1
Δε στέκεις τίποτα για με παρά όνειρο μονάχα,
Κι είσαι για κείνους που άδοξα σε κατοικούν π α τ
ρ ί δ α.
Φτερά να παίρνουν το κορμί σαν την ψυχή μου νάχα…
Ν ’αλθώ σιμά σου … κι ας σε βρώ στερνή στιγμούλα
ως σ’ είδα!...
Του χαλασμού σου η συμφορά τα δάκρυα κι αν μου
φέρει,
Μόνο η χαρά, πως μια στιγμή θε να σε ζήσω φτάνει!
Δε σου άλλαξαν τον ουρανό, τη θάλασσα, το αγέρι…
Κι’ η νοσταλγία μου μ’ αυτά το ξέρω, θα μου γιάνη.
2
Ποιός πάτησε το χώμα σου και δεν ξανάρθε πάλι
Πίσω… να ζήση στη χαρά και στο χρυσόγελό σου
Παρθένα έμοιαζες ρήγισσα με της καρδιάς τα κάλλη,
Που όλοι ξεχνιώνταν γέροι, νειοί, στο βλέμμα το τρελλό
σου!
Ποτέ δε σ’ άφηκε παιδί δικό σου για τα ξένα
Κορίτσι για αγαπητικό, για το χρυσάφι αγόρι…
Μα άλλοι πατρίδες ξέχναγαν, γονιοί, αδελφοί για
σένα.
Τα ουράνια σου πλανεύανε και η γη σου μάγια
εφόρει!
3
Στη σιωπηλή γύρω εμορφιά του κόλπου σου όλα αντάμα
Σαν τρομασμένοι γίγαντες στέκονται τα χωριά σου
Η θάλασσά σου ανήσυχη μ’ ένα βουβό άγριο κλάμμα
Λούζει το μνήμα που έσβησε λυπητερά η θωριά σου.
Και τα βουνά που σε κοιτούν στο βάρος τέτοιας
φρίκης
Στο δύσμα και στο ηλιόβγαλμα τα ρόδα δε φοράνε…
Μόνο τα ουράνια σου γελούν… τους τώπε ο Θεός της Ν
ί κ η ς
Το μυστικό του Λυτρωμού, τις μέρες και μετράνε!
4
Δεν είναι ακόμα, όχι καιρός για α ν ά σ τ α σ η …
αχούνε…
Άκου … σιγά, θρηνητερά του θ ά ν α τ ο υ οι
καμπάνες!
Χλωμό είναι δείλι …άγρια νυχτιά τα μάτια μας θα
ιδούνε
Ως την αυγή που θα γεννούν αλήθεια ελπίδες πλάνες!
Δεν είναι ακόμα, όχι, καιρός για ανάσταση … το
μνήμα
Είναι βαθύ σαν άβυσσος με τρομερό σκοτάδι…
Και του βαραίνει το σταυρό τέτοιο μεγάλο κρίμα
Που ούτε οι Θεοί δε συγχωρούν κι ούτε οι νεκροί
απ’ τον Άδη!
5
Πως σε θυμούμαι ολόλευκο, αγνό πατρικό μου σπήτι,
Ψηλό περήφανο έμοιαζες σαν φρούριο στην οδύνη!
Ήλιος σ’ έλουζε μάλαμα και είχες τρανό μαγνήτη
Μονάχα για τη θεία στοργή, την ποίηση, την ειρήνη!
Στην αγκαλιά σου πέρασαν τα χρόνια μου στιγμούλα
Γλυκειά η δροσιά σου κι ο ουρανός που νύχτα, μέρα
εγέλα…
Βρέφο μου χάρισες το φως, την ξενοιασιά παιδούλα …
Πως σε θυμούμαι ! Σ’ έχασα σαν έφτασα κοπέλλα!
6
Σε βλέπω να… σαν όραμα νυχτιά καταραμένη
Πού μ’ άγριες φλόγες μια φωτιά μας έκαψε ως την
άκρη…
Τι συμφορά, τι χαλασμός, τι βουή πικρή ανεβαίνει
Στα ουράνια τα βαρειόκλειστα στο πύρινό μας δάκρυ!
Στα πλήθια νάμαι… πως κρατώ δικούς μου από τα
χέρια!
Πηγαίνουμε… απ’ τον τρόμο μου δε βγαίνει ούτε η μιλιά
μου.
Ψηλά σαν πάντα μοναχά φωτοβολούν τ’ αστέρια,
Που τα θωρώ ενώ πέφτουνε σπίθες μεσ’ τα μαλλιά
μου!.
Από την ποιητική συλλογή «Εικόνες που δεν σβύνουν»
το ποίημα το ανακαλύψαμε στη σελίδα: http://www.neasmyrni.net.gr/portal2/index.php?option=com_content&view=article&id=1960:-110-&catid=5:2010-05-25-12-07-27&Itemid=145
ψάχνοντας στοιχεία για τη ζωή και το έργο της ποιήτριας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου