Τώρα η ρωγμή
διαπερνά το στόμα
τα πέντε
δάχτυλα σκορπίζονται στην τύχη
το κεφάλι
κυλάει στο χορτάρι,
το λαιμό
νέμονται τώρα
οι λύκοι και
το χιόνι
ο άνεμος
διαπερνά τα μάτια τώρα
σε κάποιους
ταξιδιώτες του θανάτου
και είμαστε
εμείς, μέσα σ’ αυτόν τον αέρα
σ’ αυτό το
νερό, σ’ αυτό το ψύχος.
.....
Θα πάρω στα
χέρια μου
το πεθαμένο
σου πρόσωπο.
θα το κοιμίσω
μεσ’ την παγωνιά του.
θα στολίσω με
τα χέρια μου
το ακίνητο
κορμί σου,
το μάταιο
στόλισμα
των πεθαμένων.
.....
Ο
πορτοκαλεώνας θάναι η κατοικία σου
πάνω στο
στρωμένο τραπέζι
σ’ ένα άλλο
φως
θα κοιμίσεις
την καρδιά σου.
Το πρόσωπο σου
θα φλέγεται
καθώς θα
κυνηγάς ανάμεσα στους κλώνους.
Douve, θάναι
τ’ όνομά σου
εκεί, ανάμεσα
στις πέτρες
Douve,
ακατανόητη και μαύρη
νερό
ανεξάντλητο, εκεί
που η μάχη θα
χαθεί.
Από το βιβλίο
“Στη μοναξιά του Παρισιού' Επιλογή-Μετάφραση: Ευριπίδης Κλεόπας, Έψιλον/ποίηση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου