«...Τώρα ο πόνος δε γυρεύει τον αφανισμό μου
Γδύνεται τον εαυτό μου
λευτερώνεται από το αίμα μου
Μπαίνει
στη ζωή πού δεν έζησες
Στη ζωή πού 'σουν φτιαγμένη νά ζήσης.
Στη ζωή πού βιάστηκες νά ξοφλήσης
Ακουμπά
στην πεινασμένη ματιά των παιδιών
Στη «θελιά»
γύρω απ' το λαιμό των απελπισμένων
Στα πεσμένα φύλλα των δέντρων, -
ώρα φθινοπωρινή
κυκλωμένη από το θάνατο.
Απλώνεται στην ερημωμένη ψυχή της Γης
Στον κόσμο
πού ανασαίνει φαρμάκι
Στον κόσμο πού αγκομαχά
Γίνεται ένα
με το σπασμό
της ανθρώπινης κραυγής
με την ατέρμονη εγρήγορση
Και, ακραγγίζοντας
την αίσθηση του «Χρόνου»
αχνοβλέπει
το πρόσωπο της «Αλήθειας»
Σφαλώ τα βλέφαρα
για να δω τη φωτεινή Απουσία
Για να ζήσω
- μέσα στη γυμνή στιγμή-
πέρα από τη λύπη
πέρα από τη χαρά
«αυτό» που μου ανήκει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου