Σε μιάν άκρια
του χαγιατιού μου καθισμένος,
αγναντεύω της
θάλασσας το άχτι,
γιατί ετούτη
τη χρονιά,
είναι βαριά η
χειμωνιά,
και η θάλασσα,
μόνιμα ανταριασμένη.
Αντάρα σήμερα
από σύγνεφα μαβιά,
μπόρα της
στέλνουν μανιασμένη,
κι από τη
μάνητα και το κακό,
αγριοκύματα...στον
Ουρανό τα στέλνει!
Ο φόβος μου,
μη τάχατες βρεθεί
ξυλόβαρκα
ετούτες τες στιγμές
στο λυσσεμένο
απάντημά της
γιατί
συντρίμμια θα γενεί,
μου σφίγγει
την καρδιά μου.
Και, εκεί που
κοσμοχαλασιά προμήνευαν
της θάλασσας
οι οργές,
η μάνητα
καλμάρισε,
σαν από θεία
διάτα!
Ήρθε η καρδιά
και μέρεψε,
κι ο φόβος
μου....εχάθη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου