Σελίδες

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Από Πρόσφατα Όνειρα που δεν Ξεχάστηκαν Ακόμη: Ποιητική Συλλογή του Δημήτρη Λέντζη από τις εκδόσεις Ερωδιός / 2005


ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
 
Έλα, σταγόνα μοναχική, εικόνα θάλασσας λυπημένης
Δείξε της, πού ο τόπος της πτώσης σου στο νερό,
το σημείο εκείνο
Αν τα χρώματα ξεχώριζες
Όπως τα κύματα γνωρίζεις και αριθμείς το καθένα με
δείκτες ονόματα
Θα εξηγούσες, έχοντας κάθε δικαίωμα να ακουστείς
Απώλειες λόγων και πράξεων, σκέψεων ομοίως
Τρόπαια αριθμώντας, στην ώρα του έρωτα, νύχτα της
νύχτας μου, ονομάζοντάς την νικηφόρα.
            Δείξε της, αυτούς που νικήθηκαν, τελειωμένους σε
σεντόνια ασπίδες, ανήμπορα γυμνοί, παραδομένοι
σε κρεβάτια, χώμα, όρθια, σε τηλεφωνικούς
θαλάμους, στα πίσω αυτοκινήτων καθίσματα,
σύννεφα, εκεί ο τόπος πεδίο της, ίπταται
εγκαταλείποντας τρελαμένους στις κορυφές των
λόφων, γερόντια πια, λησμονημένα, όλους όσους
τελείωσε αποσπώντας τροφή, αλλού αυτή την
επόμενη στιγμή, όπως την προηγούμενη στιγμή
ωραία.

Έτσι όπως φυσάει, η κουρτίνα κρέμεται έξω από το
                                                                        παράθυρο
 
Το μεσημέρι απομακρύνετε, κρεμασμένο έξω από
                                                                    το παράθυρο
Μια δροσιά ήρθε, μιας σταγόνας και μόνης,
          κρεμασμένης έξω από το παράθυρο
Εκείνης της ομορφιάς που απόμεινε στο σημείο
εκείνο της πτώσης, την ώρα του έρωτα, της
νύχτας νύχτα μου, από το παράθυρο έξω και
μέσα.



***


Bella Ciao

Στήθηκε μια εξέδρα και καιρό μετά
Από την ίδια πλατεία περνώντας
Τα ίδια ίσως περιστέρια
Και μπορεί τα ίδια παιδιά να τα τάιζαν πάλι
Έβαζαν γιρλάντες, προβολείς έστηναν
Το συντριβάνι στο κέντρο της πλατείας πλανήτης μικρός
Καθαρό από πεταγμένα τσιγάρα και στοιβαγμένες προτομές
Εκείνο το βράδι μουσικές θα ακούγονταν
Και φορτηγά αδειάζαν ηχεία και τραγουδίστριες και εισχώρησα περιμένοντας
Ήσυχα τις προετοιμασίες κοιτάζοντας
Το αόρατο να φανεί από τα στόματα στις αφίσες
Ανοιγμένα στόματα, περάσματα ανάμεσα από δόντια δίχως συνοχή λέξεις
Τόσων ανθρώπων που μαζεύονταν, τρώγοντας μαύρο ψωμί και κρέας
προβάτων
Πίνοντας μπίρες, αγορασμένα όλα από καντίνες των γύρω οδών
Αυτό το βουητό της συνέλευσης να ζαλίζει, να κινούνται όλα τα γύρω
Και Σάββατο των ψυχών
Μέσα στη θέση τους να στέκονται, ματαιότητας κληρονομιά,
χοροί να φεύγουν, χοροί να έρχονται
Σάββατο των ψυχών
Στο βουητό ανάμεσα προσπέρασε
Η όμορφη που όμορφη ήταν και τότε
Όταν ο Munch να περπατάει στη γέφυρα τη ζωγράφισε

Στις ζωγραφιές οι γυναίκες δε μεγαλώνουν
Πρόλαβα να φωνάξω bella ciao.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου