Σελίδες

Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

ΠΟΙΗΣΗ

του Κωνσταντίνου Χατούπη 


Ὁ ποιητὴς ὁρμώμενος ἀπ’ τὴν ἰδέα φτειάχνει πραγματικότητα. Μιὰ ἀπ’ τὶς πολλὲς πραγματικότητες ποὺ ὑπάρχουν ἔξω ἀπ’ τὴ συνείδησή του καὶ μόνον αὐτὸς μπορεῖ νὰ δῇ· ὄχι οἱ ἄλλοι, οἱ μὴ ποιητές. Οἱ ἄλλοι περιορίζονται στὸ νὰ βλέπουν ὅ,τι μπόρεσε νὰ μεταφέρῃ ὁ ποιητὴς μὲς στὸ καλλιτέχνημα ἀπ’ αὐτὴ τὴν πραγματικότητα. Ἡ συγκεκριμένη ἀντίληψη δὲν ἐπέχει θέση ἀξιώματος: Μιλάω γιὰ τὴν ποίηση ἔτσι ὅπως τὴν νιώθω ἐγώ: χωρὶς ἀξιώσεις καθολικότητας. Οἱ ὑπόλοιποι ἂς ποῦν τὰ δικά τους ὅπως τὰ νιώθουν.
Πίσω ἀπ’ τὴν ποίηση ὑπάρχει ἡ ἰδέα, ἕνας προβληματισμός, μιὰ γνωστικὴ ἐξέταση τοῦ κόσμου ποὺ προηγεῖται τoῦ καλλιτεχνήματος ἢ διαμορφώνεται παράλληλα μὲ τὴ γέννηση τοῦ ποιήματος κι ὡς ἐκ τούτου παίρνει ὁριστικὴ μορφὴ ὅταν ὁλοκληρώνεται καὶ τὸ ποίημα. Θέλω νὰ πῶ ὅτι ὑπάρχει μιὰ γενικὴ ἰδέα – ὁ ποιητὴς δὲν τὴν ἔχει ἀναπτύξει ἀκόμα πλήρως – τὴν ὁποία τὸ ἴδιο τὸ ποίημα ποὺ τὴν περιέχει βοηθάει στὴν συγκεκριμενοποίησή της καὶ παράλληλα ἀποκτάει τελικὴ μορφὴ μέσα ἀπ’ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ποίησης (σὰν κάτι τὸ ὅλο διαλεκτικὸ νὰ ἀναπτύσσεται ἐδῶ).
Ἡ ἰδέα αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ περιεχόμενο τοῦ ποιήματος. Εἶναι τὸ Τ Ι τῆς δημιουργίας. Αὐτὸ προκύπτει ἀπ’ τὴν πνευματικοποίηση τοῦ ὀρατοῦ κόσμου κι ὑποστηρίζεται ἀπ’ τὴ μελέτη κειμένων καὶ λιγότερο ἀπ’ τὴν ἐπαφὴ μὲ τὸν κόσμο αὐτό, χωρὶς ὅμως καὶ ν’ ἀποκλείεται ἡ τελευταία. Αὐτό, λοιπόν, ποὺ θὰ πυροδοτήσῃ τὴν γέννηση τῆς ἰδέας εἶναι τὰ κείμενα. Κι ἐνῷ τὸ σύνηθες εἶναι ἡ υἱοθέτηση ἀλλότριων ἰδεῶν, ὑπάρχει κι ἡ σπάνια ἐκείνη στιγμὴ ὅπου ἡ φιλοσοφικὴ ἐξέταση κι ἡ συνεπακόλουθη π ρ ο σ ω π ι κ ὴ ἑρμηνεία του ὄντος θὰ δώσῃ πρωτόφαντες ἰδέες, καὶ ποὺ ταυτόχρονα καθιστᾶ τὸν ποιητὴ φιλόσοφο καὶ τὸ ποίημα ὄχι μόνον φορέα τοῦ καλοῦ – ἐὰν εἶναι ἄξιο γιὰ κάτι τέτοιο – ἀλλὰ φορέα καὶ τοῦ ἀληθινοῦ μὲ τρόπο μ ο ν α δ ι κ ό. Εἴτε ὅμως ἡ ἰδέα εἶναι προσωπικὴ εἴτε ἀλλότρια, πρέπει νὰ χαραχτηρίζεται πάντα ἀπὸ κάποια βαρύτητα, ἕνα βάθος, ἕνα ἐκτόπισμα, τέλος πάντων, ἀσυνήθιστο. Ἐπὶ τῇ βάσει αὐτῶν τῶν κριτηρίων ἐπιλέγεται ἡ ὅποια ἰδέα γιὰ νὰ μορφώσῃ τὸ περιεχόμενο τοῦ ποιήματος.
Ὁ ποιητὴς ὀφείλει ν’ ἀποκτήσῃ πλήρη συνείδηση τῆς ἰδέας, δηλαδὴ νὰ τὴν νοήσῃ καὶ νὰ τὴν κατακτήσῃ ἐξ ὁλοκλήρου προκειμένου νὰ μπορέσῃ νὰ τὴν ἐκμεταλλευτῇ καὶ καλλιτεχνικὰ ἔχοντας τὸ ταλέντο, τὴν φαντασία, τὴν τεχνική.
Τὸ πέρασμα ἀπ’ τὴ σφαῖρα τῶν ἰδεῶν στὴ σφαῖρα τῆς ε ἰ κ ό ν α ς διαμέσου τοῦ στίχου σηματοδοτεῖ τὴν ἔναρξη τῆς καλλιτεχνικῆς ἐπεξεργασίας τῆς ἰδέας, δηλαδὴ τῆς ποιητικῆς δημιουργίας. Ἀλλοῦ τονίστηκε ἡ ἔντονη εἰκονοποιία ποὺ χαραχτηρίζει τὸ ποίημα, δηλαδὴ ἡ χρήση τῆς εἰκόνας ἢ τῶν εἰκόνων παρὰ τῶν ἐννοιῶν γιὰ τὴν ἐπεξεργασία τοῦ θέματος/ἰδέας. Ἐδῶ ἀρκεῖ νὰ εἰπωθῇ ὅτι ἡ εἰκόνα πρέπει νὰ ὑποστηρίζῃ τὴν ἰδέα καὶ νὰ τὴν προωθῇ ἔτσι ὥστε νὰ μπορῃ νὰ γίνεται ἐμφανής μὲς στὸ ποίημα καὶ νὰ τὴν συλλαμβάνῃ ὁ ἀναγνώστης.
Ἡ ἀποκρυστάλλωση τῆς ἰδέας σὲ στίχο ἐγκαινιάζει μιὰ πραγματικότητα πέραν τῆς αἰσθητῆς, τῆς ὀρατῆς πραγματικότητας ποὺ ἀντιλαμβάνονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἡ πραγματικότητα αὐτὴ δεικνύει τὴ βαθύτερη ἑνότητα τοῦ κόσμου καὶ τὶς πραγματικὲς σχέσεις ποὺ τὸν διέπουν καὶ φανερώνεται στὸ βλέμμα τοῦ ποιητῆ μόνον. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν λαϊκὴ ἀντίληψη ὁ ποιητὴς εἶναι ἀλαφροΐσκιωτος. Ἡ ἐνορατικὴ ἐνατένιση τοῦ κόσμου ἀπ’ τὸν ποιητή – μιὰ ματιὰ λ α γ α ρ ὴ κι ἀ θ ώ α συνάμα, κ α θ α ρ μ έ ν η ἀ π’ τ ὸ β ά ρ ο ς τ ῆ ς σ υ ν ή θ ε ι α ς – καθιστᾶ τὴν ποίηση π ρ ο σ π ά θ ε ι α κ α τ ά κ τ η σ η ς τ ο ῦ ὄ ν τ ο ς μὲ τρόπο παρόμοιο μ’ αὐτὸν τῆς ἐπιστήμης ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ πολὺ διαφορετικό.
Ἡ πραγματικότητα στὴν ὁποία ἀναφέρομαι ἐδῶ, ποὺ παραλληλίζεται μὲ τὴν ἀ φ α ν ὴ ἀ ρ μ ο ν ί α τοῦ Ἡράκλειτου, ἀποτελεῖ μιὰ πλευρὰ τοῦ βαθύτερου λόγου τῆς φύσης. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι πολυεδρικὸς κι ὁ ποιητὴς πασχίζει νὰ τὸν ἀνακαλύψῃ στὴν ὁλότητα του κάθε φορὰ ποὺ δημιουργεῖ. Ὅ,τι ἀποτελεῖ γιὰ τὸν κοινὸ νοῦ παράδοξο ἢ παράλογο τῆς πραγματικότητας αὐτῆς, ἀντιπροσωπεύει γιὰ τὸν ποιητὴ τὴν ἤρεμη τάξη ποὺ ἐνεδρεύει πίσω ἀπ’ τὸ ὑ π ο τ ι θ έ μ ε ν ο αὐτὸ παράλογο ἢ παράδοξο.

Ὁ ποιητὴς ὁρμώμενος ἀπ’ τὴν ἰδέα – μιὰ ἰδέα προκύπτουσα ἀπ’ τὴν προσωπική του περιπέτεια στὸν κόσμο τῶν κειμένων καὶ τῆς σκέψης – ἀνακαλύπτει καὶ δίνει στερεὴ μορφὴ σὲ μιὰ ἀόρατη πραγματικότητα. Ἡ ποίηση εἶναι ἀκριβῶς τὸ φανέρωμα αὐτῆς τῆς πραγματικότητας, ἡ μετάβαση ἀπ’ τὸ ἀόρατο στὸ ὀρατό.


ΠΗΓΗ:  "ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ" ( ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΙΣ 8 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου