Χθες κάποιος
έσφαξε τον ήλιο˙
Σκορπίστηκαν
καυτά γύρω τα σπλάχνα.
Τι φρικτή, Θε
μου, κτηνωδία!
Μας άφησε
μνημεία παγωμάρας
Αμίλητους,
κουβαριασμένους˙
Το πτώμα, η
ψυχρή δολοφονία...
Διαμελισμένο
μες στο σύμπαν
Κανιβαλίζει
φως ο γαλαξίας.
*
Από σκιές
ξαγρυπνισμένες σ' αδιέξοδο
-Δρόμος που
τον βαδίζεις πάντα μόνος-
Συρμένος και
δεν έδωσε σημεία...
*
Στάμπα ιδρώτα
στο ύψος του μετώπου
Ξέφτισε το
πλατύγυρο καπέλο
Τα τρίγωνα
στόμωσαν
Άχρηστο πια
και το καρότσι
(Σκήπτρα
φθοράς και απουσίας)
Στην επόμενη
πάσα, ίσως ερείπια
Δίχως
χτιστάδες...
*
Μαύρες τρίχες
πυκνές
Σα φύκια σε
όρμο σμίγουν
Σ' ανάποδο
τρίγωνο.
Όταν για λίγο
βρέχει
Βγαίνουν οι
μέδουσες
Με τα παράλυτα
πλοκάμια τους
Κάτω απ' τις
στάλες να χορέψουν...
*
Σίγουρα,
κάποιο πνεύμα προγόνου θα ήταν η μαύρη γάτα, που περνούσε κάθε νύχτα το κατώφλι μας. Ξάπλωνε
νωχελικά στον κήπο, καμουφλαρισμένη τέλεια μες σε σκούρο φόντο, και μόνο τα δυο μάτια της
λαμποκοπούσαν εξ αντανακλάσεως μια φευγαλέα σεληνιακή αχτίδα, καθώς βαθιά, περήφανα
παρατηρούσε. Ένιωθε, λες, οικεία τα πρόσωπα, γνώριμες όλες τις γωνίες και τιςεκφράσεις,
χωρίς εκπλήξεις τις χειρονομίες, κρυμμένη, ωστόσο, σε απόλυτη ησυχία! Πριν απ'
το πρώτο φως,
αποχωρούσε όπως ήρθε ελαφροπάτητη, ν' αφήσει χώρο... μία ακόμη μέρα.
*
Συναρμολογημένη
από εβραίικα
μνήματα η
εκκλησία της γειτονιάς μου
περασμένα με
σοβά εξάλφα
άγνωστα
σκαλίσματα σβησμένα
στ' αμέτρητα
πατήματα των ευσεβών...
*
Ποτισμένοι στ'
αλμυρό που φεύγει κύμα
Δεν
ξεχωρίζουμε νερό και ουρανό˙
Γδαρμένο δέρμα
από τον άνεμο
Δίχως
σταματημό να μουρμουράμε στίχους
Πρόχειρης
προσευχής σε ναυτικούς θεούς
Μπας και
γλιτώσουν τ' ακριβό τομάρι μας
Κι όλο
περικυκλώνουνε τα κήτη...
*
Σκονισμένοι
δρόμοι
Παραλίες
νυχτωμένες
Πέρα στην
άσφαλτο
Λίγα τα φώτα
Τα σπίτια
βουβά...
Μακριά
ακούγονται
Πνιγμένοι οι
παφλασμοί
Των σκοτεινών
κυμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου