τα ρολόγια πεθαίνουν» του Χρήστου Θ. Παπαγεωργίου





ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΦΟΥΣΤΑΝΙ

 Την είδα
σε μια πτυχή του απομεσήμερου
να διασχίζει το πλήθος
με κείνο το αγέρωχο βήμα
που κάνει το κορμί να μοιάζει
με το λίκνισμα της άνοιξης
στην επέτειο της φωτιάς.

 Φορούσε ένα κόκκινο φουστάνι
που θύμιζε τριαντάφυλλο
την ώρα της εξομολόγησης των χρωμάτων
εκεί που οι αναστολές απωθούνται
από το παραλήρημα
ενός αναπάντεχου πόθου.

 Έμεινα ακίνητος να την κοιτάζω
μέχρι που χάθηκε
στην απέναντι γωνία του δρόμου.

 Θα μπορούσα
να μιλάω ώρες ατέλειωτες
για την οπτασία της στιγμής
για τη φευγαλέα αποπλάνηση του νου
για το σκίρτημα του ανέφικτου
μα πιο πολύ
θα μπορούσα να μιλάω
για ό,τι με αφόπλισε
την εικόνα που έφευγε
και γινόταν κουκίδα
στο βάθος του ανεκπλήρωτου
σαν μια απρόβλεπτη συνάντηση
με τους τίτλους τέλους
επιδέξια βαλμένους στην αρχή
σαν μια ιστορία
που δεν μπόρεσε
να αποκτήσει υπόσταση
το κόκκινο φουστάνι
που όχι άδικα
τράβηξε την προσοχή μου.

Το κόκκινο φουστάνι.
Τύλιγε απροκάλυπτα το κορμί της
και πρωταγωνιστούσε
σαν μια πινελιά αυταπάτης
στα μάτια των επίδοξων εραστών
του εφήμερου.

 Τότε ήταν

                          που αγάπησα το κόκκινο
και υποκλίθηκα σε αυτό
για την αυθάδεια της ομορφιάς του.


**

ΣΤΙΧΟΣ ΑΝΗΜΠΟΡΟΣ

Θέλω να σου γράψω
ένα στίχο για την αγάπη.

Μα η αγάπη
είναι απέραντη.

Πώς θα μπορέσω λοιπόν
να την κλείσω
στους τέσσερις τοίχους
ενός ανήμπορου στίχου;

**


                  ΕΣΥ

Ένας δρόμος λοιπόν μου μένει

Εσύ
με το ουράνιο τόξο
καρφωμένο
στην ίριδα των ματιών σου

Εσύ
με τα ρόδα της άνοιξης
ιχνηλάτες
στο περίγραμμα των χειλιών σου

Εσύ
με το απέριττο της νύχτας
κρυμμένο
στις χαραμάδες των μαλλιών σου

Εσύ
με το χαμόγελο του ήλιου
ξαπλωμένο
στα πατήματα της καρδιάς σου

Εσύ
με το απόλυτο της ύπαρξης σου
να γεμίζει
τα κενά της μοναξιάς μου.

Ένας δρόμος λοιπόν μου μένει
Εσύ.



**



    ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ

Μια νύχτα
το φεγγάρι προσπάθησε
να κατέβει στο πηγάδι
για να δει το είδωλο του.

Το σταμάτησε
εκείνος ο αναιδής θαλαμηπόλος
που χορεύει σε ρυθμούς εποχής
πάνω στα καύκαλα
της απαρχαιωμένης σκέψης
απαριθμώντας τα ζώδια
των μικρών κυράδων της προσμονής.

Το φεγγάρι απόρησε.

Δεν είχε μάθει να υπόκειται
σε έλεγχο πρόσβασης
από τα υποθηκευμένα αντρείκελα
των νοσταλγών της χθεσινής ημέρας
που δε δίνουν λόγο
για τα παράγωγα του κελιού
των υποταγμένων.

Άλλωστε τα ανδρείκελα
συνηθίζουν να εκτελούν ασκήσεις
στο πεδίο
των αδιαφανών διαδικασιών.

Δεν υπάρχει διέξοδος
στο λαβύρινθο των αδαών.
Γιατί οι αδαείς
έχουν επωμίδες στα μάτια
και υπομένουν αγόγγυστα
τον υποβόσκοντα καθρεφτισμό
της φιλαρέσκειας των θαλαμηπόλων
πριν γίνουν ανάχωμα
στα απόβλητα
της ακρωτηριασμένης πνοής
μέσα από τα κανάλια
της οπισθοφυλακής των προδομένων.

Οι θαλαμηπόλοι λοιπόν
είναι το πρόσχημα.

Ετσι το φεγγάρι
συνειδητοποίησε μια νύχτα
πως το είδωλο που ονειρεύτηκε
σε μια στιγμή αφιλόξενης χίμαιρας
ήταν η αντανάκλαση μιας τελείας
                           στα χρονοβόρα τετράστιχα
ενός ταπεινού λιβαδιού
που βάδιζε απερίσκεπτα
πάνω στα ίχνη
των ισχνών αγελάδων.

Δεν θα φτάσουμε στα όρια
των πληγών των φαραώ
δεν θα μιλήσουμε για τα δεινά
που κληρονομήσαμε
από τους εγκάθετους
της τελεσίδικης υπογραφής
των τετελεσμένων.
Οι δράκοι δεν έχουν θέση
στην αφήγηση μας.

Θα αφεθούμε λοιπόν
στο κύμα των ωκεανών της ζωής
και ύστερα
θα αρκεστούμε στην ιστορία
ενός φεγγαριού
που ζήτησε
να κατέβει στο πηγάδι
για να δει το είδωλο του.


**

    ΣΥΡΜΑΤΙΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ

Όλοι μας κρύβουμε
ένα κλουβί στην ψυχή.

Κάθε Κυριακή
το βγάζουμε στο μπαλκόνι
του σπιτιού μας
γυαλίζουμε
τα συρμάτινα παράθυρα του
και περιμένουμε το πουλί
που θα δεχτεί
να ζήσει στη σκλαβιά
όπως την επιφυλάσσει
η αυτάρεσκη επιθυμία μας
για επιβολή
πάνω στα σώματα
των εθελοντών της βροχής.

Δεν έχουμε πρόταση
αποκατάστασης
δεν θα τολμήσουμε
να αποτανθούμε
στο μάτι του κυκλώνα
και να μπολιάσουμε με φως
τους νοσταλγούς των συμπτώσεων
που απαριθμούν
τις φυγόκεντρες δυνάμεις
και μετρούν την κυριαρχία τους
στα υπόγεια
της ζωής των πλασμάτων
με τα ακρωτηριασμένα όνειρα
και τις ευνουχισμένες συνειδήσεις
μέσα από τους παλμούς της φωτιάς
του αιώνα των απυρόβλητων
καθώς αναδύονται
από την κρίση του χρέους.
Δεν έχουμε δύναμη φωνής
για να απευθυνθούμε
στους πληβείους της νύχτας
όταν
η μοίρα επιτάσσει
να πούμε όχι
στο προπετάσμα καπνού
που τυλίγει
την υποταγή των ταπεινών.

Ή έκπληξη δεν είναι αρεστή
στους υπόλογους
των θυμάτων της απώλειας
ιδιαίτερα
όταν οι συνθήκες υιοθεσίας
της φθοράς
γίνονται αδιαφανείς.

Όλοι μας κρύβουμε
ένα κλουβί στην ψυχή.

Κάθε Κυριακή
περιμένουμε το πουλί
με τα πολύχρωμα φτερά
που απεικονίζουν
την υποβόσκουσα υποκρισία
των καιρών
και επικροτούν
την απόδραση της σκέψης
στον καθαγιασμό της εξουσίας.

Είναι το πουλί
που θα σταθεί
στον εξώστη
της αδηφάγας ορμής
των καιροσκόπων
όπου η πλάνη της δύναμης
μεταλλάσσεται
σε παγίδα σκλαβιάς.

Οι περιστάσεις
το απαιτούν.

Ας βάλουμε λοιπόν
το χέρι στην καρδιά
κι’ ας ανοίξουμε επιτέλους
το κλουβί.

Γιατί
άν το πουλί που περιμένουμε
δε φανεί
ίσως τελικά
μπούμε οι ίδιοι μέσα
για να δικαιώσουμε
αυτούς που στοιχημάτισαν
πάνω στο γεγονός
της αυτάρκειας
της ύπαρξης μας.
Είναι οι δυνάστες μας
οι τζογαδόροι
της ελευθερίας
της βούλησης μας.

Ποντάρουν στον άσσο
τη στιγμή
που τα μονοπάτια της προσμονής
δεν επιδέχονται αμφισβήτηση
κι’ εμείς κουβαλάμε τον ρήγα
σε μια πτυχή της υποτέλειας





στους χώρους που αναπτύσσεται
                           το φάντασμα της παλίρροιας
                           των τελάληδων της ανοχής.

**

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ

                            Είναι φορές
                            που το τέλος
                            μοιάζει με την αρχή.

                            Γιατί

                            μετά την ανάπαυλα
                            μιας τελείας
                            ο πρώτος ήχος
                            της επόμενης λέξης
                            βγαίνει
                            από γράμμα Κεφαλαίο
                            και αποκαλύπτει
                            την έναρξη
                            μιας νέας διαδρομής.

                            Είναι πάλι φορές
                            που το τέλος
                            σημαίνει
                            τελεσίδικη παύση.



**

Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

Αυτός ο καθρέφτης δεν ψεύδεται
όταν απεικονίζει τα βήματα μας
με άχρωμο πρόσωπο
και ρυτιδιασμένες ιδέες.

Δεν έχει άποψη
για την εξέλιξη των ειδών
στους χώρους που αναπνέει
εκεί
που οι μουδιασμένες απολήξεις
της σκέψης
αποφαίνονται για τα πεπραγμένα
των ισχυρών.

Δεν μιλάει για αγάπη
ούτε για προσμονή
μόνο ορέγεται
τα κύμβαλα
της χαμένης Εδέμ.

Οι αντανακλάσεις της σάρκας του
ψηλαφίζουν
τα κελεύσματα των καιρών
στις υποβόσκουσες εξαρτήσεις
των δολοπλόκων
που περιγράφει
με τρεμάμενες πινελιές
ο απόηχος των ονειροπόλων.

Αυτός ο καθρέφτης δεν έχει όνειρα
μόνο σιωπή
και μια κηλίδα στο μέτωπο
για τα σκουπίδια του κόσμου
για τους νεκρούς της διπλανής πόρτας
που αρνήθηκαν
την ανταμοιβή της απώλειας
στους αργυραμοιβούς
της λήθης.

Αυτός ο καθρέφτης δεν βυθίζεται σε αυταπάτες
λέει μόνο αυτά που βλέπει
στα μάτια της ιστορίας
των καθημερινών ανθρώπων.

Απεικονίζει το σημερα, το αύριο, το χθες
σε μια σταγόνα πληγωμένης βροχής
σε ένα μικρό ωάριο
από την ωορηξία των ταπεινών
σε ένα «όχι»
των μελοθάνατων της ελπίδας.

Αυτός ο καθρέφτης ζει στη θάλασσα
συντροφιά με μια γκρίζα αχιβάδα
που περιμένει το πλήρωμα του χρόνου
για να σπάσει τις αλυσίδες
της φυλακής της
και να φανεί
«εν πλήρει δόξη»
το μαργαριτάρι
που κρύβει
στα σπλάχνα της.




**


       Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ

Εν αρχή ην το ψέμα.

Τότε ο Παντοδύναμος
άπλωσε
τα μεγαλόσχημα τροπάρια
της Δημιουργίας
και αφού μέτρησε τα βήματα
των Προπατόρων
στις παρυφές του ελέους
που τους συνόδεψαν
στο ακροθαλάσσι της ζωής
έγνεψε
στον απότερο σκοπό
της πεμπτουσίας των πραγμάτων.

Και εγένετο φως.

Πρώτος εγώ θα μιλήσω
στους χειραγωγούς της λήθης
θα αποθανατίσω
τις μερίδες του χρόνου
και θα φταίξω
για τα δεινά
της μάταιης αναλαμπής
των πιθαναγγασμένων νοσταλγών
του λυκόφωτος της επιμονής
των αχρείων.

Ιδού επιτέλους ο Νυμφίος
έρχεται
εν τω μέσω της νυκτός.

Οι μωρές παρθένες
απώλεσαν το έλαιο
των πρωτοπόρων
και έσπευσαν να κρυφτούν
στην κόγχη
του ανομολόγητου έρωτα
των αφοπλισμένων.

Τα κάστρα θα μιλήσουν
στις άδολες ψυχές
των πολιορκημένων.

Οι ιαχές θα αντηχήσουν
στους κόλπους
της μυσταγωγίας.

Και ενώ ο Νυμφίος
θα χτυπάει την πόρτα
εν τω μέσω της νυκτός
κάποιοι θα υποκαταστήσουν
τις μωρές παρθένες
και θα είναι αυτοί
που θα θυσιάσουν
τα εχέγγυα της νίκης
στον στίβο
της απομυθοποίησης
των φορέων
της προσμονής
κρυμένων
πίσω από ιδεατές αποχρώσεις.
Ας αποτάξουμε
τα ανομήματα της φυγής.

Ας αφουγκραστούμε
τους παλμούς της γονιμότητας
πίσω από τα καύκαλα
των αχιβάδων
που κρατούν οι αναχωρητές
στην κοιλάδα της γνώσης.

Ας προικιστούμε με ορμή
και πριν
η ομίχλη
της αντίπερα όχθης
σκεπάσει τον κήπο μας
ας ανατρέξουμε στα χαλάσματα
της ιστορίας της σκέψης
δίχως να μεμψιμηρούμε
για την χαμένη αθωότητα
                           της εφηβείας των καιρών.

                           Η πόλις εάλω.

                           Ας χτίσουμε λοιπόν
                           μια καινούρια.




**


        ΠΡΩΤΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

Άνοιξα επιτέλους το κλουβί
που είχα κρυμμένο
στο κεφάλι μου
και άφησα τη σκέψη
να πετάξει ελεύθερη.

Ήταν η πρώτη επέτειος
της αφύπνισης των σκλάβων.

Τη χαϊδεψα τρυφερά στην πλάτη
και ύστερα
την έπιασα από το χέρι
και την οδήγησα
με βήματα σταθερά
στο μοναδικό παράθυρο
που είχε μείνει ανοιχτό
από την επέλαση
της προηγούμενης νύχτας.

Ήταν η πρώτη επέτειος
της αποκαθήλωσης της μνήμης.

Το σκοτάδι
πάλευε επίμονα
να αποκλείσει τη θέα
προς τον κόσμο.

Ο τοίχος
έμεινε ημιτελής.

Ένα παράθυρο
η μόνη διέξοδος
στο αδιέξοδο του νου
άφηνε ανοιχτό
τον δρόμο της γνώσης
σαν μια σταγόνα ελπίδας
που έβλεπε τις μέρες
να διαδέχονται η μία την άλλη
στο ημερολόγιο της προσμονής.

Ήταν η πρώτη επέτειος
της υποστολής της πλάνης.

Μου έριξε μια τελευταία ματιά
ζύγιασε αδέξια τα φτερά της -
ήταν βλέπετε η πρώτη φορά
που δοκίμαζε το πέταγμα της -
και έφυγε πέρα
κοιτάζοντας κατάματα το άγνώριστο
αυτό που ο φόβος ονομάζει
χίμαιρα.

Μέτραγα την ανάσα της
στους παλμούς
των μαχητών της φωτιάς
όπου οι αποστάσεις
μετριούνται
σε οργιές αμφισβήτησης.

Ήταν η πρώτη επέτειος
του ενταφιασμού της σιωπής.

Απόμεινα μονάχος
ημιτελής ναυαγός
στο παράθυρο της γνώσης
με ένα ανήμπορο μαντήλι στο χέρι
να περιμένω
την μεγάλη επιστροφή.

Οι σημαίες
δεν ξέρουν να χειροκροτούν
απλά περιμένουν
την έξαρση της στιγμής
πριν οι κόλακες υποκλιθούν
στους δυνάστες τους.

Ήταν η πρώτη επέτειος
της επώασης της επόμενης ημέρας.

Όταν επιτέλους θα γυρίσει
ο ήλιος θα συνεχίζει
την πορεία του
η μέρα θα διαδέχεται τη νύχτα
το αντίστροφο θα συμβαίνει
με τη συνέπεια
που η διαδοχή επιβάλλει
γιατί οι κανόνες της φύσης
είναι αδιατάραχτοι
το φως θα διαδέχεται το σκοτάδι
η αλήθεια θα διαδέχεται το ψέμα
η δράση θα διαδέχεται την αδράνεια
γιατί οι κανόνες της διαδοχής
είναι αδιατάραχτοι.

Μπορεί να γυρίσει άπραχτη
μπορεί ακόμα
να γυρίσει λαβωμένη
από τα βέλη των νοσταλγών
της υποταγής
θα είναι όμως αλώβητη
από τη νοθεία των καιρών
και έτοιμη
να ξεκινήσει ξανά
για καινούριο ταξίδι
μεθυσμένη
με το νέκταρ των Θεών
της υπέρτατης αρμονίας
που οι σύγχρονοι Προμηθείς
αποκαλούν
αγάπη για τον άνθρωπο
καθώς παλεύει
ενάντια στον εαυτό του
να δαμάσει
το πεπρωμένο του.

Θα είναι η πρώτη επέτειος
των μεγάλων επετείων.



**


 Ο ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΜΑΓΟΣ

Το χιόνι έπεφτε πυκνό
στις γειτονιές
της μικρής μας πόλης
σκεπάζοντας με λευκό σεντόνι
την άδεια από διαβάτες
κεντρική πλατεία.

Κοιτούσε
μέσα από το θολό τζάμι
τον κήπο
με τις παγωμένες απολήξεις
των γυμνών κλαδιών
που περίμεναν αδιαμαρτύρητα
την επόμενη ανθοφορία.

Τα πουλιά
είχαν από καιρό
αφήσει τις φωλιές τους
και τράβηξαν κατά το Νότο
για να βρουν ζεστασιά
σε άλλους τόπους
πριν η ανάσα του χιονιά
προλάβει
το βιαστικό πέταγμα τους.

Έψαχνε μια φωνή
ή έστω ένα φύσημα πνοής
από τον άνεμο που αδημονούσε
στις εναπομείνασες φυλλωσιές
να ξεχυθεί στα στενά της ζωής
να απλώσει το επίμονο σφύριγμα του
μέχρι εκεί που θεριεύει το κύμα
και να το κάνει
να διοχετεύσει την ενέργεια
που έκρυβε στην επίκτητη ηρεμία του
σε διαδοχικές ταλαντώσεις
σαν μια παραίνεση εγρήγορσης
στα κράσπεδα της σιωπής
που τύλιγε τη σκέψη
με δίχτυ στραγγαλισμού.

Κοίταξε μέσα του
και ύστερα ολόγυρα
στο άδειο δωμάτιο
επιπλωμένο με ερείπια μνήμης
που τον έσφιγγαν σαν μέγγενη
ενώ αυτός απαρριθμούσε
τους κόμπους της μοναξιάς.

Χριστούγεννα.

Μέρα γιορτής.

Το θυμήθηκε ξαφνικά
όταν στην εξώθυρα του σπιτιού του
απλώθηκε σαν θεία προσταγή
η άδολη εξαγγελία των παιδιών:

" Χριστός γεννάται σήμερον
εν Βηθλεέμ τη πόλει".

Έτρεξε ν’ ανοίξει με λαχτάρα
σα να ’ταν η πρώτη φορά
που τα κάλαντα
γέμιζαν στοργικά
το κενό της ύπαρξης του.

Φωτεινά πρόσωπα
γλυκιές, ανυποψίαστες παρουσίες
χεράκια ροδαλά
που κρατούσαν μεταλλικά τρίγωνα
από όπου έβγαινε σαν κρύσταλο
ανεβοκατεβαίνοντας την κλίμακα
της μελωδίας των αγγέλων
ήχος ονειρικός
και λεπτές φωνές
πηγή χαράς σε χείλη παιδικά:

" Σε αυτό το σπίτι που ’ρθαμε
πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνια πολλά να ζήσει".

Ένοιωσε
την γλύκα της στιγμής
μέσα από την αθωότητα
των αυθόρμητων αγγελιοφόρων
της Γέννησης του Σωτήρα.

Αιώνες πριν
καταμεσής της ερήμου
ένας αποκαμωμένος οδοιπόρος
- ο τέταρτος μάγος
όπως ειπώθηκε αργότερα
και διαδόθηκε
από στόμα σε στόμα -
έψαχνε τη φάτνη των αλόγων
όπου γεννήθηκε:

"Ο δι’ ημάς τους ανθρώπους
και δια την ημετέραν σωτηρίαν
ομοούσιος τω Πατρί
δι’ ου τα πάντα εγένετο".

Είπαν ακόμα
πως περιπλανήθηκε χρόνια πολλά
πριν βρει τελικά
τον Επουράνιο Βασιλιά
στον Σταυρό του Μαρτυρίου.

Κανείς δεν ξέρει.

Για μας τους ταπεινούς
ο Σταυρός
και το Πάθος του Θεανθρώπου
είναι μόνο μια παρένθεση
στο μεγαλείο
της επί Γης Παρουσίας Του.


**
   ΚΑΠΟΤΕ ΤΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ

Το ρολόι στον τοίχο
της αίθουσας
των μεγάλων αποφάσεων
δείχνει οχτώ.

Βράδυ ή πρωί
δεν έχει σημασία.

Γιατί τα ρολόγια
είναι οι αργυραμοιβοί
του χρόνου.

Είναι οι σωσίες
του χρόνου.

Eίναι η ακολουθία
του χρόνου.

Τρέχουν στο ρυθμό
που τους επιβάλλει
ο χρόνος.

Ασθμαίνουν
για να προφτάσουν
τους διασκελισμούς
του χρόνου.

Οι δείχτες τους
μετρούν ακατάπαυστα
τη διέλευση των στιγμών
διαγράφοντας κύκλους
μοιρασμένους
σε ισομήκη βήματα.


Γιατί τα ρολόγια
είναι οι πρεσβευτές
του χρόνου.

Οι ώρες
ανακυκλώνονται
στην ατέρμονα αλληλουχία
των ημερών.

Ο χρόνος
αποστηθίζει
την απώλεια του.

Εξαντλεί
τα περιθώρια
δίχως ο ίδιος
να εξαντλείται ποτέ.

Γιατί ο χρόνος
δεν έχει αρχή
ούτε τέλος.

Ακολουθεί
ανεπίστρεπτη πορεία
απαλλαγμένη
από κανόνες εξάρτησης.

Κάποτε
τα ρολόγια πεθαίνουν.

Ο χρόνος ποτέ.

Γιατί ο χρόνος
μένει αλώβητος
απο τα σημάδια
που αφήνει
στο διάβα του.
Είναι αυτός
που φέρνει στο προσκήνιο
τη ζωή
και το θάνατο
με άλλα λόγια
την ουσία
της ύπαρξης.


   

**


         ΧΕΙΜΕΡΙΑ ΝΑΡΚΗ

Θα μιλήσω
για τις εποχές του χρόνου
όπως μιλώ
για τα σύμβολα του φωτός
πάνω στα θολά πρόσωπα
των μνημείων της όρασης.

Θα αποτυπώσω τη σκέψη
στο περίγραμμα
του σκελετού της ζωής
δίχως να υπερβάλω
με ιριδίζουσες περιγραφές
και ασαφείς εικόνες.

Θα πω «καλημέρα»
στη διαδοχή των παραστάσεων.

Οι πέτρες
στα ερείπια της μνήμης -
που κρύφτηκε
σε μια σχισμάδα του χθες
και αγνόησε
την κυριαρχία του σήμερα
παρότι έβλεπε
να επελαύνουν ακάθεκτοι
οι επίδοξοι βιαστές του αύριο -
θα αφηγούνται τα γεγονότα
στις νεφελώδεις σελίδες
που επιμηκύνουν τις επιθυμίες
στα τετράδια των κορασίδων
με τα στητά στήθη
και αποκαλύπτουν
τις λεωφόρους των αδαών
καθώς τους ξεναγούν
στο επιμύθιο της απόλαυσης.
Δεν είναι πρέπον να αναφερθώ
στον λιθοβολισμό της παρθένας
που πλήρωσε την αγάπη της
για την προστασία του σώματος
ενώ παράβλεψε
την περιπλάνηση της ψυχής
στις επαμφοτερίζουσες περιπτύξεις
πίσω από τα παράθυρα
της μικρής κάμαρας
που ηδονίζεται
με τα μυστικά του υπνοβάτη.

Ένας μικρός Εσταυρωμένος
στον τοίχο του δωματίου μου
δεν με απαλλάσσει
από την χειμέρια νάρκη
της επώασης του απρόβλεπτου
στο περιθώριο της ύπαρξης
δεν δίνει άλλοθι
στο πλάγιασμα των ημερών
με τα θέλγητρα
της επίορκης ταλάντωσης
της σάρκας.

Θα κινηθώ
στα όρια των κανόνων
που δέχτηκα ανενδοίαστα
δίχως να υπολογίσω τις συνέπειες
όταν άφησα κενή
την ημερομηνία λήξης
στο συμβόλαιο υποταγής
με τους δυνάστες μου.

Θα προστρέξω
στο κυνήγι
του επιούσιου άρτου.

Θα υπομείνω
την αφομοίωση μου.

Θα βιώσω
την παρουσία μου
δίπλα στην παρουσία
των ανυπόστατων.

Θα υπάρξω.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου