Ήρθαν απ’ το Τολέδο με το βοριά. Τους βλέπεις; Χορεύουν. Τα μαλλιά τους μαύρα φύκια. Τα
μάτια τους σίδερο καυτό, γίνονται ένα με τον πύρινο δρόμο. Τα κόκαλά τους λιώνουν στην καυτή
άσφαλτο, μ’ ένα ρυθμό που αδράχνει το ατσάλι.
Ακούς τα καμπανάκια που χτυπούν, ραμμένα στις φούστες των γυναικών; Τα μωρά τους
βυζαίνουν αλάτι. Τα δάχτυλά τους φτάνουν μέχρι τον ουρανό. Κάθε μακρινό μονοπάτι είναι
φτιαγμένο για τα βήματά τους.
Μην αμολήσεις τα σκυλιά. Όταν επιστρέψεις θά’ ναι ξανά εδώ. Θα δεις τις φωτιές ψηλά στον Αη-Γιώργη. Θα σε περιμένουν να σου δείξουν το δρόμο, με πόδια βρεγμένα απ’ του Σεπτέμβρη τις
βροχές. Οι τσιγγάνοι είναι ο άνεμος. Οι τσιγγάνοι είναι εσύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου