Σελίδες

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Πέντε (5) Δημοτικά Τραγούδια της Ανατολικής Ρωμυλίας


1. Με γέλασαν τα πουλιά

Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ’ αηδόνια.
Με γέλασαν και μου `πανε,
ποτέ δε θα πεθάνω.

Φτιάχνω κι εγώ το σπίτι μου
ψηλότερο από τ’ άλλα.
Σαράντα δυο πατώματα,
εξήντα παραθύρια.

Στα παραθύρια στέκομαι,
τους κάμπους αγναντεύω.
Βλέπω τους κάμπους πράσινους
και τα βουνά γαλάζια.

Βλέπω το Χάρο που ’ρχεται
καβάλα στ’ άλογό του
Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ ’ αηδόνια.

Με γέλασαν τα πουλιά,
της άνοιξης τ’ αηδόνια.
Με γέλασαν και μου είπανε,
ο Χάρος δε με παίρνει.

Μη με παίρνεις Χάρο,
μη με παίρνεις
γιατί δε με ξαναφέρνεις.



***

2. Σ’ όσους γάμους κι αν επήγα


Σ’ όσους γα κι αμάν αμάν,
σ’ όσους γάμους κι αν επήγα
Σ’ όσους γάμους κι αν επήγα,
τέτοιο αντρόγυνο δεν είδα

Να `χει η νύφη τέτοια χάρη
κι ο γαμπρός όλο καμάρι
Σήμερα γίνονται ταίρι
το φεγγάρι και τ’ αστέρι
Όργανα λαλούν τρεις μέρες,
ούτι, λύρες και φλογέρες


***

3. Διώχνεις με μάνα διώχνεις με

Διώχνεις με μάνα διώχνεις με
στ’ αλήθεια θα πααίνω.
Αχ, με τα πουλάκια θα διαβώ
κι μι τα χελιδόνια.
Αχ και τα πουλιά θα νέρχουνται
κι εγώ πάντα θα λείπω.

Αχ, θα πας μάνα μ’ στην εκκλησιά
θα ειδιείς τις νιές θα ειδείς τους νιούς
θα ειδιείς τα παλληκάρια.
Αχ, θα διείς τουν τόπου μου εύκηρου
και στου στασίδι μου άλλου.
Αχ, θα σερν’ς μάνα μ’ παράπουνου
και πίσου θα γυρίζεις.

Αχ σε σταυροδρούμ’ θα κάθεισαι
για μένα θα ρωτάεις.
Αχ, θα διείς Τούρκου θα τουν ρωτάς,
Ρωμιό θα τουν ζητάζεις:
Aχ, μην είδιατε αμάν αμάν
αχ, μην είδατε μην άκσητε
τουν γιό μου τουν Γιαννάκη.
Τουν είδιαμε τουν άκσαμε
σ’ ηπράσινο λιβάδι.
Μαύρα πουλιά τουν τρώγανε
κι άσπρα τουν τριγυρίζουν.


4. Κάτου στα Ρόδα


Kάτου στα Pόδα, στα Pοδοπούλα
ξένους αγάπ'σι μια ρωμιοπούλα
κι η ρωμιοπούλα δεν τόνε θέλει.
Πάρτουν, κόρη μου, τουν ξένουν άντρα,
θα σι φουρέσει φλουριά κι χάντρα.
Δεν τόνε θέλω, δεν τόνε παίρνω,
δεν τόνε θέλω τουν ξένουν άντρα
κι ας μι φουρέσει φλουριά κι χάντρα.


***

5. Ο Κωνσταντίνος ο μικρός

Ό Κωνσταντι —ο Κωνσταντίνος ο μικρός
ό Κωνσταντίνος ο μικρός ό Μικροκωνσταντίνος

Μικρό ντον είχ’ —μικρό ντον είχ’ ή μάννα του
μικρό ντον είχ’ ή μάννα του μικρό ντον ραβωνιάζει

Μικρό ντον ή —μικρό ντον ήρτε μυνημα
μικρό ντον ήρτε μύνημα στο μπόλεμο νά πάει

Νύχτα σελλώ— νύχτα σελλώ—νει τ’ άλογο
νύχτα σελλώνει τ’ άλογο, νύχτα, το καλλιβώνει

Βάν’ ασημέ— βάν’ ασημέ—νια πέταλα
βαν’ ασημένια πέταλα μαλαματένιες λόθρες

Πήδηξε κα—πήδηξε κα—βαλλίκεψε
πήδηξε κα βαλλίκεψε κι αυτό το λόγο λέγει,

Μάννα μου την —μάννα μου την —καλίτσα. μου
μάννα μου τήν καλίτσα μου, μάννα μου τήν καλή μου

Καλά νά τρώ— καλά νά τρώει το πουρνό
καλά νά τρώει το πουρνό καλά το μεσημέρι

Και στό ήλιο —καί στο ήλιο—βασίλεμα
καί στο ηλιοβασίλεμα, νά πέφτει νά κυμάται

Μά κείνη ή σκυ μά κείνη ή σκύλα ή άνομη
κείνη ή σκύλα ή άνομη Όβρέσσας θυγατέρα

Πά στό σκαμνί —πά στό σκαμνί —τήν έκατσε
πά στό σκαμνί την έκατσε κι άντρίκια την κουρεύει

Μια γκούκλα ντην μια γκούκλα ντην έφόρεσε
μια γκούκλα ντην έφόρεσε, ντή δίνει και του Γιάγκα

Νά πά φυλά— νά πα φυλά—γει πρόβατα
νά πα φυλάγει πρόβατα, νά πά φυλάγει γίδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου