Σελίδες

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Κι Όμως Γυρίζει

Αριστοτέλης Φράγκος 

Ωιμέ! Στερέψανε πατρίδα στο στόμα τα γλυκόλογα
Το ίδιο η αγάπη, ο σεβασμός, η πίστη, η περηφάνια
Που φούντωνε στα στήθια μου του Ήφαιστου η άσβεστη φωτιά
Και στο αμόνι του σφυρηλατούσε τις αντοχές, το θάρρος μου
Τη δοξασμένη σημαία σου να υπερασπιστώ
Αυτή που γνέψανε θάλασσες και ουρανός με νήμα μεταξωτό
σε ρόκα πικροδάφνης
Που ύστερα υφάνθηκε σε αργαλειό με λεβεντιά, πείσμα ηρώων
Και τα στημόνια τα αργυρά του εραστή σου ήλιου

Όλα αυτά τα συναισθήματα μεταμορφώθηκαν νεκροπούλια
Και κράζουν. Μοιρολογούν το αβέβαιο του σήμερα
Μα και το ύπουλο άγνωστο του αύριο
Όσο για τους άλλους, που θα ‘ρθουν στο κατόπι μας μετέπειτα
Σίγουρα δε θα ‘ναι Οδυσσέηδες να διώξουν τους επίδοξους μνηστήρες
Μα θα ‘ναι αυτοί που θα σε διαβάζουν στα ρεκόρ του Γκίνες
Καθώς θα αναλογίζονται πικραμένοι, απογοητευμένοι
Το παραμύθι σου με τρεις χιλιάδες χρόνια ξεπέρασε της Χαλιμάς

Περιέργως όμως, τις προάλλες που βρεθήκαμε Ηρώδειο
Έδειχνες έξω καρδιά. Σίγουρη. Αισιόδοξη. Δεν είχες τέτοια χάλια
Πιότερο θύμιζες Σταχτοπούτα με τις λαμέ δαντέλες του “VERSACE
Tι συμβαίνει; Τι άλλαξε από τότε και βλαστημάς τη μοίρα σου
Διότι, δεν μπορείς κυρία μου, να μου τριβελίζεις το κεφάλι από παιδί
Ήσουν τάχατες η πρώτη, που επιλέχτηκε βυζάχτρα μάνα των λαών
Του κόσμου εικονοστάσι. Και να τρέχεις τώρα τρελή στους δρόμους

Τί κι αν βροντοφώναζε και διαλαλούσε παθιασμένα απ’ άκρη σ’ άκρη
Εκείνος ναίσκε, ο εφτανήσιος. «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει»
Εσύ στα παλιά σου παπούτσια. Μπενάκης και βγαινάκης
Μήπως εντέλει το σπέρμα σου μπαστάρδεψε τα τετρακόσια χρόνια;
Και το DNA των Σωκράτηδων, των Περικλήδων, των Αλέξανδρων
Συνάμα των ηρώων του 1821 να μεταλλάχτηκε σε νέα γενιά γενίτσαρων;
Δε βλέπεις αυτούς που ανάθρεψες στα σπλάχνα σου γίνηκαν όλοι φίδια;
Ύαινες που σου ξέσκισαν τις σάρκες και φώλιασαν στο κουφάρι σου;

Γιατί πως εξηγείται όταν κάποιοι ραδιούργοι του τόπου άρχοντες. Αυτοί
Οι ασύστολοι ψεύτες. Οι αδίστακτοι κλέφτες, Οι αμετανόητοι Ιούδες
Αυτοί που για το προσωπικό συμφέρον πουλάνε ακόμα και τη μάνα τους
Να βεβηλώνουν αδίστακτα το μεγαλείο της δόξας σου;
Να ασελγούν ασυνείδητα στη μνήμη των προπατόρων μας;
Να σφετερίζονται γκανγκστερικά την τιμή και τους νόμους του κράτους;
Να εκμεταλλεύονται θρασύδειλα την καλοπροαίρετη του λαού βούληση
Εν κατακλείδι να σε πατρονάρουν ως πόρνη των εθνών
Κι αντί της σταύρωσής τους να αυτοεπαίρονται ως εθνικοί ευεργέτες;

Δε θα σε παρεξηγήσω αν ρωτήσεις. Εμείς, γιατί δεν αντιδρούμε;
Συχώρα με καλή μου μα θα απαντήσω με έμμεση ερώτηση
Εσύ που μύριες τόσες εμπειρίες απόχτησες στα τόσα χρόνια. Μπορείς,
να μου υποδείξεις πώς θα στειρώσουμε την αδιάντροπη ντροπή τους
όταν η αγανάκτησή μας είναι καρτερική όπως αυτή των δέντρων;
Η τόλμη μας αιχμαλωτισμένη όπως των χρυσόψαρων στις γυάλες;
Η θέλησή μας όπως της νύχτας που δεν μπορεί να γίνει ημέρα;

Άκουσέ με στερνή φορά και μην καμώνεσαι την κωφάλαλη
Αλλά σε προειδοποιώ, μη διανοηθείς να με ειρωνευτείς. Θα θυμώσω
Εδώ εκτελέσαμε μαρτυρικά σαν εγκληματία έναν πανάρετο υιό Χριστό
Και η μακροθυμία του Θεού επέτρεψε στη γη ακόμα να γυρίζει

Εμείς όμως, που δεν είμαστε θεοί και δικαίως το μίσος μας Λερναία
Πώς θα τη σταματήσουμε, να γκρεμιστούν αυτοί που μας έβλαψαν;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου