Τα πρόσωπα
αυτά τ΄ απελπιστικά καλούπια
ιστορούν τη ζωή μας.
Πάνω απ΄ τα καμπαναριά
πλανάται η απόγνωση
τα χέρια μου
τα δέκα μου δάκτυλα
διαγράφονται
πάνω από τα σιωπηλά κωδωνοστάσια.
Ο δρόμος
πλημμυρίζει χρυσάφι
καθώς χαμογελάς.
Ποιος χρυσικός
κάπνισε μ΄ ασήμι και μάλαμα
τα φύλλα του βασιλικού δένδρου;
Εδώ μέσα
ζευγάρωσεν η παγωνιά με την ανία
Θα ρθή το καλοκαίρι
Θα ρθή η μέρα
θα ρθή το πλοίο
ακριβώς το καταμεσήμερο.
Σα θρίαμβος αρχαίου Καίσαρα
μεγάλε αδελφέ
θα με στεφανώσης
μέσα στο καταμεσήμερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου