Δε θέλω άλλο χειμώνα στην αυλή μου
παγωμένα χέρια που ζητούν ελεημοσύνη
παγωμένα δάχτυλα που υψώνονται
σαν προσευχή στο χάος
παγωμένα χαμόγελα που δεν ανθούν
στα χείλη.
Δεν θέλω άλλες θεωρίες μίσους
ούτε πορίσματα οικονομολόγων
για τη μεσαία τάξη.
Δεν ακούω πια τις ζαριές των ξένων funds
που παίζουν στον ξύλινο ήχο τους
τις ζωές των παιδιών μου.
Δεν ακουμπάω τις κρύες επιφάνειες
των πολυτελών τραπεζών τους,
αγγίζω μόνο τις ακυρωμένες περγαμηνές
των δικών μας παιδιών, τ’ ακυρωμένα τους όνειρα
για μια θέση στον ήλιο.
παγωμένα χέρια που ζητούν ελεημοσύνη
παγωμένα δάχτυλα που υψώνονται
σαν προσευχή στο χάος
παγωμένα χαμόγελα που δεν ανθούν
στα χείλη.
Δεν θέλω άλλες θεωρίες μίσους
ούτε πορίσματα οικονομολόγων
για τη μεσαία τάξη.
Δεν ακούω πια τις ζαριές των ξένων funds
που παίζουν στον ξύλινο ήχο τους
τις ζωές των παιδιών μου.
Δεν ακουμπάω τις κρύες επιφάνειες
των πολυτελών τραπεζών τους,
αγγίζω μόνο τις ακυρωμένες περγαμηνές
των δικών μας παιδιών, τ’ ακυρωμένα τους όνειρα
για μια θέση στον ήλιο.
Δοκιμάζω απ’ το ποτήρι της πίκρας
του νέου ή της νέας
που μούσκεψε με τα δάκρυα το πτυχίο του
μια επένδυση στο χαρτοφυλάκιο της ανεργίας
σαν τη μόνη προίκα που ακολουθεί
τα οργισμένα του βήματα.
του νέου ή της νέας
που μούσκεψε με τα δάκρυα το πτυχίο του
μια επένδυση στο χαρτοφυλάκιο της ανεργίας
σαν τη μόνη προίκα που ακολουθεί
τα οργισμένα του βήματα.
Ενώνω την αγωνία μου για την τύχη τους
με το μαράζι της απραξίας.
μοιάζουν με καινούργια ακινητοποιημένα οχήματα
σε παγωμένες λεωφόρους
που περιμένουν την αποχιόνιση
για να ξεκινήσουν.
με το μαράζι της απραξίας.
μοιάζουν με καινούργια ακινητοποιημένα οχήματα
σε παγωμένες λεωφόρους
που περιμένουν την αποχιόνιση
για να ξεκινήσουν.
Με τα χέρια μου γκρεμίζω
τους γκρίζους όγκους του χιονιού
που τους κλείνουν το δρόμο.
Όχι, λέω, το χιόνι είναι λευκό
μόνο όταν φωτίζει το δικό τους όνειρο.
τους γκρίζους όγκους του χιονιού
που τους κλείνουν το δρόμο.
Όχι, λέω, το χιόνι είναι λευκό
μόνο όταν φωτίζει το δικό τους όνειρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου