Όσα κλεισμένα σκοτεινά λουλούδια μέσα σου έχεις
φέρε να πιουν το υπέρτατο του χινοπώρου φως,
στο λόγο ανέβα, την αυγή του Νου σα να παντέχεις,
του ήλιου που σβήνει, ταπεινός και μέγας αδερφός.
Από τον λόφο που έθρεφες το απόκρυφο κοπάδι
τα βλέμματα σου σπαταλάς στη διάφανη Αττική
ρόδινο φέγγος πλημμυρά το ενδόμυχο σκοτάδι
και στ ακροβούνια χάνουνται δυο θύσανοι λευκοί.
Δε βλέπεις τί να θυμηθείς για να το τραγουδήσεις
της αλησμόνητης χαράς χαϊδεύεις τα μαλλιά
και η πίκρα του καλού καιρού στο μέγα φως της δύσης
γλυκαίνει και χαμογελά συντρόφισσα παλιά...
Όσα καλόφωνα πουλιά καιρό μέσα σου κλείνεις
φέρε να πιουν το αβράδιαστο του χινοπώρου φως
κι απόλυτος στους ωκεανούς αιθέριας καλοσύνης
πέθανε για μια θείαν αυγή, διαβατικός αφρός!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου