Η λύπη
δεν είναι πάντα μια άλλη πατρίδα
που ξενιτεύει την ψυχή
Είναι ίσως
κι ένα παλιό σκαρί ξαναβαμμένο
στον ουρανό του
Είναι το πιο απόμακρο χαμόγελο
ενός αφηρημένου ανθρώπου
αφηρημένου, από όσα
του έχουν συμβεί
δεν είναι πάντα μια άλλη πατρίδα
που ξενιτεύει την ψυχή
Είναι ίσως
κι ένα παλιό σκαρί ξαναβαμμένο
στον ουρανό του
Είναι το πιο απόμακρο χαμόγελο
ενός αφηρημένου ανθρώπου
αφηρημένου, από όσα
του έχουν συμβεί
`
>>>
Προαίωνιο
Ο μοναδικός μου Αναγνώστης
σα ένας Άλλος
σα ένας Άλλος
Κι εγώ
στα Βιβλιοστάστια δεμένη
στα Βιβλιοστάστια δεμένη
Τι να μου κάνει τώρα
το μυστικό Υπόγειο των Θαυμάτων
Κλειστά χαιρέκακα βιβλία-
μανδύες, άδειοι, κρεμασμένοι
το μυστικό Υπόγειο των Θαυμάτων
Κλειστά χαιρέκακα βιβλία-
μανδύες, άδειοι, κρεμασμένοι
`
>>>
Έπειτα σκέφτεται
Γιατί τόσο όμορφα ρούχα
γιατί να λησμονηθούν τα τιμαλφή του σώματος…
Γιατί τόσο όμορφα ρούχα
γιατί να λησμονηθούν τα τιμαλφή του σώματος…
μένοντας μ’ένα μισόφαρδο φόρεμα
στη μέση του δωματίου
να λικνίζεται
κατασκότεινο ποίημα
στη μέση του δωματίου
να λικνίζεται
κατασκότεινο ποίημα
`
>>>
Φυσούσε
Οι καθρέφτες
που ξεφύλλιζαν το χρόνο
που κλείδωναν το αίμα
που ξεφύλλιζαν το χρόνο
που κλείδωναν το αίμα
να μην ηχεί τόσο εκκωφαντικά
γύρω απ΄τις πράξεις
γύρω απ΄τις πράξεις
και το θαύμα το θαύμα
που σιγά, σιγά
έγεινε ένας παλιός λεκές
που σιγά, σιγά
έγεινε ένας παλιός λεκές
Γύρω απ΄ τον κάμπο φυσούσε το θαύμα,
τότε που έκλαιγαν φιλιά στα σεντόνια
τότε που έκλαιγαν φιλιά στα σεντόνια
`
>>>
Εκείνο που χρήζει παρηγορίας
εκείνο που νυχτώνει είναι ορατό
μόνο μες στο σκοτάδι
διακρίνω το βυθό της οδύνης
Το απαγορευμένο,
ως μέλλοντα χρόνο.
`
εκείνο που νυχτώνει είναι ορατό
μόνο μες στο σκοτάδι
διακρίνω το βυθό της οδύνης
Το απαγορευμένο,
ως μέλλοντα χρόνο.
`
>>>
Έφυγαν λοιπόν οι περιπατητές
Άδειασαν τα καθίσματα των συζητήσεων
των οραμάτων
των παλιών μας σφαλμάτων κι έμεινε
κατάπληκτο το ξεμονάχιασμα
μες στον λαβύρινθο η κραυγή που ελπίζει δεν
ελπίζει γι’ αυτό
θυμήσου το άνοιγμα του φιλιού
στο στόμα δίχως το
τωρινό αναφιλητό
Θυμήσου το μωρό ανάμεσά μας κι εκείνο
Το γέλιο τυφλό
Άδειασαν τα καθίσματα των συζητήσεων
των οραμάτων
των παλιών μας σφαλμάτων κι έμεινε
κατάπληκτο το ξεμονάχιασμα
μες στον λαβύρινθο η κραυγή που ελπίζει δεν
ελπίζει γι’ αυτό
θυμήσου το άνοιγμα του φιλιού
στο στόμα δίχως το
τωρινό αναφιλητό
Θυμήσου το μωρό ανάμεσά μας κι εκείνο
Το γέλιο τυφλό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου