του Μανώλη Αλυγιζάκη
Γέλασε η αύρα ανάμεσα
στην ανισότητα του βήματός του
της φύσης λάθος ανεπίδοτο
κουτσά τα βήματά του
έξω απ’ τη θάλασσα
μάτια γιομάτα καλοσύνη
αγίου ίριδες
λεβέντη κάλλος
όλης της Οικουμένης
η ισορροπία
στον ανισόρροπο βηματισμό του
έψαχνε για δικαίωση
κι όλος ο πόνος του αλλιώτικου
άδοξα χόρευε
στην έκφραση του άντρα
που κούτσαινε βγαίνοντας απ’ τη θάλασσα
στο βλέμμα του το νόημα του δυσανάλογου
γίνηκε θρίαμβος της νίκης του
ενάντια στο άδικο χάος
η ανισοσκελής συνέπεια του ανείπωτου
ποίημα ανομοιοκατάληκτο
ερωτικό τραγούδι έλλειψης
γεμάτης πόνο στέγη θνητού
που εκλιπαρούσε για αντιστοιχία
στη συλλαβή του χαμογέλιου του
σε λέξη δημιουργική του θάρρους του
ποίημα ο κουτσός αδημιούργητο
έτοιμο για να ξεπηδήσει απ’ το νου
της μέρας την ατέλεια
να τελειοποιήσει
Κύριε και Θεέ μου
μεθυσμένος ήσουν
όταν τον έσπερνες
Κύριε και Θεέ μου
ελέησόν μας και μην ξαναπιείς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου