Σελίδες

Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

Περί μαντικής / Διώνη Δημητριάδου


Με την ψυχή στο στόμα σαν έφτασε
στα τείχη τα ψηλά της Τροίας
το φώναξε σε όλους να το ακούσουν,
να φοβηθούν το άγουρο παλικάρι
που του έμελλε να σύρει φονικό στην πόλη
με του έρωτα το όπλο.
Μα εκείνοι δεν την άκουσαν.
Και πάλι όταν τους μήνυσε το άλογο το ξύλινο
να μην το σύρουν μέσα,
καθόλου δεν την πίστεψαν.
Τους άρεσε πολύ το δολερό το δώρο.
Μα και τον άλλο τον τυφλό,
που σήκωσε το ανάστημα
σε δύο βασιλιάδες
και θεϊκές βουλές φανέρωσε,
κανένας δεν τον πίστεψε.
Καταραμένη η μαντική να μένει σκοτεινή.
Έτσι οι άμοιροι θνητοί μονάχοι ιχνηλατούν.
Κι όταν καμιά φορά νιώσουν την τρομερή αλήθεια
πως έρμαιο των κυμάτων αφέθηκε να πλεύσει
το άβγαλτο σκαρί,
πάλι διχάζονται αν είναι θέλημα θεού
ή μήπως στραβοτιμονιά δική τους.
Μα δεν τους απαντά κανείς.
Την ύστατη στιγμή κι η μαντική σωπαίνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου