Σελίδες

Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

Το τελευταίο φιλί / Βίκυ Δρακουλαράκου

Το τελευταίο φιλί 
στα πόδια του έρωτα που διαβήκαμε αφήνω..
Κάτω απ΄το τραυματισμένο ουρανό
με την ευτυχία δεμένη στο λαιμό ξεμακραίνω..
Κι όσο θα με προσπερνάς 
λύσε την σφαλισμένη σου ψυχή
ζήτα της μια αναβολή..
απ΄ τη συμφωνημένη σιωπή
το τελευταίο σ΄αγαπώ ν΄ακούσεις..
Κι αν δεν φοβάσαι σκύψε και πάρτο αγκαλιά
ν΄αντέξει στου λυγμού τα δειλινά
αυτό που βάφτισες αγάπη!
Σαν ξαποστάσεις απ΄το φευγιό
και στο δάκρυ του αναπαυθείς
αγνάντι μου αν μπορέσεις να σταθείς
κοίτα εκείνα τα απέθαντα γιασεμιά
που πρόθυμα τα μάτωνα για σένα..
Παρέα μ΄ένα τσιγάρο σέρτικο κι αράθυμο
το νου μου τον ξάστερο τυραννούσα
έρωτας δίπλα σου ν΄ανατείλλω!
Εσύ όλο γέλιο κι αρεσιά τον χορευτή παρίστανες..
ονειροπαγίδα γελαστή..
κυνηγιόσουνα με το φιλί
εγώ λάθρα μέρευα τους καιρούς
για να πετάξουμε ψηλά
αλλά εσύ φοβήθηκες
τα ύψη...!

Γενέθλιος Έρωτας / Βίκυ Δρακουλαράκου

Το τελευταίο φιλί 
στα πόδια του έρωτα που διαβήκαμε αφήνω..
Κάτω απ΄το τραυματισμένο ουρανό
με την ευτυχία δεμένη στο λαιμό ξεμακραίνω..
Κι όσο θα με προσπερνάς 

λύσε την σφαλισμένη σου ψυχή
ζήτα της μια αναβολή..
απ΄ τη συμφωνημένη σιωπή
το τελευταίο σ΄αγαπώ ν΄ακούσεις..
Κι αν δεν φοβάσαι σκύψε και πάρτο αγκαλιά
ν΄αντέξει στου λυγμού τα δειλινά
αυτό που βάφτισες αγάπη!
Σαν ξαποστάσεις απ΄το φευγιό
και στο δάκρυ του αναπαυθείς
αγνάντι μου αν μπορέσεις να σταθείς
κοίτα εκείνα τα απέθαντα γιασεμιά
που πρόθυμα τα μάτωνα για σένα..
Παρέα μ΄ένα τσιγάρο σέρτικο κι αράθυμο
το νου μου τον ξάστερο τυραννούσα
έρωτας δίπλα σου ν΄ανατείλλω!
Εσύ όλο γέλιο κι αρεσιά τον χορευτή παρίστανες..
ονειροπαγίδα γελαστή..
κυνηγιόσουνα με το φιλί
εγώ λάθρα μέρευα τους καιρούς
για να πετάξουμε ψηλά
αλλά εσύ φοβήθηκες
τα ύψη...!

Μια θάλασσα να φτιάξω / Βίκυ Δρακουλαράκου

Mια στιγμή μονάχα δώσε μου..
το γαλανό απ΄τα πανσέληνα μάτια σου 
να πειράξω.. 
κι αγνάντι μου μείνε ως την αυγή 
μια θάλασσα να φτιάξω!
Μια χτενισιά σ΄ένα φεγγάρι δρόμο άσε μου..
Να ταξιδέψω μια αφορμή..
το χορό της άνοιξης να προλάβω !
Να βγω μια βόλτα στη ζωή..
με χρώματα του δειλινού στα χείλη..
Να φιληθώ με το φιλί..
μαζί σου να τσαλακωθώ..
ζωή να μου διδάξω!

Ο δισταγμός του ανομολόγητου / Βίκυ Δρακουλαράκου

Πάρε τα χείλη σου απ τα δικά μου
δυσεύρετο πάθος μου και μύρο των ανθών
σε βράδια των ψιθύρων που σμιλεύαν το νοτιά
κρύψε των ματιών σου τη δάκρινη θωριά.
Το σώμα σου χώρισε απ΄το δικό μου
ο δισταγμός του ανομολόγητου να υποταχθεί
οι κρυμμένοι πόθοι αντιμάχονται της έλξης
εύθραυστη η σιωπή και οι στιγμές αιμοσταγείς.
Θαλασσινός ανθός ο ταξιδευτής ο χρόνος
άελλες ξόδεψαν τις προσδοκίες του τις κρυφές
κεντήστρες μέλισσες στο μένος εθισμένες `
στιγμές του αποχωρισμού με δέος εντρυφούνε.
Τα χέρια άσε μου την επιορκία μέσα τους κρύβω
έναυσμα το πύρωμα της αμνήμων αστροφεγγιάς
και πως να αποχωριστώ αυτό το θαύμα
που κρύβω μέσα στη νάρκη της καρδιάς.

Σπυριδούλα Γεωργοκίτσου (μικρή αναφορά)

Η Σπυριδούλα Γεωργοκίτσου σπούδασε Φιλολογία και κατάγεται από την Πρέβεζα. Ασχολείται με τον Πολιτισμό, Ποίηση, Ραδιόφωνο. 

Μαστορούδης Γιώργος (μικρή αναφορά)

Έλληνας Ποιητής . Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε ηλεκτρονικές ιστοσελίδες ποίησης.

Βαχλά Λούλα ( μικρή αναφορά)

Ελληνίδα Ποιήτρια:

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα: Δρόμοι Χαράς και Θλίψης / 2014 από τις εκδόσεις Λόγου και Τέχνης

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Λυγερή Ζωχιού (βιογραφικό σημείωμα)

Η Λυγερή Ζωχιού γεννήθηκε στην Κέρκυρα αλλά στην προσχολική ηλικία μετακόμισε με την οικογένειά της στην Αθήνα όπου και ζει έκτοτε.
Είναι πτυχιούχος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Πάντειου Πανεπιστημίου. Μετά την αποφοίτησή της παρακολούθησε  Σεμινάρια Επιμελητών Ανηλίκων και Έρευνας Μarketing και Αγοράς.
Είναι κάτοχος Proficiency του Cambridge και έχει παρακολουθήσει δίμηνο Teachers Training Course στο Βρετανικό Συμβούλιο.
Έχει παραδώσει ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών καθώς και μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας σε μαθητές Δημοτικού και Γυμνασίου επί δεκαετία καθώς και μαθήματα Αγγλικών στα φροντιστήρια Όμηρος επί τετραετία.
Ασχολείται  ερασιτεχνικά με την ζωγραφική. Με μια δική της τεχνοτροπία,  έχει δημιουργήσει πίνακες με κύριο θέμα την ελιά αλλά και άλλα.
Ποιήματά της υπάρχουν σε ηλεκτρονικά έντυπα της περιοχής της και σε σελίδες του διαδικτύου. 

Η ΠΡΩΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΟΥ ΖΩΗΣ

                 
( Κι όταν δεν το μπορείς ν’ αντισταθείς… όπλα να  παραδώσεις 
γιατί έτσι πρέπει κι αργότερα θα δεις… )             
  

Πρέπει να έχει όνομα  όταν σου συστηθεί…
Να έχει μάτια  αλλιώτικα  που ‘να σου κάνουν’
 Φωνή που να ηχεί στ’ αυτιά σου ξέχωρη από τις άλλες όλες
 Και κάτι ακόμα…
Που να τ’ ονοματίσω δεν μπορώ  ακριβώς
Ίσως το λένε μοίρα
Αν την πιστεύεις…
Aλλιώς, αλλιώς το λένε…
Αυτά θαρρώ πως φτάνουνε
Για να σε πιάσει στην απόχη η στιγμή της νέας σου ζωής
Και  όλα να τα αλλάξει
Δεν θέλει άλλα…
Και  αλλάζει τότε χρώμα στην ψυχή σου
Γιατί  διάταξε αυτό να γίνει έτσι
Κι εσύ δεν έχεις λόγο στην ψυχή
μόνο να υπακούσεις…
Ταξίδι  με κλειστά τα μάτια ξεκινά αυτή κι αποζητά να χάνεται
Χωρίς να σε ρωτήσει… κι εσύ ν’ ακολουθήσεις

Σε σκέψεις που  χαράζουν δρόμους
Mε μια λοξή ματιά χαμογελά  στον χρόνο
Τον  πόνο τον παλιό  στριφογυρνά  μα δεν του δίνει  θάρρος
Μονάχα την ελπίδα αφήνει  θαρετή  ν ’ανοίγει μονοπάτια
Κι ο στρόβιλος  της σκέψης συνεπαίρνει το μυαλό
Στην αγκαλιά της μοίρας χάνεται, αφήνεται  να γύρει
Και πάλι θάρρος παίρνει και σηκώνεται
Να πάει πού δεν ξέρει… μόνο κλωθογυρνά…
Μα σαν είναι αναγκαία η στιγμή
Πισωγυρίσματα δεν πρέπουν,  δεν ταιριάζουν…
Ανήφορος είναι το πρέπον  να συμβεί
Δεν επιτρέπονται λιγοψυχίσματα
Όσο απρόσκλητα κι αν έρχονται τα κύματα της που και που
 Η θλίψη το κεφάλι δεν σηκώνει
Κι ας ψάχνεται όλα να τα χαλάσει…
Μικρός, ανίερος πόλεμος και χαλασμός
Μα πρέπει αυτό να γίνει έτσι
Κι ωστόσο… μπρος στα μάτια σου…

Η  νέα σου ζωή  μάχεται και γεννιέται…

ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ( Η ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΛΙΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ) / Λυγερή Ζωχιού



Δύσκολη διαδρομή στ’ αλήθεια
Για να την διαλέξεις αβασάνιστα
 χωρίς την σκέψη
Στένωμα κι αγριάδα
Μόνο ο ουρανός ψηλά δείχνει απαλοσύνη
Τα πόδια δεν ελπίζουν σ’ αλαφράδα
Μόνο σε άπονα χαράγματα
Και πέτρες ασχημάτιστες, αμετανόητες,
 σκληρόκαρδες είναι η συντροφιά
Και χώμα που δεν συγχωρεί
Και ξεσηκώνεται στην πρώτη ευκαιρία
 με σύμμαχό του
Τον απερίσκεπτο κι απρόβλεπτο άνεμο
Και κάπου κάπου η ανηφόρα
Έρχεται, απλώνεται μπροστά
προκλητική και περιμένει…
Να δοκιμάσει κι άλλο την ψυχή
Πόσο αντέχει ακόμα
Μια λιτή ψυχή
Γυμνή, χωρίς στολίδια
Και δίχως της λεωφόρου
την άνετη απλωσιά και τα συναπαντήματα
Μόνη, με μόνη πολυτέλειά της
Τον χρόνο να σκεφτεί
Να δαμαστεί, ν’ αντέξει
Τα όρια να μάθει
Και να φτάσει
Όπου είναι το τέρμα το καλό …
Ω ! μονοπάτι !
 Ιερή και αναγκαία βάσανος
Λιτής ψυχής η λεωφόρος …              

Απαλλαγή / Γεροντούδη Λ. Παυλίνα



     
      Περιμένω την ώρα που θα σταματήσω να κοιτάζω το κενό
στο βάθος του δρόμου,
      την ώρα που η όρασή μου θα κουραστεί
και θα εγκαταλείψει αυτή την ανούσια προσπάθεια.
        Περιμένω την ώρα που θ’ ακυρώσω τ’ όνειρο,
        θα κοιτάξω κατάματα το χάρτη
        και χωρίς αναστολές,
θα σβήσω την πορεία που χάραξε
μια αρρωστημένη προσμονή.
Να εκτιμήσω θέλω τη δική μου επάρκεια,
        ν’ απαλλαγώ απ’ την απάτη του αναμενόμενου,
        να ζήσω το χρόνο μου στην αληθινή του διάσταση
        να γδύσω την αλήθεια μου,
να σπάσω τα δεσμά της ελπίδας

        κι επί τέλους να δραπετεύσω απ’ την παγίδα της προσμονής.    

Τα ανέγγιχτα του Χρόνου: Ποιητική Συλλογή της Ρούλας Τριανταφύλλου από τις εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ / 2017



ΑΣΑΛΕΥΤΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Ασάλευτοι χρόνοι.
Η ζωή, η μικρή μου ζωή,  μια προσμονή.

Ο κόσμος υψώνει τα χέρια στον ήλιο
Κι έξω είναι χειμώνας
Να εδώ χάμω σ ΄αγγίζω και τρέμω.

Ψυχή μου ακοίμητη κι ασάλευτη
Ως πότε ελπίδες,
Ως πότε όνειρα,
Ως πότε ζωή μου;
Θάλασσα που σωπαίνει στις αδούλωτες τρικυμίες.

Κι ‘ότι πιστέψαμε ως εδώ ήταν;
Πως προχωρούν τα σκοτάδια.
Χαραγμένα στο  ύστερο φως. Ασάλευτα.
Περίμενε λίγο είπες,
Λίγο ακόμα…
Άσε το παραθύρι ορθάνοικτο,
T’ ονείρου τα πουλιά
να διαβούνε και πάλι
Άσε το παραθύρι ανοικτό,
 Η βροχή κι ο αγέρας να περάσουν,
Σιμά  να πλαγιάσουν στα δικά μας αλώνια.

Ω! Ασάλευτοι χρόνοι, ασάλευτη πόλη
Εδώ η συντριβή.
Στα δάχτυλά αίμα η ζωή κυλάει.
Κι αν για λυτρωμό, μιλήσαμε,
Ευτυχία που είναι χειμώνας.




ΕΡΩΤΙΚΟ

Τρέμει η καρδιά στις ρωγμές του ονείρου.
Με κόκκινη κλωστή δένω τον ήλιο.
Στου Μάη τις μαργαρίτες, παραμονεύει το νυχτερινό φιλί.
Εκεί στην άκρη των χειλιών
ανθίζει  η άνοιξη. 
Χρώματα, ροδόσταμο, χειμωνανθοί.
Φωνή μου.
Σιωπή μου!
Αναδύομαι σαν λάμψη αστραπής,
των οριζόντων αέναη γραμμή.

Ποίημα στο μαγικό σου κόσμο.
Ψυχή μου.
Των υακίνθων, του ασφοδέλου τραγούδι.

Στου ανέμου τα κατάρτια.
Στη ρότα της μοίρας σου.
Στο χρυσό του ονείρου βυθό, 
χάνομαι.



ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗ ΦΥΓΕΙΣ

Ασύνορο ταξίδι ο έρωτας μας.
Στο βαθύ μωβ της θάλασσας, στου φεγγαριού τ’ ασήμι,
στα χρώματα της Ανατολής και της Δύσης,
ας μη ξημερώσει ποτέ η νύχτα, ας αποκοιμηθεί.
Ο ήλιος κι σελήνη ένα να γίνουν,
Μια μέρα η  δύση κι η ανατολή.
Ποτέ να μη φύγεις.
Στο δρόμο των ονείρων,  ανύσταγος ο  έρωτάς μας.

Ω Μούσες,
Ω Ποιητές,

ποιος από σας τη φτωχή μου καρδιά θα νιώσει;
Ποιος  από σας την ψυχή μου θα λυπηθεί;

Ω Μούσες,
ω Ποιητές,

ποιος αυτόν τον έρωτα θα τραγουδήσει;
Ας αποκάμει η νύχτα, στο όνειρο αιώνια.

Ας ξεχαστεί.

Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Μανόλης Ξεξάκης (βιογραφικό σημείωμα)

Ο Μανόλης Ξεξάκης γεννήθηκε το 1948 στο Ρέθυμνο Κρήτης. 
Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.  
Κατά το χρονικό διάστημα: 1982 - 1987 παρουσίαζε την εκπομπή "Ο κόσμος του βιβλίου" στη ραδιοφωνία της ΕΡΤ-2. 
Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1971 και υπήρξε στενός συνεργάτης του περιοδικού "Το τραμ". 
 Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και στα αγγλικά.

Εργογραφία:


  • Ποιήματα, Σύγχρονοι Ορίζοντες  (2008) 
  • Σονάτα κομπολογιών, Νεφέλη (2000) 
  • Πού κούκος; Πού άνεμος;, Νεφέλη(1999) 
  • Ασκήσεις μαθηματικών, Μπαρμπουνάκης Χ.(1980) 
  • Ο θάνατος του ιππικού, Μπαρμπουνάκης Χ.(1980) 
  •  Πλόες ερωτικοί, Μπαρμπουνάκης Χ.(1974)
Ποιήματά του μπορείτε να διαβάσετε στον ιστότοπο: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=7273.msg320349#msg320349

«Ασκήσεις μαθηματικών» : Ποιητική Συλλογή του Μανόλη Ξεξάκη που εξεδόθη το 1980 / Μπαρμπουνάκης

Άσκηση πρώτη

Άγνωστε χι που λείπεις απ’ αυτό το σύστημα
που λείπεις απ’ τη ψυχή μου
φυγάδευσέ με στους λόφους των αριθμών
τα χρόνια που περνούν με ρυτιδώνουν
η νύχτα φορεί τον αγαπημένο μου χιτώνα του σκοταδιού.

(Μην ασχοληθείτε με ψυχρές αλγεβρικές σχέσεις, μ’ ανοιχτά διαστήματα, φθίνουσες ακολουθίες·
είναι εδώ, μέσα στο σχήμα, γωνίες με πλευρές παράλληλες, ερειπωμένοι κύκλοι των ασκήσεων των περυσινών.)



Άσκηση δεύτερη

Σε μια βελούδινη περιφέρεια
δύο εφαπτόμενες νύχτες
έχουν σε επαφή
τα γεννητικά τους όργανα

ένας μαθητής
βρίσκει τις εφαπτόμενες
πως ταυτίζονται
και ο έρωτας εξωραΐζει
τη μακριά μαύρη νύχτα
των περιφερειών.

(Εσείς να βρείτε το κατάλληλο βρέφος που ανακυκλώνεται στη κοιλιά της μητερούλας και του επιτίθεται και το φονεύει ο στοχασμός.)


Άσκηση τρίτη

(Να λυθεί με το αξίωμα της συνεχούς επίκλησης. Η άσκηση γίνεται όσο περνά ο καιρός αποδομητική, αλλά βοηθά τις φυτείες των ελπίδων να μεγαλώνουν, τα κίτρινα πέπλα –που βουτιούνται οι άκρες τους στο παρελθόν– να ντύνουν τις αιχμηρές νύχτες των συνόλων.)

Έλα τρίγωνο ισοσκελές,
έλα στο σχήμα μου!

Σε ψάχνω ώρες∙
έχω φέρει ευθείες παντού
ώστε η επιφάνεια της λογικής
δε βλέπει πια
στον ορίζοντα του συγκεκριμένου.

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

Πλόες Ερωτικοί: Ποιητική Συλλογή του Μανόλη Ξεξάκη από τις εκδόσεις Μπαρμπουνάκης Χ. / 1974

Από την ενότητα: Το τραγούδι της Ελένης

1

Φοινικιά μου ψηλή και λιγόπειρη,
σε νησί τού Ειρηνικού ή του Ινδικού,
σε πέτρα από βασάλτη ριζωμένη,
ποιος πρέπει να ’ν’ ο δρόμος του καραβιού μου
για να σε βρω;

Τα μάτια σου κλείνουν σαν άνθη του κρόκου τη νύχτα
κι η γραμμή του προσώπου σου
μου θυμίζει το σχοινί των γερανών
που ανεμοπορούνε πλάι-πλάι το φθινόπωρο.


2

Θυμάσαι που χάθηκες απ’ το χιτώνα σου...
Στης νύχτας το μάτι που ήταν πανσέληνο
παράδωκες τη γύμνια σου.

Κορμί αλαβάστρινο στη ροή του φωτός
καταιγίδα που νυχτώθηκες σ’ άγνωστο τοπίο, μη φοβάσαι.

Έλα στη θήκη σου ακριβό βιολί
μην παίζεις σήμερα για κανένα.


3

Ήρθες πάλι κύματα-κύματα
με τη ζέστη φυτεμένη στα μόριά σου
και λύγισες τα δέντρα κι έφρυξες το χώμα
κι έστρωσες τη θάλασσα με θίνες
που οδεύουν κι ολοένα χάνονται
στο βάθος του ορίζοντα, αφρικανέ...

Ήρθες πάλι σήμερα και πήρες τη συνάντηση
με την Ελένη.


4

Υμνώ τώρα
τις στάσεις των πλοίων μέσα στον ωκεανό.
Παίρνω και ξεχωρίζω τους γλάρους
και τα υπόλοιπα θαλασσοπούλια,
γυμνώνω τις αλατόβρεχτες επιφάνειες των πλοίων,
πλοία και ναύτες, κορμιά και ψυχές βουτηγμένα
στην αρμύρα και το νόστο του γυρισμού.

Ω άρπες ιόντων
που μεταφέρετε τους πειρατές στα σταματημένα καράβια
και διχάζετε τα πληρώματά τους στους πέντε ωκεανούς,
σας υμνώ.


5

Στη χαίτη του ανέμου ταξιδεύω τις αναμνήσεις μου.
Σε κυνηγώ πάλι στις πολεμίστρες του κάστρου
και δε σε χορταίνω, πέλαγο.
Αγκαλιά με την προχωρημένη νύχτα
περιμένω τα μελτέμια και τα πρώτα κίτρινα φύλλα.
Οι ελπίδες είναι σαν τα σπαθιά.

Το τυροκέλι του τραγουδιού / Ξεξάκης Μανόλης


Τώρα πια αναβλύζει και σκορπίζεται μεσ' απ' τους πυλώνες εκείνων
των νεοσσών αισθημάτων που ένιωσα γράφοντας το τραγούδι
μια ανεκτίμητη μυρωδιά.
Οι κλώνοι μου, αργά και σταθερά, φυλλορροούνε και μοναχά αυτή η οσμή
των αισθήσεων που σαρώνει τα λυχνάρια της νύχτας με κινεί ν' ανιχνεύω
τη συναισθηματική φουρτούνα που προσπαθούσα να δαμάσω εκείνη την εποχή. Ανίκανο για άλλη δράση το οπλοστάσιο ενός συγγραφέα, προσπαθεί να περισώσει εδώ τα ψιχία του ρομαντισμού και της απελπισίας των εγκαταλειμμένων εφήβων, που μεγάλωσαν σε μικρές πολιτείες, με μικρές χαρές, γεμάτοι άγνοια, χωρίς σταλάγματα πολιτικής οικονομίας στο δραστικό πεδίο του νοητικού τους.
Η άνοιξη της εφηβείας των ελληνοπαίδων, στις ασφυκτικές επαρχιακές πολιτείες, δεν ειναι καθόλου ανθηρή.
Η χαρά και η συναισθηματική επάρκεια, που είναι απαραίτητες στις παιδικές που αναδύονται ψυχούλες, αγγίζουν μονάχα τους τολμηρούς μικροαστικής νοοτροπίας και παράγουν κατά κανόνα βλάκες.
Η ζωή κυλάει μέσα από παράτες αμφίβολης εμβέλειας, με τους τοπικούς άρχοντες προκλητικούς και δασκαλεμένους από επιτυχόντες προγόνους.
Το ιερατείο εν δράσει στις ετήσιες γιορτές.
Το σχολείο φάκα, η φτώχεια, η μιζέρια, το ψέμα και μέσα σ' όλα αυτά το λουλουδάκι του έρωτα, δικτατορικά κύριοι, εν τούτοις, ανθίζει.

Όνειρο δωδέκατο: Αγγελιοφόρος θερμότητας / Ξεξάκης Μανόλης



Ονειρεύομαι και βλέπω ένα χειμώνα με κρύο 
που εισχωρεί από τις σύγχρονες καθρεπτοτζαμαρίες 
μαζί με παγοκρύσταλλα στα κτίρια της πόλης.

Δεν έχουμε ψυγεία για ποτά και τρόφιμα. 
Κάθε δωμάτιο, θάλαμος ψυκτικός. Ο κόσμος 
τρέφεται με κρύα φαγητά και ζει σε παγωμένα σπίτια.

Ένα σαλόνι δίπλα μας είναι φωλιά των πάγων. 
Αλλού, εκεί που κατοικούν τυριά, θάλαμος της γραβιέρας.

Τα μπρι, οι παρμεζάνες και τα καμαμπέρ είναι αναποφάσιστα. 
Ψάχνουν αριστοκρατικά προάστια αχιόνιστα να εγκατασταθούν...

Διαλαλώ, μας απειλούν νυχθημερόν πολλών αιώνων κρύα. 
Σκοτάδια ασύλληπτα αγριεμένων ημερών, νύχτες αραβικές, αιμάτινες 
έρχονται για την παγωμένη ευρωπαϊκή οντότητα, τώρα που ζει 
με τις επιλογές του λογχοφόρου γίγαντα της υφηλίου.

Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Τρία Χαϊκού/ Ἀγγελος Ερατεινός


                                                           Έφτασε νύχτα
                                                  Τ’ ουρανού χρειάστηκε
                                                  μισό φεγγάρι
                                                         *
                                                   Ακτίνες λάμπουν
                                                   χαραμάδες γνωρίζουν
                                                   μπαίνουν στο  σπίτι
                                                         *
                                                    Κορμί μου ψάχνεις
                                                    της αγάπης το μέλι

                                                    και την κυψέλη

Γητειά / Γεροντούδη Λ. Παυλίνα





Χέρια απαλά,
σεντόνια λευκά,
στον ήλιο απλωμένα.

Μάτια αστρικά,
της νύχτας φωτιά,
διαμάντια αναμμένα.

Αγάπης γητειά,
φιλιά ερωτικά,
στην άμμο σπαρμένα.


Σπύρος Μακρυγιάννης

Ο Σπύρος Μακρυγιάννης γεννήθηκε στο Βόλο το 1963 και είναι φαρμακoποιός . Γράφει ποίηση, ενίοτε διήγημα, πρόσφατα Χαϊκού.  
Συμμετείχε: Μουσικοθεατρικό αφιέρωμα Pablo Neruda.Ανελλιπώς στους “100TPC” Μέλος: Bookcrossing Βόλου, Θιάσου ΔραΠαίκτες (Ιδρυτικό).Ποιητικής Σκηνής Poetry Slam, Πολ.Συλ. Καλλιτεχνών Βόλου. Δημοσιεύθηκαν σε project: Διηγήματα: ONE STORY, Tweet Stories, Τρενογραφίες. Ποιήματα: Τρενογραφίες, Ασύγγνωστη νύχτα.


Διαβάστε περισσότερα στο Ιστολόγιο: https://spirogyrismata.blogspot.com.cy/2014_02_01_archive.html

Απόλυτη παράδοση / Σπύρος Μακρυγιάννης

Το χέρι Σου απόλυτα εμπιστεύθηκα
όταν μπροστά μου βρήκα το κενό
και τα συντρίμμια όσων ονειρεύτηκα
κι Εσύ για μένα άνοιξες πλατιά τον ουρανό.
Απλόχερα την χάρη Σου με έλουσες
μου είπες πως για μένα θα είσαι εκεί
στις τώρα μου φουρτούνες και στις μέλλουσες
δίπλα μου Αρχάγγελος πως πάντα κατοικεί.
Και τότε έγινε το δάκρυ μου χαράς
κι ας είναι γύρω μαύρο το τοπίο
το ξέρω πια το πόσο μ' αγαπάς
πως με κρατά σφιχτά το χέρι Σου το θείο...

Δίχως στέγη / Μακρυγιάννης Σπύρος


Με εκφράσεις προσπερνάς παγωμένες 
τα μάτια από πάνω μου αποστρέφεις.
Ζωές σαν την δική μου πεταμένες
δεν θέλεις πια στο δρόμο σου να βλέπεις.
Σε φοβίζει βαθιά και το ξέρω
μην βρεθείς στην δική μου την θέση
μην κι εσένα ότι εγώ υποφέρω
σαν κατάρα επάνω σου πέσει.
Κι αν σε σένα το χέρι απλώσω
βιαστικά κάποιο κέρμα ίσως ρίξεις
τι κι αν ήθελα απλά να στο δώσω…
Θα φοβόσουν και να το αγγίξεις...
Μα δουλειά είχα κάποτε, είχα σπίτι,
είχα φίλους πολλούς στο πλευρό μου
και κανείς τους δε μ΄ έλεγε αλήτη....
Μην μ' αφήνεις κι εσύ μοναχό μου...
Δεν ζητάω πολλά για ν' αντέξω
ένα λόγο γλυκό, ένα βλέμμα,
μια κουβέρτα -κρυώνω εδώ έξω-
να ζεστάνει στις φλέβες το αίμα.

Άλμπατρος / Σπύρος Μακρυγιάννης

Άνοιξα τα φτερά μου και πέταξα ψηλά
πάνω από θάλασσες πλατιές που είχα μπροστά μου
δεν μ’ ένοιαζε αν φύσαγε βοριά μήτε νοτιά
να κυνηγήσω έτρεξα εγώ τα όνειρά μου.

Λίγο μόνο ξαπόσταινα σε κύματος αφρό
κι έπειτα πάλι από ψηλά έψαχνα το καράβι
πορεία ζωής που χάραζε στο αλμυρό νερό,
για κόσμους νέους μέσα μου τον πόθο που ανάβει.

Με πέταγμα ακούραστο, μ’ ορμή νεανική
κάποτε πια εντόπισα της ζήσης μου το πλοίο
κι έμοιαζε ετούτη η ρότα του μονάχη, ερημική
ρότα που γύρευε αντί ενός, ρότα να ‘ναι για δύο.

Πιστά το ακολούθαγα γυρόφερνα στα ξάρτια
έπαιζα με τα όνειρα που είχε για πανιά του
τιμόνι είχε το θέλω μου και τα μπορώ κατάρτια
κι αμέριμνα αρμένιζε σε πέλαγα δικά του.

Αν κάποτε συνάνταγε θάλασσα αγριεμένη
για λίγο μάζευα κι εγώ μαζί του τα πανιά
να μην τα βρει η θύελλα που ερχόταν μανιασμένη
και ναυαγήσουν τα όνειρα, βυθού σε μια γωνιά.

Το θέλω μου δεν άκουγε πάντα τις προσταγές μου
και τα μπορώ μου λύγιζαν άλλο πολύ άλλο λίγο
δοκίμαζε λες ο Θεός κι εμέ, τις αντοχές μου
απ’ την πορεία που χάραζα πόσο μακριά θα φύγω.

Ράγισαν πια τα ύφαλα μετά από τόσα χρόνια
και οι φτερούγες μου μαδούν κι εκείνες γερασμένες
αντέξαμε σε πειρατών παγίδες και κανόνια
και εμπειρίες πια πολλές στις στοίβες φορτωμένες.

Ο χρόνος αδυσώπητα για όλους μας περνάει
για μένα που ψηλά πετώ γύρω από το σκαρί μου
για το σκαρί που στο στερνό λιμάνι θε να πάει
όχι όμως και για το παιδί που έχω στην ψυχή μου…

Στην τελευταία ανάσα μου τότε θα με αφήσει
όταν απάνω στο σκαρί θα σπάσουν τα φτερά μου
ελεύθερο σαν άλμπατρος τα σύννεφα θα σκίσει
στους κόσμους εκείνους που ‘πλαθε μέσα στα όνειρά μου

Το τραίνο της ελπίδας / Μακρυγιάννης Σπύρος

Άφησαν πίσω μια ολόκληρη ζωή
σπίτι και βιος και μια γλυκιά πατρίδα,
πέρασαν σύνορα, βρεθήκαν σ’ άλλη γη
σαν του πολέμου ξέσπασε η καταιγίδα.

Σε σαπιοκάραβα στοιβάχθηκαν πολλοί
και τόσοι χάθηκαν στα κύματα ως τώρα,
φωτιά και σίδερο στη Μέση Ανατολή,
κι η ελπίδα μπάρκαρε να πάει σε άλλη χώρα.

Κάθε μια μέρα φέρνει η θάλασσα κορμιά
όμως δεν μένει πια εδώ ο Ξένιος Δίας,
η φτώχεια σβήνει κάθε του κληρονομιά,
βγήκε κι εκείνος στο Ταμείο ανεργίας.

Αθήνα – σύνορα τα πούλμαν στην σειρά
κι ο δρόμος ύστερα σπαρμένος με αγκάθια
μάνες, πατέρες με παιδιά στην αγκαλιά,
τα ‘‘νήματα’’ να κόβουν μέσα απ’ τα χωράφια.

Και να που τώρα ακολουθούνε τις γραμμές
κουρέλια ανθρώπινα που γνώρισαν τον πόνο
που έχασαν όλα όσα είχαν μέχρι χθες
δεν έχουν άλλο πια, η ελπίδα μένει μόνο.

Χιλιάδες σε μια αποβάθρα οι ψυχές
όμως το τραίνο της ελπίδας μόνο ένα,
κοιμάται η Ευρώπη δίχως τύψεις κι ενοχές
κι ας έχει τόσο τα σεντόνια λερωμένα…

Ποιος πια να ανέβει στα βαγόνια του αυτά;
Κάνουν κι εκείνα ότι μπορούν να τους χωρέσουν,
να μην χωρίσουν τους γονείς απ’ τα παιδιά,
την μοίρα τους μαζί να βρουν για να μπορέσουν.

Έχουν γνωρίσει κάποτε την προσφυγιά
και είναι με δάκρυα από τότε ποτισμένα,
ξέρουν πως είναι η μόνη πια παρηγοριά
για όποιον ψάχνει μια ζωή πέρα στα ξένα.

Και όταν φεύγουν φορτωμένα με ψυχές
θέλουν ξανά γρήγορα πάλι να γυρίσουν
να ξεπεράσουν τις δικές τους αντοχές
και πιο πολλούς μες την αγκάλη τους να κλείσουν…

Στον πατέρα μου..../ Σπύρος Μακρυγιάννης



Σαν έφυγες δεν έγραψα για σένα λίγους στίχους
μα το κενό που άφησες ακόμα το μετρώ
κι ορκίζομαι ανάμεσα σε τόσους άλλους ήχους
στιγμές μου έρχεται στ' αυτιά των λόγων σου η ηχώ...


Για εμάς έδινες πάντοτε και την ψυχή ακόμα
στερήθηκες για να έχουμε για την ζωή φτερά
και σαν γλυκά σε σκέπασε μα κι άπονα το χώμα
πάντα δίπλα μου σ' ένοιωθα, σ' έβλεπα νοερά...

Λεβέντης ήσουν κι όμορφος σαν γέρασες πατέρα
κι όλοι όσοι σε γνώριζαν είχαν λόγο γλυκό
την συντροφιά σου ζήλεψαν οι άγγελοι μια μέρα
κι έφυγες γι άλλο καφενέ, ψηλά στον ουρανό....