Σελίδες

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Λουκάς Νικολαίδης : Με τους καινούριους στίχους μου, αναβαπτίζω τους παλιούς...............


Ανίκανος ν' αντισταθώ

Μέσα στην καταχνιά των καιρών,
βαδίζω σε δρόμους,
που με οδηγούν σε Αδιέξοδα,
και στου μυαλού μου τ' αυλάκια,
θερίζω του κόσμου τα βάσανα!
Κι ύστερα,
μπρος μου απλώνεται
ένας διάδρομος....έρημος!
Και μετά.....η Σιωπή!
Κι εκεί  που κοντεύω να χαθώ,
νάσου και ανταμώνω την Άνοιξη
και δυό μελαχρινά χελιδόνια,
που έρχονται κατά πάνω μου,
με τόση Οικειότητα!
Κι όταν αρχίζουν να γλυκολαλούν
καθώς φτερουγίζουν στην όχθη,
γεμίζουν της ψυχής μου οι τσέπες
με σκοπούς και τραγούδια ποικίλα,
ενώ δυό παπαρούνες στο πλάϊ μου
κλαψουρίζουν, και θαρρώ πως ζηλεύουν...
Κι Εγώ,
επειδή αισθάνομαι Ανίκανος ν' αντισταθώ
στη συνωμοσία της Φύσης,
αρχίζω....στίχους ν' αραδιάζω.



Της Πασχαλιάς γιορτή



Κάτω από τον ίσκιο το βαρύ μιάς καρυδιάς,
πλάϊ στο κύμα τ' αρμυρό,
οσμίζομαι τη μυρωδιά ενός αρμυρικιού,
και αφουγκράζομαι τον ήχο μιάς καλαμωτής,
που ένα αγέρι Θρασύ μα Θαλερό,
τρυπώνει στα κενά της....
Ώρα  πλέον  της επιστροφής,
και καθώς έχω φορτωθεί στις πλάτες μου
της μέρας το καμάτι,
πεθύμησα δείπνο λιτό ν' απογευτώ,
σαν φτάσω στο κονάκι....
Και μοιάζει τούτο εδώ το Λιόγερμα,
με τόσα πολλά παλιότερα,
που σαν τραγούδια κρύφτηκαν
στου Χρόνου...το Ντουλάπι!
Απόψε, βράδυ Απρίλη δέκα τρεις,
και μέσα από τα τρεμάμενα παράθυρα,
εισβάλει μιά δέσμη
από το Φως του Εσπερινού,
γιατί Αύριο είναι Ημέρα Κυριακή,
κι ο Κόσμος,
με το ίδιο ατέρμονο ανατρίχιασμα,
την Πασχαλιά γιορτάζει!!


Καταιγίδα

Της άρεσαν τελικά της Θάλασσας
οι χτεσινές βιτσιές της καταιγίδας,
και μεσ' στο ασπράδι των σύννεφων
του Ουρανού,
αλλοιώθηκε των αστεριών η λάμψη,
ενώ μεσ' της ψυχής τ' απόνερα
θαρρώ  πως έσβησε,
κι ένα θολό Πελώριο κύμα...
Και ήταν βράδυ Αυγουστιάτικο το χτεσινό,
που η Σελήνη στα ρηχά ναυάγησε,
ενώ ένα Αστέρι έκπτωτο,
τινάχτηκε έξω από το δίχτυ τ' Ουρανού,
και πέφτοντας στη θάλασσα,
αφού ποντίστηκε  κατάβαθα,
άλλαξε ευθύς μορφή και έγινε,
ένας τεράστιος....Αστερίας!
Θεέ μου,
τι Απροσδόκητο Ναυάγιο
η Καταιγίδα σκόρπισε
από τη μιά στιγμή στην άλλη!!




Ωρα...έντεκα και δέκα


Πάνω σε ένα άσπρο χαρτί,
ζωγραφίζω Αγρολίβαδα
και μιά ζεστή μουσική,
γιά να νοιώθω πιότερο λεύτερος.
Κι έπειτα,
ξαπλωμένος στου αφροκύματος τη ράχη,
φωτογραφίζοντας τη σκοτεινή πλευρά της ζωής μου,
τα βλέπω Όλα Μικρά και Ασήμαντα.
Σαν παλιός ποιητής,
ψάχνω διαρκώς τον διακόπτη να βρω,
γιά να σκορπίσω...ολόγυρα φως!
Μέσα σ' ένα μπουκάλι αδειανό,
έχω αιχμαλωτίσει τον Χρόνο,
κι έτσι οι μέρες κυλάνε αργά....
Προλαβαίνω τα Πάντα
δίχως να βιάζομαι όπως πρώτα,
κι ο Λογισμός μου Αδέσμευτος πλέον,
κυκλοφορεί στον εναέριο χώρο Απροβλημάτιστος,
ενώ, Όλα τα Ρολόγια του Κόσμου
και Σήμερα και Αύριο και Χτες,
έδειχναν, δείχνουν και θα δείχνουν,
πως ο Χρόνος εσταμάτησε
στην ΄Ωρα....΄Εντεκα και δέκα.




Μιά ημέρα του Αυγούστου

Αυγούστου Κυριακή πρωϊ,
κι ενώ στην εκκλησιά μοσχοβολούν
λιβάνι και κερί και γυναικών κολόνιες,
στους δρόμους ο τόπος γέμισε
από ίσκιους θεοσκότεινους
και μυρωδιές ιδρώτα...
Κι όταν ερθεί με το καλό
του Αυγούστου μεσημέρι
που ο ΄Ηλιος λιώνει
και τις τελευταίες αντιστάσεις,
την ανάσα μου αισθάνομαι βαριά
από του λίβα την οργή,
ενώ στο έδαφος θωρώ πως κείτονται,
σκόρπιες και ανάκατες...οι λέξεις! ΄
Και περιμένω της γλυκόπικρης νυχτιάς
το αγέρι της δροσιάς που θάρθει,
τις λέξεις από χάμω να μαζέψει,
και αφού τις βάλω στη σειρά,
το καινούριο ποίμα μου θα φτιάξω
που θα μιλάει για τους πόνους της καρδιάς,
για θάλασσες κι αγάπες περασμένες,
που από τα χρόνια μου τα παιδικά κρατώ,
στην άδολη ψυχή μου κλειδωμένες...



Αϋπνίες..

Ένα κομμάτι νύχτας
κρατώ στη χούφτα μου σφιχτά,
μη τάχα και μαζί μ' αυτό,
και τ' όνειρό μου δραπετεύσει.
Κι από το παραθύρι τ' ανοιχτό,
τ' άστρα, την Πούλια, τον Αυγερινό,
μα και την πρόσχαρη Σελήνη
που σεργιανούν στον Ουρανό,
κρυφοκοιτάζω....
Και μες της νυχτιάς τη σιγαλιά,
του τριζονιού ακούγεται η προσευχή,
ενώ εγώ υφαίνω όνειρα
που κλέβουνε τον ύπνο μου,
μέσα στην άπλετη σιωπή μου.
Και, όταν η Αϋπνία μου κυριαρχεί,
τρέχουν τα μάτια του Νου μου μακριά,
εκεί στου Αιγαίου τα νερά,
μήπως και δουν ,
τις περιβόητες Γοργόνες!
Κι άλλες πολλές φορές,
σε περιπάτους μακρινούς
μονάχος του ο Λογισμός μου τριγυρίζει,
σκαρώνοντας Αγάπης κι Ελπίδας Ποίματα,
που τα ζωγραφίζω σαν ξυπνώ
σε ολόλευκο χαρτί, με.....κόκκινο μελάνι!


Στίχοι καινούριοι


Με τους καινούριους στίχους μου,
αναβαπτίζω τους παλιούς,
ωσάν να ξενιτεύομαι και να γυρνώ,
από λιμάνι που το θερίζουν άνεμοι,
σε άλλο απάνεμο αραξοβόλι.
Και, όλο και πασχίζω το χαμόγελο,
μήπως....και γίνει γέλιο!
Κι όταν του τζίτζικα η φωνή
αρχίζει να βραχνιάζει,
τότε τραγούδι πιάνει η θάλασσα
από χαρά,
γιατί μες τα καθάρια της νερά,
το πρόσωπό του καθρεφτίζει το Φεγγάρι!
Ακόμη κι αν τα σύννεφα στον Ουρανό
βαραίνουνε πολύ,
αλλάζει και η διάθεση του Ποιητή,
που στο νυχτοσκόταδο απαγορεύει
τους στίχους του να καταπιεί,
ενώ ο κάμπος με την καταχνιά,
του σκάβει ρυτίδα στο πρόσωπο βαθιά,
κι αφήνει το λογισμό του λεύτερο
να φτάσει ως εκεί,

που η Ξαστεριά και η Σελήνη διαφεντεύουν...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου