της Αγγελικής Ηλιοπούλου
Διάβημα
Συνήθιζε να
μιλάει
ώσπου μια
νύχτα γέμισε το στόμα της κοτσίδες.
Εκείνη μίλαγε∙
αυτός όρθιος,
ψηλός, άκουγε.
Μιλούσε και τα
μαλλιά φύτρωναν στον ουρανίσκο.
Δεν άκουγε
πια,
δεν έβλεπε πια
τους κερδοσκόπους οιωνούς.
Το διάβημα δεν
έκανε -
δεν τόλμησε –
έντρομη – να λύσει τις κοτσίδες.
Και τα μαλλιά
της μάκραιναν
και οι ουλές
φώναζαν
και στο στόμα
της φώλιαζαν πια
τρομαγμένοι
λαγοί απ’ τα φώτα του δρόμου.
Σύσπαση μυών
Πώς να μπεις
στο κεφάλι μου
που είναι
γεμάτο θλίψη;
Πώς,
που κάθε μέρα
πλένομαι
ενώ το χώμα
δεν φεύγει απ’ τα μαλλιά
κι απ’ τους
κροτάφους;
Γέμισε η
ντουλάπα καπνούς κι αερικά
για να ντυθώ
παραδοξολογία -
ξυπόλητη ν’
αφηγηθώ το άρρητο το στόμα
που με δάγκωσε
μιά για πάντα στα μάγουλα.
Πώς;
που ακούω
ακόμα το κλάμα της γέννας
κι η νύχτα
δανείζοντάς μου σώμα
μου δίνει στο
κατώφλι γλυκό του κουταλιού
για να μ’
εξευμενίσει;
Μη ρωτάς που
κλαίω, που γελάω.
Σύσπαση μυών βουβή
η κάθε μου
μέτρηση,
η κάθε μου
ροή,
η κάθε μου
αυτάγγελτη απώλεια
σε βάρος και
σε ύπνο.
Τερμίτες
Βάλε τώρα τα
γυαλιά
και συνέχισε
να κόβεις με τσεκούρι
όλα μου τα
ρήματα.
Γιατί έμεινα
εδώ να συρρικνώνομαι
και να πρέπει
να αγνοώ
τους τερμίτες
που μου τρώνε τα δάχτυλα.
Εγώ, και χωρίς
στόμα
θα πω για τους
τερμίτες
επίδεσμο να
δέσουνε
σε όλα μου τα
κύματα.
Κωπηλάτης
χρόνος
Φοράει συνήθως
ένα ποτάμι
οτιδήποτε άλλο
είναι πολύ στενό.
Και πλέκει στη
λάσπη σχέδια
στα υφαντά της
καλαμιάς τα ξίφη και τα πέπλα
στα βλέφαρα
πολεμιστές και άλογα
και στο νερό
τα νούφαρα -
επέκταση
χεριών
του κωπηλάτη
χρόνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου