Σελίδες

Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Πάβελ / Καταβούτα Ράνια





Δεν κατάλαβε πώς εξαφανίστηκε ο εντός του άνθρωπος. Πως έφυγε από μια σχισμή, κάπου ανάμεσα σε μια ανάσα και ένα ανοιγοκλείσιμο των ματιών. Πως σκαρφάλωσε από μέσα του, πέρασε τα στενά των βρόγχων, ανέβηκε την τραχεία, κολύμπησε στα ιγμόρεια και γλίστρησε απ’ τα ρουθούνια. Έτσι βγήκε, σαν αέρας. Πώς ήταν το όνομά του; Δύσκολα θυμάται… “Πάβελ. Πάβελ Κόχουτ..” επαναλάμβανε μουρμουρίζοντας ανάμεσα απ’τα δόντια. “Πάβελ Κόχουτ” σαν ξόρκι τρανσυλβάνιο που τριγυρνούσε πίσω από βαριές πόρτες κι ομίχλες.
Και έτσι έμεινε άδειος ο μέσα του εαυτός. Το ξόρκι πήρε φεύγοντας όλα τα αισθήματα και όλες τις σκέψεις.
“Πόσο καιρό συμβαίνει αυτό;”. Άνοιξε τα μάτια και τρόμαξε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου