του Οδυσσέα Ελύτη
ΕΝΑ τό
χελιδόνι * κι ἡ Ἄνοιξη ἀκριβή
Γιά νά γυρίσει
ὁ ἥλιος * θέλει δουλειά πολλή
Θέλει νεκροί
χιλιάδες * νά ‘ναι στους Τροχούς
Θέλει κι οἱ
ζωντανοί * νά δίνουν τό αἷμα τους.
Θέ μου
Πρωτομάστορα * μ’ ἔχτισες μέσα στά βουνά
Θέ μου
Πρωτομάστορα * μ’ ἔκλεισες μές στή θάλασσα!
Πάρθηκεν ἀπό
Μάγους * τό σώμα τοῦ Μαγιοῦ
Τό ‘χουνε
θάψει σ’ ἕνα * μνῆμα τοῦ πέλαγου
Σ’ ἕνα βαθύ
πηγάδι * τό ‘χουνε κλειστό
Μύρισε τό
σκοτά * δι κι ὅλη ἡ Ἄβυσσο.
Θέ μου
Πρωτομάστορα * μέσα στίς πασχαλιές καί Σύ
Θέ μου
Πρωτομάστορα * μύρισες τήν Ἀνάσταση!
Σάλεψε σάν τό
σπέρμα * σέ μήτρα σκοντεινή
Τό φοβερό τῆς
μνήμης * ἔντομο μές στή γῆ
Κί ὅπως
δαγκώνει ἀράχνη * δάγκωσε τό φῶς
Ἔλαμψαν οἱ
γιαλοί * κι ὅλο τό πέλαγος.
Θέ μου
Πρωτομάστορα * μ’ ἔζωσες τίς ἀκρογιαλιές
Θέ μου
Πρωτομάστορα * στά βουνά μέ θεμέλιωσες!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου