του Γλαύκου Αλιθέρση
Παρθένα, που σε γλύτωσε απ΄ του Χάρου
τα χέρια, και σ΄ ανάστησεν η ομίχλη
στην όψη του κατάλευκου μαρμάρου,
να ζεις κάποιον υπέρτατον Απρίλη.
σύψυχα τέτοια τύχη αλήθεια χάρου!
Γιατί ο καλός, που σ΄ ονειρά σου εμίλει
κι α δεν ήρθε, στο πείσμα του κουρσάρου
Θανάτου που σε πήρε, του λαού θρύλοι,
τ΄ ονομά σου, αθάνατο να μείνει
έκαμαν στη ζωή, ώσπου ο καλλιτέχνης
σε ανάστησε στα Ηλύσια της Τέχνης.
Και σύμβολο σ΄ ατέρμονη γαλήνη
καρτεράς (ω, η αιώνια απαντοχή σου!)
τον εκλεχτό που πόθησε η ψυχή σου.
τα χέρια, και σ΄ ανάστησεν η ομίχλη
στην όψη του κατάλευκου μαρμάρου,
να ζεις κάποιον υπέρτατον Απρίλη.
σύψυχα τέτοια τύχη αλήθεια χάρου!
Γιατί ο καλός, που σ΄ ονειρά σου εμίλει
κι α δεν ήρθε, στο πείσμα του κουρσάρου
Θανάτου που σε πήρε, του λαού θρύλοι,
τ΄ ονομά σου, αθάνατο να μείνει
έκαμαν στη ζωή, ώσπου ο καλλιτέχνης
σε ανάστησε στα Ηλύσια της Τέχνης.
Και σύμβολο σ΄ ατέρμονη γαλήνη
καρτεράς (ω, η αιώνια απαντοχή σου!)
τον εκλεχτό που πόθησε η ψυχή σου.
Γαλανά Δακτυλιδάκια 1919
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου