Η ποίηση ως λύτρα
πού ξανακούστηκε.
Σώθηκαν, λέει, τραγουδώντας Ευριπίδη
ανάμεσα σ’ εχθρούς,
καθώς ζητιάνευαν στις πόρτες για ψωμί ή
μπρος στις τράπεζες εζωγρημένοι.
Πώς να αισθάνθηκε ο Ποιητής
ως ποιητής πραγματικής ζωής
χάρη στη μίμησή της
με τέτοιον στέφανο στο μέτωπό του
και με φιλήματα βαριά στα χέρια;
Μπορεί και ενοχές
για όσους δε σωθήκαν.
Επίσης σκέπτομαι το τώρα
κι ότι ο χρόνος μεταφέρει σημασίες,
να παίζουνε οι ποιητές τα σοβαρά παιχνίδια
τους.
Μπροστά στις Τράπεζες ξανά
ανάμεσα σ’ εχθρούς ξανά
έχουμε πλήθος ποιητών να τραγουδήσουμε,
αν τέτοια ακόμη κατορθώνει η ποίηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου